Παλαιά Διαθήκη

 
 
ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΣΑΙΑΣ
 
 ΗΣΑΪΑΣ
 
ΗΣΑΪΑΣ 1
 
Ησ. 1,1              Ὅρασις, ἣν εἶδεν Ἡσαΐας υἱὸς Ἀμώς, ἣν εἶδε κατὰ τῆς Ἰουδαίας καὶ κατὰ Ἱερουσαλὴμ ἐν βασιλεία Ὀζίου καὶ Ἰωάθαμ καὶ Ἄχαζ καὶ Ἐζεκίου, οἵ ἐβασίλευσαν τῆς Ἰουδαίας.
Ησ. 1,1                       Αποκαλυπτικά οράματα, τα οποία εκ μέρους του Θεού είδε και ήκουσεν ο Ησαΐας, ο υιός του Αμώς, εναντίον της Ιουδαίας και ειδικώτερον εναντίον της Ιερουσαλήμ κατά το διάστημα της βασιλείας του Οζίου, του Ιωάθαμ, του Αχαζ και του Εζεκίου, οι οποίοι εβασίλευσαν στο βασίλειον της Ιουδαίας.
Ησ. 1,2              Ἄκουε οὐρανὲ καὶ ἐνωτίζου γῆ, ὅτι Κύριος ἐλάλησεν· υἱοὺς ἐγέννησα καὶ ὕψωσα, αὐτοὶ δέ με ἠθέτησαν.
Ησ. 1,2                       Ακου συ, ουρανέ, και βάλε εις τα αυτιά σου συ, η γη, διότι ο Κυριος ελάλησε και είπεν· υιούς εγέννησα και εδόξασα, εκείνοι όμως με ηρνήθησαν.
Ησ. 1,3              ἔγνω βοῦς τὸν κτησάμενον καὶ ὄνος τὴν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ· Ἰσραὴλ δέ με οὐκ ἔγνω καὶ ὁ λαός με οὐ συνῆκεν.
Ησ. 1,3                       Το βόϊδι γνωρίζει τον ιδιοκτήτην του και ο όνος γνωρίζει την φάτνην, ιδιοκτησίαν του κυρίου του· ο ισραηλιτικός όμως λαός δεν με αναγνωρίζει ως κύριόν του, δεν έχει ούτε στοιχειώδη κατανόησιν δι'εμέ.
Ησ. 1,4              οὐαὶ ἔθνος ἁμαρτωλόν, λαὸς πλήρης ἁμαρτιῶν, σπέρμα πονηρόν, υἱοὶ ἄνομοι· ἐγκατελίπατε τὸν Κύριον καὶ παρωργίσατε τὸν ἅγιον τοῦ Ἰσραήλ.
Ησ. 1,4                       Αλλά αλλοίμονον εις σε, έθνος αμαρτωλόν, λαε, που είσαι γεμάτος αμαρτίας, απόγονοι πονηρών προγόνων, υιοί παράνομοι. Εγκατελείψατε τον Κυριον και έτσι παρωργίσατε τον άγιον Θεόν εναντίον σας.
Ησ. 1,5              τί ἔτι πληγῆτε προστιθέντες ἀνομίαν; πᾶσα κεφαλὴ εἰς πόνον καὶ πᾶσα καρδία εἰς λύπην.
Ησ. 1,5                       Διατί εξακολουθείτε να πληγώνεσθε-αν και δεν έμεινε πλέον υγιές μέλος επάνω σας-προσθέτοντες αμαρτίας εις τας αμαρτίας; Ολόκληρος η κεφαλή σας εξ αιτίας των αμαρτιών σας έχει κατακυριευθή από τον πόνον και πάσα καρδία έχει πλημμυρίσει από την οδύνην και την λύπην.
Ησ. 1,6              ἀπὸ ποδῶν ἕως κεφαλῆς οὐκ ἔστιν ἐν αὐτῷ ὁλοκληρία, οὔτε τραῦμα οὔτε μώλωψ οὔτε πληγὴ φλεγμαίνουσα· οὐκ ἔστιν μάλαγμα ἐπιθῆναι οὔτε ἔλαιον οὔτε καταδέσμους.
Ησ. 1,6                       Από τα πόδια έως το κεφάλι σας δεν απέμεινεν άρτιον και υγιές μέρος. Δεν υπάρχει απώς ένα τραύμα εδώ, ένας μώλωψ εκεί, μία μολυσμένη πληγή άλλού· όλον το σώμα σας είναι μία πληγή και έτσι δεν είναι δυνατόν, να τεθή ένα κατάπλασμα επάνω εις τας πληγάς, ούτε λάδι, ούτε επίδεσμοι.
Ησ. 1,7              ἡ γῆ ὑμῶν ἔρημος, αἱ πόλεις ὑμῶν πυρίκαυστοι· τὴν χώραν ὑμῶν ἐνώπιον ὑμῶν ἀλλότριοι κατεσθίουσι αὐτήν, καὶ ἠρήμωται κατεστραμμένη ὑπὸ λαῶν ἀλλοτρίων.
Ησ. 1,7                       Εξ αιτίας των αμαρτιών σας η χώρα σας έμεινεν έρημος από κατοίκους, αι πόλεις έχουν παραδοθή στο πυρ, τους καρπούς της χώρας σας κατατρώγουν οι ξένοι εμπρός εις τα μάτια σας, και έτσι η χώρα σας έχει ερημωθή από τους κατοίκους και τα αγαθά της· έχει καταστραφή από ξένους λαούς.
Ησ. 1,8              ἐγκαταλειφθήσεται ἡ θυγάτηρ Σιὼν ὡς σκηνὴ ἐν ἀμπελῶνι καὶ ὡς ὀπωροφυλάκιον ἐν σικυηράτῳ, ὡς πόλις πολιορκουμένη·
Ησ. 1,8                       Η δε πόλις Σιών, την οποίαν ως κόρην μου αγαπούσα, θα εγκαταλειφθή, όπως εγκαταλείπεται η πρόχειρος θερινή καλύβη μετά τον τρυγητόν της αμπέλου, και όπως εγκαταλείπεται το πρόχειρον οπωροφυλάκιον εις αγρόν αγγουριών· όπως εγκαταλείπεται από τους κατοίκους της μία πολιορκημένη πόλις.
Ησ. 1,9              καὶ εἰ μὴ Κύριος σαβαὼθ ἐγκατέλιπεν ἡμῖν σπέρμα, ὡς Σόδομα ἂν ἐγενήθημεν καὶ ὡς Γόμοῤῥα ἂν ὡμοιώθημεν. -
Ησ. 1,9                       Εάν δε ο Κυριος των δυνάμεων, ο παντοκράτωρ δεν άφηνε μεταξύ μας μίαν κάποιαν εκλεκτήν μερίδα ιδικών του ανθρώπων, θα εγινόμεθα ωσάν τα Σοδομα και θα ωμοιάζαμεν ωσάν τα Γομορρα δια τας αμαρτίας και την διαφθοράν μας.
Ησ. 1,10            Ἀκούσατε λόγον Κυρίου, ἄρχοντες Σοδόμων· προσέχετε νόμον Θεοῦ λαὸς Γομόῤῥας.
Ησ. 1,10                     Ακούσατε, λοιπόν, τα λόγια του Κυρίου σεις, οι άρχοντες, οι οποίοι δια τας ιδικάς σας αμαρτίας και τας αμαρτίας του λαού σας αξίζει να ονομάζεσθε άρχοντες Σοδόμων. Δώστε προσοχήν στον νόμον του Θεού σεις, ο λαός, που ομοιάζετε με τον λαόν της Γομόρρας.
Ησ. 1,11            τί μοι πλῆθος τῶν θυσιῶν ὑμῶν; λέγει Κύριος· πλήρης εἰμὶ ὁλοκαυτωμάτων κριῶν, καὶ στέαρ ἀρνῶν καὶ αἷμα ταύρων καὶ τράγων οὐ βούλομαι,
Ησ. 1,11                      Ο Κυριος λέγει· “τι να το κάμω εγώ το πλήθος των θυσιών σας; Είμαι γεμάτος και εχόρτασα από θυσίας ολοκαυτωμάτων κριών, που μου προσφέρετε. Δεν θέλω πλέον ούτε το λίπος των αμνών ούτε το αίμα των ταύρων και των τράγων.
Ησ. 1,12            οὐδὲ ἂν ἔρχησθε ὀφθῆναι μοι. τίς γὰρ ἐξεζήτησε ταῦτα ἐκ τῶν χειρῶν ὑμῶν; πατεῖν τὴν αὐλήν μου
Ησ. 1,12                     Ούτε θέλω να έρχεσθε κατά τας τρεις μεγάλας εορτάς και να παρουσιάζεσθε ενώπιόν μου στον ναόν με τας προσφοράς και τας θυσίας σας. Ποιός εζήτησεν αυτά από τα χέρια σας; Δεν θα σας επιτρέψω, λοιπόν, να πατήσετε την αυλήν του ναού μου.
Ησ. 1,13            οὐ προσθήσεσθαι· ἐὰν φέρητε σεμίδαλιν, μάταιον· θυμίαμα, βδέλυγμά μοί ἐστι· τὰς νουμηνίας ὑμῶν καὶ τὰ σάββατα καὶ ἡμέραν μεγάλην οὐκ ἀνέχομαι· νηστείαν καὶ ἀργίαν
Ησ. 1,13                     Εάν μου προσφέρετε, δια τον τύπον μόνον, θυσίαν σημιγδαλιού, είναι ματαία και άχρηστος δια σας αυτή η προσφορά. Και αυτό ακόμη το ευώδες θυμίαμα είναι σιχαμερόν εις εμέ, όταν δεν συνοδεύεται από καθαρότητα καρδίας. Δεν θα ανεχθώ πλέον την εορτήν της πρώτης εκάστου μηνός, ουδέ καν και την ημέραν του Σαββάτου, ούτε την μεγάλην και επισημον εορτήν του Εξιλασμού. Τας νηστείας σας και τας αργίας των εορτών σας
Ησ. 1,14            καὶ τὰς νουμηνίας ὑμῶν καὶ τὰς ἑορτὰς ὑμῶν μισεῖ ἡ ψυχή μου· ἐγενήθητέ μοι εἰς πλησμονήν, οὐκέτι ἀνήσω τὰς ἁμαρτίας ὑμῶν.
Ησ. 1,14                     και τας εορτάς εκάστης πρώτης του μηνός και τας άλλας εορτάς σας αποστρέφεται η ψυχή μου. Σας εχόρτασα, μου εκαθίσατε στο στομάχι, δεν θα ανεχθώ πλέον τας αμαρτίας σας.
Ησ. 1,15            ὅταν ἐκτείνητε τὰς χεῖρας ὑμῶν πρός με, ἀποστρέψω τοὺς ὀφθαλμούς μου ἀφ᾿ ὑμῶν, καὶ ἐὰν πληθύνητε τὴν δέησιν, οὐκ εἰσακούσομαι ὑμῶν· αἱ γὰρ χεῖρες ὑμῶν αἵματος πλήρεις.
Ησ. 1,15                     Οταν υψώνετε ικετευτικάς τας χείρας σας προς εμέ και ζητήτε την βοήθειάν μου, εγώ θα γυρίζω αλλού τα μάτια μου από σας με αποστροφήν. Και εάν πολλαπλασιάσετε και παρατείνετε τας δεήσεις σας, δεν θα σας ακούσω, διότι τα χέρια σας είναι γεμάτα από αίματα αθώων.
Ησ. 1,16            λούσασθε καὶ καθαροὶ γίνεσθε, ἀφέλετε τὰς πονηρίας ἀπὸ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ἀπέναντι τῶν ὀφθαλμῶν μου, παύσασθε ἀπὸ τῶν πονηριῶν ὑμῶν,
Ησ. 1,16                     Λουσθήτε, λοιπόν, στο λουτρόν της μετανοίας, γίνετε εσωτερικώς καθαροί, αφαιρέσατε τας πονηρίας και τα αμαρτωλά πάθη από τας ψυχάς σας, ώστε να είσθε καθαροί ενώπιόν μου. Παψετε πλέον τας πονηρίας σας.
Ησ. 1,17            μάθετε καλὸν ποιεῖν, ἐκζητήσατε κρίσιν, ῥύσασθε ἀδικούμενον, κρίνατε ὀρφανῷ καὶ δικαιώσατε χήραν·
Ησ. 1,17                     Μαθετε και συνηθίσατε να κάμετε το καλόν, επιδιώξατε με όλην σας την καρδίαν το δίκαιον, σώσατε από τα χέρια του άδίκου αυτόν, ο οποίος αδικείται, αποδώσατε το δίκαιον στο ορφανόν, δώσατε δικαιοσύνην εις την αδικουμένην χήραν.
Ησ. 1,18            καὶ δεῦτε διαλεχθῶμεν, λέγει Κύριος· καὶ ἐὰν ὦσιν αἱ ἁμαρτίαι ὑμῶν ὡς φοινικοῦν, ὡς χιόνα λευκανῶ, ἐὰν δὲ ὦσιν ὡς κόκκινον, ὡς ἔριον λευκανῶ.
Ησ. 1,18                     Και με αυτήν την μετάνοιαν και τας καλάς αποφάσεις σας, ελάτε να συζητήσωμεν, λέγει ο Κυριος. Και εάν αι ψυχαί σας εξ αιτίας των αμαρτιών σας είναι ερυθραί, εγώ θα τας καταστήσω λευκάς ωσάν το χιόνι. Εάν δε είναι ακόμη περισσότερον κατακόκκιναι, εγώ θα τας κάμω λευκάς ωσάν το μαλλί των προβάτων.
Ησ. 1,19            καὶ ἐὰν θέλητε καὶ εἰσακούσητέ μου, τὰ ἀγαθὰ τῆς γῆς φάγεσθε·
Ησ. 1,19                     Εάν δε θελήσετε και με ακούσετε και συμμορφωθήτε προς τας εντολάς μου, θα φάγετε πλούσια τα αγαθά της γης.
Ησ. 1,20            ἐὰν δὲ μὴ θέλητε, μηδὲ εἰσακούσητέ μου, μάχαιρα ὑμᾶς κατέδεται· τὸ γὰρ στόμα Κυρίου ἐλάλησε ταῦτα.
Ησ. 1,20                    Εάν όμως δεν θελήσετε και δεν με υπακούσετε και απομακρυνθήτε από εμέ, η μάχαιρα των εχθρών σας θα σας καταφάγη”. Το στόμα του Κυρίου είναι εκείνο, το οποίον διεκήρυξεν αυτά και θα γίνουν όπως τα είπε.
Ησ. 1,21            Πῶς ἐγένετο πόρνη πόλις πιστὴ Σιών, πλήρης κρίσεως, ἐν ᾗ δικαιοσύνη ἐκοιμήθη ἐν αὐτῇ, νῦν δὲ φονευταί.
Ησ. 1,21                     Πως κατήντησε πόρνη η άλλοτε πιστή στον Θεόν πόλις Σιών! Πως η Σιών, η οποία ήτο πλήρης δικαίας κρίσεως, πόλις εις την οποίαν ανεπαύετο και επικρατούσε η δικαιοσύνη, τώρα δε έχουν εγκατασταθή εις αυτήν και παραμένουν φονηάδες!
Ησ. 1,22            τὸ ἀργύριον ὑμῶν ἀδόκιμον· οἱ κάπηλοί σου μίσγουσι τὸν οἶνον ὕδατι·
Ησ. 1,22                    Τα αργυρά νομίσματά σας είναι κίβδηλα. Οι κάπηλοί σου ανακατεύουν και νοθεύουν τον οίνον με το νερό.
Ησ. 1,23            οἱ ἄρχοντές σου ἀπειθοῦσι, κοινωνοὶ κλεπτῶν ἀγαπῶντες δῶρα, διώκοντες ἀνταπόδομα, ὀρφανοῖς οὐ κρίνοντες καὶ κρίσιν χηρῶν οὐ προσέχοντες.
Ησ. 1,23                    Οι άρχοντές σου είναι απειθείς απέναντι του Θεού, είναι συμμέτοχοι στους κλέπτας, αγαπούν τα δώρα της αμαρτίας, επιδιώκουν και δέχονται δωροδοκίας, δια να κρίνουν μεροληπτικώς. Δεν κρίνουν με δικαιοσύνην και δεν αποδίδουν το δίκαιον εις τα ορφανά. Ούτε ενδιαφέρονται δια την απόδοσιν του δικαίου εις τας χήρας.
Ησ. 1,24            διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος ὁ δεσπότης σαβαώθ, ὁ δυνάστης τοῦ Ἰσραήλ· οὐαὶ τοῖς ἰσχύουσιν ἐν Ἱερουσαλήμ· οὐ παύσεται γάρ μου ὁ θυμὸς ἐν τοῖς ὑπεναντίοις, καὶ κρίσιν ἐκ τῶν ἐχθρῶν μου ποιήσω.
Ησ. 1,24                    Δια τούτο αυτό λέγει Κυριος, ο παντοκράτωρ, ο Σαβαώθ, ο κυρίαρχος και αυθέντης του ισραηλιτικού λαού· “αλλοίμονον εις σας τους άρχοντας της Ιερουσαλήμ! Δεν θα καταπαύση ο θυμός μου εναντίον των αντιπάλων μου! Θα κάμω κρίσιν και θα επιβάλω δικαίας κυρώσεις εναντίον των εχθρών μου.
Ησ. 1,25            καὶ ἐπάξω τὴν χεῖρά μου ἐπὶ σὲ καὶ πυρώσω σε εἰς καθαρόν, τοὺς δὲ ἀπειθοῦντας ἀπολέσω καὶ ἀφελῶ πάντας ἀνόμους ἀπὸ σοῦ καὶ πάντας ὑπηφάνους ταπεινώσω.
Ησ. 1,25                    Θα απλώσω επάνω σου, ω Ιερουσαλήμ, βαρείαν την χείρα μου· θα σε περάσω από το πυρ των θλίψεων και των οδυνών, δια να καθαρισθής, όπως ο άργυρος καθαρίζεται δια του πυρός. Ετσι δε θα εξολοθρεύσω εκείνους οι οποίοι με παρακούουν. Θα εξαφανίσω από ανάμεσά σου αυτούς, που παραβαίνουν τον Νομον μου, και θα ταπεινώσω τους αλαζόνας και υπερηφάνους.
Ησ. 1,26            καὶ ἐπιστήσω τοὺς κριτάς σου ὡς τὸ πρότερον καὶ τοὺς συμβούλους σου ὡς τὸ ἀπ᾿ ἀρχῆς· καὶ μετὰ ταῦτα κληθήσῃ πόλις δικαιοσύνης, μητρόπολις πιστὴ Σιών.
Ησ. 1,26                    Επειτα θα επαναφέρω και θα αποκαταστήσω τους δικαστάς σου, όπως ήσαν προηγουμένως επί της εποχής του Δαυΐδ, και τους συμβούλους σου ευθείς και δικαίους,όπως ήσαν εξ αρχής. Και έτσι συ θα ονομασθής πόλις δικαιοσύνης, η Σιών η πρωτεύουσα του ισραηλιτικού λαού, η πιστή στον Θεόν!”
Ησ. 1,27            μετὰ γὰρ κρίματος σωθήσεται ἡ αἰχμαλωσία αὐτῆς καὶ μετὰ ἐλεημοσύνης.
Ησ. 1,27                    Διότι έπειτα από την κάθαρσιν και την διόρθωσιν, που θα επέλθη κατόπιν και της δικαίας τιμωρίας, θα σωθούν οι ευρισκόμενοι εις την αιχμαλωσίαν και θα επιστρέψουν εις την γην των πατέρων των χάρις ςις το έλεος του Κυρίου.
Ησ. 1,28            καὶ συντριβήσονται οἱ ἄνομοι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἅμα, καὶ οἱ ἐγκαταλιπόντες τὸν Κύριον συντελεσθήσονται.
Ησ. 1,28                    Τοτε θα συντριβούν οι παραβαίνοντες τον Νομον και όλοι μαζή οι αμαρτωλοί, και θα εξολοθρευθούν εξ ολοκλήρου όλοι εκείνοι, οι οποίοι εγκαταλείπουν τον Κυριον.
Ησ. 1,29            διότι αἰσχυνθήσονται ἐν τοῖς εἰδώλοις αὐτῶν, ἃ αὐτοὶ ἠβούλοντο, καὶ ἐπαισχυνθήσονται ἐπὶ τοῖς κήποις αὐτῶν, ἃ ἐπεθύμησαν.
Ησ. 1,29                    Ετσι θα κατεντροπιασθούν και θα εξευτελισθούν, διότι επίστευσαν εις τα είδωλα, τα οποία αυτοί ηθέλησαν αντί του αληθινού Θεού. Θα κατεντροπιασθούν δια τα ειδωλολατρικά άλση της αμαρτίας, εις τα οποία ηυχαριστείτο και επιθυμούσε η ψυχή των.
Ησ. 1,30            ἔσονται γὰρ ὡς τερέβινθος ἀποβεβληκυῖα τὰ φύλλα καὶ ὡς παράδεισος ὕδωρ μὴ ἔχων·
Ησ. 1,30                    Θα γίνουν ωσάν το δένδρον τερέβινθος, του οποίου έπεσαν τα φύλλα και ωσάν κήπος, ο οποίος δεν έχει πλέον νερό.
Ησ. 1,31            καὶ ἔσται ἡ ἰσχὺς αὐτῶν ὡς καλάμη στιππύου καὶ αἱ ἐργασίαι αὐτῶν ὡς σπινθῆρες πυρός, καὶ κατακαυθήσονται οἱ ἄνομοι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἅμα, καὶ οὐκ ἔσται ὁ σβέσων.
 Ησ. 1,31                     Ολη δε η δύναμίς των θα είναι άχρηστος πλέον και ασήμαντος, σαν καλαμιά κοπανισμένου λιναριού, τα δε αμαρτωλά των έργα σαν σπίθες φωτιάς επάνω εις αυτήν. Και έτσι θα κατακαούν οι άνομοι και οι αμαρτωλοί όλοι μαζή και δεν θα υπάρχη κανείς να σβήση την πυρκαϊάν και να τους σώση.

ΗΣΑΪΑΣ 2
Ησ. 2,1              Ὁ λόγος ὁ γενόμενος παρὰ Κυρίου πρὸς Ἡσαΐαν υἱὸν Ἀμὼς περὶ τῆς Ἰουδαίας καὶ περὶ Ἱερουσαλήμ.
Ησ. 2,1                       Ο Αποκαλυπτικός λόγος εκ μέρους Κυρίου του Θεού προς τον Ησαΐαν, τον υιόν του Αμώς, δια την Ιουδαίαν και την πόλιν Ιερουσαλήμ.
Ησ. 2,2              Ὅτι ἔσται ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις ἐμφανὲς τὸ ὄρος Κυρίου καὶ ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ ἐπ᾿ ἄκρων τῶν ὀρέων καὶ ὑψωθήσεται ὑπεράνω τῶν βουνῶν· καὶ ἥξουσιν ἐπ᾿ αὐτὸ πάντα τὰ ἔθνη,
Ησ. 2,2                      Ο Κυριος ωμίλησε και είπεν· ότι εις τας τελευταίας ημέρας το άγιον όρος της Σιών, το οποίον είναι όρος Κυρίου, θα γίνη εμφανές εις όλον τον κόσμον. Και ο ναός του Θεού, ο κτισμένος επάνω εις την Σιών, θα γίνη ορατός από όλα τα σημεία και από πολύ μακράν, ως εάν είναι κτισμένος επάνω εις τας κορυφάς των ορέων. Θα υψωθή επάνω από όλα τα βουνά και θα προστρέξουν στο όρος τούτο του Κυρίου όλα τα έθνη.
Ησ. 2,3              καὶ πορεύσονται ἔθνη πολλὰ καὶ ἐροῦσι· δεῦτε καὶ ἀναβῶμεν εἰς τὸ ὄρος Κυρίου καὶ εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ Ἰακώβ, καὶ ἀναγγελεῖ ἡμῖν τὴν ὁδὸν αὐτοῦ, καὶ πορευσόμεθα ἐν αὐτῇ· ἐκ γὰρ Σιὼν ἐξελεύσεται νόμος καὶ λόγος Κυρίου ἐξ Ἱερουσαλήμ.
Ησ. 2,3                      Πολλά έθνη θα προστρέξουν εκεί και θα λέγουν το ένα στο άλλο. “εμπρός, ας αναβώμεν στο όρος του Κυρίου, στον ναόν του Θεού του Ιακώβ. Εκεί ο Θεός θα αναγγείλη και θα καταστήση γνωστήν εις ημάς την οδόν αυτού, εις την οποίαν πρέπει να πορευθώμεν. Διότι από το όρος Σιών θα εξέλθη ο νέος Νομος και από την Ιερουσαλήμ θα κηρυχθή ο λόγος του Κυρίου.
Ησ. 2,4              καὶ κρινεῖ ἀναμέσον τῶν ἐθνῶν καὶ ἐλέγξει λαὸν πολύν, καὶ συγκόψουσι τὰς μαχαίρας αὐτῶν εἰς ἄροτρα καὶ τὰς ζιβύνας αὐτῶν εἰς δρέπανα, καὶ οὐ λήψεται ἔθνος ἐπ᾿ ἔθνος μάχαιραν, καὶ οὐ μὴ μάθωσιν ἔτι πολεμεῖν. -
Ησ. 2,4                      Θα κάμη κρίσιν ο Θεός μεταξύ όλων των εθνών και ως ανώτατος νομοθέτης και κριτής θα ελέξη πολύν λαόν. Και έτσι οι τότε εχθροί και πολέμιοι μεταξύ των θα μετατρέψουν τα μαχαίρια των εις αλέτρια και τα δόρατά των εις δρεπάνια και δεν θα σηκώση πλέον έθνος εναντίον άλλου έθνους μαχαίρας, δια να πολεμήση κατ' αυτού και δεν θα μανθάνουν πλέον οι άνθρωποι την τέχνην να πολεμούν ο ένας εναντίον του άλλου”.
Ησ. 2,5              Καὶ νῦν, ὁ οἶκος Ἰακώβ, δεῦτε πορευθῶμεν τῷ φωτὶ Κυρίου.
Ησ. 2,5                      Και τώρα, λοιπόν, ισραηλιτικέ λαέ, σεις οι απόγονοι του Ιακώβ, α βαδίσωμεν ημείς πρώτοι στο φως του Κυρίου, που θα ανατείλη από την Ιερουσαλήμ.
Ησ. 2,6              ἀνῆκε γὰρ τὸν λαὸν αὐτοῦ τὸν οἶκον τοῦ Ἰσραήλ, ὅτι ἐνεπλήσθη ὡς τὸ ἀπ᾿ ἀρχῆς ἡ χώρα αὐτῶν κληδονισμῶν, ὡς ἡ τῶν ἀλλοφύλων, καὶ τέκνα πολλὰ ἀλλόφυλα ἐγενήθη αὐτοῖς.
Ησ. 2,6                      Ο Θεός εγκατέλειψε, βέβαια, τον ισραηλιτικόν λαόν του, τους απογόνους του Ιακώβ, διότι έγέμισεν η χώρα από μαντείας, όπως ήτο πριν καταληφθή από τους Ισραηλίτας. Εγινεν, όπως είναι η χώρα των Φιλισταίων. Οι Ισραηλίται από την επιμιξίαν των με τους Φιλισταίους απέκτησαν πολλά τέκνα.
Ησ. 2,7              ἐνεπλήσθη γὰρ ἡ χώρα αὐτῶν ἀργυρίου καὶ χρυσίου, καὶ οὐκ ἦν ἀριθμὸς τῶν θησαυρῶν αὐτῶν· καὶ ἐνεπλήσθη ἡ γῆ ἵππων, καὶ οὐκ ἦν ἀριθμὸς τῶν ἁρμάτων αὐτῶν·
Ησ. 2,7                      Εγέμισεν η χώρα από παράνομα κέρδη αργυρίουκαί χρυσίου· αναρίθμητοι ήσαν οι παράνομοι θησαυροί των. Εγέμισεν η χώρα από ίππους· αναρίθμητα ήσαν τα άρματά των.
Ησ. 2,8              καὶ ἐνεπλήσθη ἡ γῆ βδελυγμάτων τῶν ἔργων τῶν χειρῶν αὐτῶν, καὶ προσεκύνησαν, οἷς ἐποίησαν οἱ δάκτυλοι αὐτῶν·
Ησ. 2,8                      Η χώρα του Ισραήλ εγέμισεν από βδελυρά είδωλα, έργα των χειρών των, και προσεκύνησαν αυτά τα είδωλα, τα οποία είχαν κατασκευάσει τα δάκτυλά των.
Ησ. 2,9              καὶ ἔκυψεν ἄνθρωπος, καὶ ἐταπεινώθη ἀνήρ, καὶ οὐ μὴ ἀνήσω αὐτούς.
Ησ. 2,9                      Εσκυψεν "άνθρωπος εμπρός εις τα είδωλα αυτά και εταπεινώθη ο άνδρας ενώπιον αυτών. Δεν θα συγχωρήσω την αμαρτίαν των αυτήν.
Ησ. 2,10            καὶ νῦν εἰσέλθετε εἰς τὰς πέτρας καὶ κρύπτεσθε εἰς τὴν γῆν ἀπὸ προσώπου τοῦ φόβου Κυρίου καὶ ἀπὸ τῆς δόξης τῆς ἰσχύος αὐτοῦ, ὅταν ἀναστῇ θραῦσαι τὴν γῆν.
Ησ. 2,10                    Και τώρα σεις , οι παράνομοι και ανυπάκοοι προς τον Θεόν, εισέλθετε εις τα σπήλαια, κυριευμένοι από φόβον ενώπιον του ωργισμένου Κυρίου και της ακαταγωνίστου δυνάμεώς του, όταν θα εγερθή, δια να συντρίψη εν τη παντοδυναμία του την αμαρτωλήν χώραν.
Ησ. 2,11            οἱ γὰρ ὀφθαλμοὶ Κυρίου ὑψηλοί, ὁ δὲ ἄνθρωπος ταπεινός· καὶ ταπεινωθήσεται τὸ ὕψος τῶν ἀνθρώπων, καὶ ὑψωθήσεται Κύριος μόνος ἐν τῇ ἡμέρα ἐκείνῃ.
Ησ. 2,11                     Διότι οι οφθαλμοί του Κυρίου είναι υψιλοί και βλέπουν από υψηλά τα πάντα. Ο δε άνθρωπος είναι μηδαμινός· και θα ταπεινωθή η αλαζονεία και η έπαρσις των ανθρώπων. Θα υψωθή δε μόνος ο Κυριος κατά την ημέραν εκείνην της δικαίας κρίσεώς του.
Ησ. 2,12            ἡμέρα γὰρ Κυρίου σαβαὼθ ἐπὶ πάντα ὑβριστὴν καὶ ὑπερήφανον καὶ ἐπὶ πάντα ὑψηλὸν καὶ μετέωρον, καὶ ταπεινωθήσονται,
Ησ. 2,12                    Διότι η μεγάλη αυτή ημέρα Κυρίου του παντοκράτορος θα έλθη, δια να τιμωρήση κάθε αναιδή και αυθάδη, κάθε τυπερήφανον, κάθε υψηλόφρονα, κάθε επηρμένον. Και όλοι θα ταπεινωθούν κατά την ημέραν εκείνην.
Ησ. 2,13            καὶ ἐπὶ πᾶσαν κέδρον τοῦ Λιβάνου τῶν ὑψηλῶν καὶ μετεώρων καὶ ἐπὶ πᾶν δένδρον βαλάνου Βασὰν
Ησ. 2,13                    Η δικαία αυτή παρά Κυρίου τιμωρία θα εκπάση και θα πλήξη όλα τα κέδρα του Λιβάνου, τα υψηλά και υπερήφανα, και όλα τα δένδρα βελανιδιάς της χώρας Βασάν.
Ησ. 2,14            καὶ ἐπὶ πᾶν ὑψηλὸν ὄρος καὶ ἐπὶ πάντα βουνὸν ὑψηλὸν
Ησ. 2,14                    Θα πλήξη κάθε υψηλόν όρος και κάθε υψηλόν βουνόν,
Ησ. 2,15            καὶ ἐπὶ πάντα πύργον ὑψηλὸν καὶ ἐπὶ πᾶν τεῖχος ὑψηλὸν
Ησ. 2,15                    κάθε υψηλόν και ωχυρωμένον πύργον, κάθε ισχυρόν τείχος.
Ησ. 2,16            καὶ ἐπὶ πᾶν πλοῖον θαλάσσης καὶ ἐπὶ πᾶσαν θέαν πλοίων κάλλους.
Ησ. 2,16                    Θα εκπάση εναντίον των πλοίων, που ευρίσκονται εις την θάλασσαν, και εναντίον όλων των στολισμένων και ωραίων εις θέαν πλοίων.
Ησ. 2,17            καὶ ταπεινωθήσεται πᾶς ἄνθρωπος, καὶ πεσεῖται ὕψος ἀνθρώπων, καὶ ὑψωθήσεται Κύριος μόνος ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ.
Ησ. 2,17                    Και τρομαγμένος τότε θα ταπεινωθή κάθε άνθρωπος. Θα πέση η αλαζονεία των άνθρώπων και θα υψωθή και θα δοξασθή ο Κυριος μόνος κατά την μεγάλην εκείνην ημέραν.
Ησ. 2,18            καὶ τὰ χειροποίητα πάντα κατακρύψουσιν,
Ησ. 2,18                    Κατατρομαγμένοι οι άνθρωποι θα κρύψουν επιμελώς όλα τα είδωλα, που είχαν κατασκευάσει με τα χέρια των·
Ησ. 2,19            εἰσενέγκαντες εἰς τὰ σπήλαια καὶ εἰς τὰς σχισμὰς τῶν πετρῶν καὶ εἰς τὰς τρώγλας τῆς γῆς ἀπὸ προσώπου τοῦ φόβου Κυρίου καὶ ἀπὸ τῆς δόξης τῆς ἰσχύος αὐτοῦ, ὅταν ἀναστῇ θραῦσαι τὴν γῆν.
Ησ. 2,19                    θα τα φέρουν μέσα εις τα σπήλαια και είς τας σχισμάς των βράχων και εις τας τρώγλας της γης, όπου και οι ίδιοι θα καταφύγουν ενώπιον του φόβου, που θα τους εμπνέη η παρουσία του Κυρίου, και ενώπιον της δόξης και της παντοδυναμίας του, όταν θα σηκωθή, δια να συντρίψη την αμαρτωλήν χώραν.
Ησ. 2,20            τῇ γὰρ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἐκβαλεῖ ἄνθρωπος τὰ βδελύγματα αὐτοῦ τὰ ἀργυρᾶ καὶ τὰ χρυσᾶ, ἃ ἐποίησαν προσκυνεῖν, τοῖς ματαίοις καὶ ταῖς νυκτερίσι,
Ησ. 2,20                   Κατά την ημέραν εκείνην ο κάθε άνθρωπος θα πετάξη τα σιχαμερά είδωλά του, τα ασημένια και τα χρυσά, τα οποία κατασκεύασε, δια να τα προσκυνή, θα τα πετάξουν εις τα σκουπίδια και εις τας ρωγμάς, όπου αι φωλεαί των νυκτερίδων,
Ησ. 2,21            τοῦ εἰσελθεῖν εἰς τὰς τρώγλας τῆς στερεᾶς πέτρας καὶ εἰς τὰς σχισμὰς τῶν πετρῶν ἀπὸ προσώπου τοῦ φόβου Κυρίου καὶ ἀπὸ τῆς δόξης τῆς ἰσχύος αὐτοῦ, ὅταν ἀναστῇ θραῦσαι τὴν γῆν.
Ησ. 2,21                    δια να ημπορέσουν έτσι ελεύθεροι, να εισέλθουν εις τας τρώγλας κάποιου ασφαλούς βράχου, εις τας σχισμάς των ορέων, τρέμοντες την φοβεράν παρουσίαν του Κυρίου, την άπειρον αυτού δόξαν και ακατανίκητον δύναμιν, όταν θα εγερθή, δια να συντρίψη την αμαρτωλήν χώραν μας.

ΗΣΑΪΑΣ 3


Ησ. 3,1              Ἰδοὺ δὴ ὁ δεσπότης Κύριος σαβαὼθ ἀφελεῖ ἀπὸ τῆς Ἰουδαίας καὶ ἀπὸ Ἱερουσαλὴμ ἰσχύοντα καὶ ἰσχύουσαν, ἰσχὺν ἄρτου καὶ ἰσχὺν ὕδατος,
Ησ. 3,1                       Ιδού, λοιπόν, ο δεσπότης, ο Κυριος των δυνάμεων θα επιτρέψη να λείψει από την χώραν της Ιουδαίας και από την πόλιν της Ιερουσαλήμ κάθε δύναμις ανδρός και γυναικός, δύναμις και στήριγμα άρτου και ύδατος και όλων των απαραιτήτων βιοτικών αγαθών.
Ησ. 3,2              γίγαντα καὶ ἰσχύοντα καὶ ἄνθρωπον πολεμιστὴν καὶ δικαστὴν καὶ προφήτην καὶ στοχαστὴν καὶ πρεσβύτερον
Ησ. 3,2                      Θα αφαίρεση κάθε γίγαντα και γενικώς κάθε ισχυρόν άνδρα, άνδρα εμπειροπόλεμον και δικαστήν και προφήτην και συνετόν και έμπειρον πρεσβύτην.
Ησ. 3,3              καὶ πεντηκόνταρχον καὶ θαυμαστὸν σύμβουλον καὶ σοφὸν ἀρχιτέκτονα καὶ συνετὸν ἀκροατήν·
Ησ. 3,3                      Θα αφαίρεση κάθε στρατιωτικόν αρχηγόν μέχρι και πεντηκόνταρχον, κάθε αξιόλογον σύμβουλον και σοφόν αρχιτέκτονα και άνθρωπον, ο οποίος μετά συνέσεως θα ακούη την αλήθειαν.
Ησ. 3,4              καὶ ἐπιστήσω νεανίσκους ἄρχοντας αὐτῶν, καὶ ἐμπαῖκται κυριεύσουσιν αὐτῶν.
Ησ. 3,4                      Αντί δε αυτών θα επιτρέψη να καταλάβουν την αρχήν και να τεθούν επικεφαλής σας νεαροί άνδρες χωρίς πείραν· απατεώνες δε θα αναδειχθούν κύριοι και δυνάσται του λαού.
Ησ. 3,5              καὶ συμπεσεῖται ὁ λαός, ἄνθρωπος πρὸς ἄνθρωπον καὶ ἄνθρωπος πρὸς τὸν πλησίον αὐτοῦ· πρσκόψει τὸ παιδίον πρὸς τὸν πρεσβύτην, ὁ ἄτιμος πρὸς τὸν ἔντιμον.
Ησ. 3,5                      Τοτε θα λείψη ο αμοιβαίος σεβασμός· ο λαός θα περιέλθη εις κατάστασιν συγχύσεως και αναρχίας. Ο ένας άνθρωπος θα επιπέση εναντίον του άλλου και κάθε άνθρωπος εναντίον του πλησίον του. Με αυθάδειαν θα συγκρουσθή το παιδίον προς τον γέροντα, και ο ανέντιμος προς τον έντιμον και ευϋπόληπτον.
Ησ. 3,6              ὅτι ἐπιλήψεται ἄνθρωπος τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ ἢ τοῦ οἰκείου τοῦ πατρὸς αὐτοῦ λέγων· ἱμάτιον ἔχεις, ἀρχηγὸς ἡμῶν γενοῦ, καὶ τὸ βρῶμα τὸ ἐμὸν ὑπὸ σὲ ἔστω.
Ησ. 3,6                      Εξ αιτίας της αναρχίας αυτής και δια την έλλειψιν συνετών αρχηγών και βιοτικών αγαθών, θα κρατή από το ένδυμα κάθε άνθρωπος τον πρώτον τυχόντα ομοεθνή του η τον συγγενή του πατρός του, και θα λέγη· ήσύ έχεις ένδυμα, δεν είσαι γυμνός όπως ημείς. Γινε λοιπόν αρχηγός μας και η διατροφή μας ας είναι εις τα χέριά σουί.
Ησ. 3,7              καὶ ἀποκριθεὶς ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἐρεῖ· οὐκ ἔσομαί σου ἀρχηγός· οὐ γὰρ ἔστιν ἐν τῷ οἴκῳ μου ἄρτος, οὐδὲ ἱμάτιον· οὐκ ἔσομαι ἀρχηγὸς τοῦ λαοῦ τούτου.
Ησ. 3,7                      Εκείνος κατά την φοβεράν αυτήν ημέραν θα απαντήση και θα είπη· ήδέν θα γίνω αρχηγός σας, διότι ούτε εις την ιδικήν μου οικίαν δεν υπάρχει άρτος ούτε άλλο ιμάτιον. Δεν θέλω και δεν ημπορώ να γίνω αρχηγός του λαού αυτούί.
Ησ. 3,8              ὅτι αἰνεῖται Ἱερουσαλήμ, καὶ ἡ Ἰουδαία συμπέπτωκε, καὶ αἱ γλῶσσαι αὐτῶν μετὰ ἀνομίας, τὰ πρὸς Κύριον ἀπειθοῦντες· διότι νῦν ἐταπεινώθη ἡ δόξα αὐτῶν,
Ησ. 3,8                      Αυτά ασφαλώς θα γίνουν, διότι η Ιερουσαλήμ θα έχη εγκαταλειφθή από τον Κυριον και θα έχη περιπέσει εις καταστροφήν, διότι αι γλώσσαι των κατοίκων της χώρας αυτής ελάλουν παράνομα και οι άνθρωποι εδεικνύοντο απειθείς προς τον θεόν. Και τώρα ήλθεν ο καιρός να ταπεινωθή το ψευδές μεγαλείον αυτών.
Ησ. 3,9              καὶ ἡ αἰσχύνη τοῦ προσώπου αὐτῶν ἀντέστη αὐτοῖς· τὴν δὲ ἁμαρτίαν αὐτῶν ὡς Σοδόμων ἀνήγγειλαν καὶ ἐνεφάνισαν. οὐαὶ τῇ ψυχῇ αὐτῶν, διότι βεβούλευνται βουλὴν πονηρὰν καθ᾿ ἑαυτῶν
Ησ. 3,9                      Η αναισχυντία του προσώπου των εγείρεται μάρτυς κατηγορίας ενάντιον αυτών. Διεκήρυξαν και παρουσίασαν αναισχύντως την αμαρτίαν αυτών, όπως άλλοτε οι κάτοικοι των Σοδόμων. Αλλοίμονον εις αυτούς, διότι έχουν σκεφθή και λάβει αποφάσεις πονηράς και κακάς, αι οποίαι εις τελευταίαν ανάλυσιν θα εκσπάσουν εναντίον των.
Ησ. 3,10            εἰπόντες· δήσωμεν τὸν δίκαιον, ὅτι δύσχρηστος ἡμῖν ἐστι· τοίνυν τὰ γεννήματα τῶν ἔργων αὐτῶν φάγονται.
Ησ. 3,10                    Αυτοί είπαν· ήάς δέσωμεν και ας απομονώσωμεν έκλειστον τον ενάρετον, διότι μας είναι δυσμεταχείριστος και εμπόδιον στον δρόμον μαςί. Δι' αυτάς τας παρανομίας των θα γευθούν τα επίχειρα των κακών έργων των.
Ησ. 3,11            οὐαὶ τῷ ἀνόμῳ· πονηρὰ κατὰ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν αὐτοῦ συμβήσεται αὐτῷ.
Ησ. 3,11                     Αλλοίμονον στον άνθρωπον της παρανομίας! Ολέθρια πράγματα θα του συμβούν, ανάλογα προς τα πονηρά έργα των χειρών του.
Ησ. 3,12            λαός μου, οἱ πράκτορες ὑμῶν καλαμῶνται ὑμᾶς, καὶ οἱ ἀπαιτοῦντες κυριεύουσιν ὑμῶν· λαός μου, οἱ μακαρίζοντες ὑμᾶς πλανῶσιν ὑμᾶς καὶ τὸν τρίβον τῶν ποδῶν ὑμῶν ταράσσουσιν.
Ησ. 3,12                    Λαε μου, οι άρχοντές σου ως σκληροί και πιεστικοί εισπράκτορες σας καταληστεύουν, και αυτοί απαιτούν από σας εισφοράς και δώρα. Εχουν καταντήσει κυρίαρχοι και δυνάσται σας. Λαε μου, εκείνοι οι οποίοι κολακευτικώς και δι' ιδιοτελείς λόγους σας μακαρίζουν και σας καλοτυχίζουν, σας παραπλανούν. Αναταράσσουν δε και δημιουργούν σύγχυσιν στον δρόμον της ζωής και συμπεριφοράς σας.
Ησ. 3,13            ἀλλὰ νῦν καταστήσεται εἰς κρίσιν Κύριος καὶ στήσει εἰς κρίσιν τὸν λαὸν αὐτοῦ·
Ησ. 3,13                     Αλλ' ιδού, ότι τώρα ο Κυριος θα καθήση επί του θρόνου, δια να κρίνη. Θα στήση εις κρίσιν και δίκην τον λαόν του.
Ησ. 3,14            αὐτὸς Κύριος εἰς κρίσιν ἥξει μετὰ τῶν πρεσβυτέρων τοῦ λαοῦ καὶ μετὰ τῶν ἀρχόντων αὐτοῦ. ὑμεῖς δὲ τί ἐνεπυρίσατε τὸν ἀμπελῶνά μου καὶ ἡ ἁρπαγὴ τοῦ πτωχοῦ ἐν τοῖς οἴκοις ὑμῶν;
Ησ. 3,14                    Αυτός ο Κυριος θα έλθη, δια να δικάση τους πρεσβυτέρους και τους άρχοντας του λαού του. Και εν τη δικαία οργή του θα είπη προς αυτούς· ήδιατί σεις παρεδώσατε τον αμπελώνα μου, τον λαόν μου, στο πυρ της καταστροφής και αρπαγής; Διατί η αρπαγείσα περιουσία των πτωχών ευρίσκεται υπό την κατοχήν σας εις τα σπίτια σας;
Ησ. 3,15            τί ὑμεῖς ἀδικεῖτε τὸν λαόν μου καὶ τὸ πρόσωπον τῶν πτωχῶν καταισχύνετε;
Ησ. 3,15                     Διατί σεις αδικείτε τον λαόν μου; Με τας συκοφαντίας δε και διαβολάς σας κατεξευτελίζετε και εντροπιάζετε το πρόσωπον των πτωχών;ι
Ησ. 3,16            Τάδε λέγει Κύριος· ἀνθ᾿ ὧν ὑψώθησαν αἱ θυγατέρες Σιών καὶ ἐπορεύθησαν ὑψηλῷ τραχήλῳ καὶ ἐν νεύμασιν ὀφθαλμῶν καὶ τῇ πορείᾳ τῶν ποδῶν ἅμα σύρουσαι τοὺς χιτῶνας καὶ τοῖς ποσὶν ἅμα παίζουσαι,
Ησ. 3,16                    Αυτά λέγει ο Κυριος· Επειδή υπερηφανεύθησαν και αλαζονεύθησαν αι γυναίκες της Ιερουσαλήμ και εβάδισαν με τον τράχηλον των υψηλά, έρριπταν δε αναίσχυντα προκλητικά νεύματα των οφθαλμών των γύρω των, έσερναν τα φορέματά των κατά το βάδισμά των και έπαιζαν συγχρόνως χορευτικώς με τα πόδια των.
Ησ. 3,17            καὶ ταπεινώσει ὁ Θεὸς ἀρχούσας θυγατέρας Σιών, καὶ Κύριος ἀποκαλύψει τὸ σχῆμα αὐτῶν
Ησ. 3,17                     δια τούτο θα ταπεινώση και θα εξευτελίση ο Κυριος τας αριστοκράτιδας αυτάς γυναίκας της Ιερουσαλήμ και θα αποκαλύψη γυμνήν την απόκρυφον ασχημίαν αυτών.
Ησ. 3,18            ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ καὶ ἀφελεῖ Κύριος τὴν δόξαν τοῦ ἱματισμοῦ αὐτῶν καὶ τοὺς κόσμους αὐτῶν καὶ τὰ ἐμπλόκια καὶ τοὺς κοσύμβους καὶ τοὺς μηνίσκους
Ησ. 3,18                    Κατά την ημέραν εκείνην της κρίσεως, θα αφαιρέση ο Κυριος την μεγαλοπρέπειαν του πλουσίου ιματισμού των, την περίτεχνον δια την πλοκήν της με κοσμήματα κόμην των, τους κροσσούς των ενδυμάτων των και τα κοσμήματα της κεφαλής των,
Ησ. 3,19            καὶ τὸ κάθεμα καὶ τὸν κόσμον τοῦ προσώπου αὐτῶν
Ησ. 3,19                    τα περιδέραια, τα οποία από του τραχήλου των κατέρχονται στο στήθος των, και όλας τας αρωματικάς και καλλυντικάς βαφάς του προσώπου των.
Ησ. 3,20            καὶ τὴν σύνθεσιν τοῦ κόσμου τῆς δόξης καὶ τοὺς χλιδῶνας, καὶ τὰ ψέλια καὶ τὸ ἐμπλόκιον καὶ τὰ περιδέξια καὶ τοὺς δακτυλίους καὶ τὰ ἐνώτια
Ησ. 3,20                    Και την συλλογήν των πολυτελών ενδυμάτων και τα κοσμήματα των τραχήλων και τα βραχιόλια και κάθε άλλο κόσμημα και τα κοσμήματα, τα οποία εμπλέκονται εις την κόμην, τα κοσμήματα του δεξιού βραχίονος, τα δακτυλίδια και τα σκουλαρίκια,
Ησ. 3,21            καὶ τὰ περιπόρφυρα καὶ τὰ μεσοπόρφυρα
Ησ. 3,21                    ενδύματα, τα οποία θα έχουν πορφυράν γιρλάνταν, και τα άλλα, τα οποία θα έχουν συνυφανθή με πορφυράν.
Ησ. 3,22            καὶ τὰ ἐπιβλήματα τὰ κατὰ τὴν οἰκίαν καὶ τὰ διαφανῆ Λακωνικὰ
Ησ. 3,22                    Θα αφαίρεση από αυτάς ο Κυριος τα ενδύματά, που φορούν στο σπίτι των, όπως επίσης και τα εκ Λακωνίας διαφανή πολυτελή υφάσματα.
Ησ. 3,23            καὶ τὰ βύσσινα καὶ τὰ ὑακίνθινα καὶ τὰ κόκκινα καὶ τὴν βύσσον, σὺν χρυσῷ καὶ ὑακίνθῳ συγκαθυφασμένα καὶ θέριστρα κατάκλιτα.
Ησ. 3,23                    Και τα άλλα πολυτελή ενδύματα τα εκ βύσσου και υακίνθου, τα κατακόκκινα, τας λεπτάς από πολυτελή λινόν ενδυμασίας, που έχουν συνυφανθή με χρυσόν και με πολυτίμους, λίθους υακίνθου, τα θερινά πολυτελή πέπλα, που περιβάλλουν την κεφαλήν και την προφυλάσσουν από τας ηλιακάς ακτίνας.
Ησ. 3,24            καὶ ἔσται ἀντὶ ὀσμῆς ἡδείας κονιορτός, καὶ ἀντὶ ζώνης σχοινίῳ ζώσῃ καὶ ἀντὶ τοῦ κόσμου τῆς κεφαλῆς τοῦ χρυσίου φαλάκρωμα ἕξεις διὰ τὰ ἔργα σου καὶ ἀντὶ τοῦ χιτῶνος τοῦ μεσοπορφύρου περιζώσῃ σάκκον.
Ησ. 3,24                    Και τότε αντί της άλλοτε ευχαρίστου ευωδίας των αρωμάτων, θα έχης κονιορτόν επάνω σου. Αντί της πολυτελούς ζώνης θα ζωσθής με σχοινί, αντί των χρυσών στολισμάτων της κεφαλής σου θα απόκτησης φαλάκραν εξ αιτίας των πονηρών έργων σου. Αντί του πολυτελούς χιτώνος του υφασμένου με πορφύραν θα ζωσθής χονδρόν τρίχινον σάκκον.
Ησ. 3,25            καὶ ὁ υἱός σου ὁ κάλλιστος, ὃν ἀγαπᾷς, μαχαίρᾳ πεσεῖται, καὶ οἱ ἰσχύοντες ὑμῶν μαχαίρᾳ πεσοῦνται. Καὶ ταπεινωθήσονται
Ησ. 3,25                    Τα δε καλύτερά σου παιδία, ω Σιών, τα οποία ιδιαιτέρως αγαπάς, θα πέσουν εν στόματι μαχαίρας. Ολοι οι δυνατοί άνδρες σου θα σφαγούν δια μαχαίρας. Οι πάντες και τα πάντα θα ταπεινωθούν.
Ησ. 3,26            καὶ πενθήσουσιν αἱ θῆκαι τοῦ κόσμου ὑμῶν, καὶ καταλειφθήσῃ μόνη καὶ εἰς τὴν γῆν ἐδαφισθήσῃ.
Ησ. 3,26                    Αδειαναί πλέον αι θήκαι των ποικίλων κοσμημάτων θα παρέχουν θέαμα θλιβερόν και πένθιμον. Θα εγκαταλειφθής μόνη, έρημος και κατερειπωμένη, με κρημνισμένα τα σπίτια σου εις την γην.
ΗΣΑΪΑΣ 4

Ησ. 4,1              Καὶ ἐπιλήψονται ἑπτὰ γυναῖκες ἀνθρώπου ἑνὸς λέγουσαι· τὸν ἄρτον ἡμῶν φαγόμεθα καὶ τὰ ἱμάτια ἡμῶν περιβαλούμεθα πλὴν τὸ ὄνομα τὸ σὸν κεκλήσθω ἐφ᾿ ἡμᾶς, ἄφελε τὸν ὀνειδισμὸν ἡμῶν. -
Ησ. 4,1                       Τοση, εξ αιτίας των σφαγών, θα είναι η έλλειψις ανδρών, ώστε πολλαί μαζή γυναίκες θα πιάσουν ένα άνδρα και θα λέγουν προς αυτόν· ήδέν θα σε επιβαρύνωμεν με την διατροφήν μας, θα τρώγωμεν το ιδικόν μας ψωμί, θα ενδυώμεθα με τα ιδικά μας ενδύματα, αλλά μόνον δώσε μας το όνομά σου, ως συζύγου μας, και αφαίρεσε από ημάς την εντροπήν της ατεκνίας μαςί.
Ησ. 4,2              Τῇ δὲ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἐπιλάμψει ὁ Θεὸς ἐν βουλῇ μετὰ δόξης ἐπὶ τῆς γῆς τοῦ ὑψῶσαι καὶ δοξάσαι τὸ καταλειφθὲν τοῦ Ἰσραήλ·
Ησ. 4,2                      Μετά τας συμφοράς όμως αυτάς και κατά την εποχήν εκείνην του Μεσσίου θα λάμψη από τον ουρανόν επάνω εις την γην ο θεός με σοφίαν και δόξαν, δια να υψώση και δοξάση τους απομείναντας πιστούς εις αυτόν Ισραηλιτας.
Ησ. 4,3              καὶ ἔσται τὸ ὑπολειφθὲν ἐν Σιών, καὶ τὸ καταλειφθὲν ἐν Ἱερουσαλὴμ ἅγιοι κληθήσονται, πάντες οἱ γραφέντες εἰς ζωὴν ἐν Ἱερουσαλήμ·
Ησ. 4,3                      Και τότε οι απομείναντες στο όρος Σιών και οι απολειφθέντες εις την Ιερουσαλήμ Ιουδαίοι θα ονομασθούν άγιοι, όλοι όσοι έχουν γραφή στο βιβλίον της ζωής εν Ιερουσαλήμ.
Ησ. 4,4              ὅτι ἐκπλυνεῖ Κύριος τὸν ῥύπον τῶν υἱῶν καὶ τῶν θυγατέρων Σιὼν καὶ τὸ αἷμα ἐκκαθαριεῖ ἐκ μέσου αὐτῶν ἐν πνεύματι κρίσεως καὶ πνεύματι καύσεως.
Ησ. 4,4                      Διότι τότε θα ξεπλύνη εντελώς ο Κυριος τον ηθικόν ρύπον από τους υιούς και τας θυγατέρας της Ιερουσαλήμ και θα καθαρίση το αθώον αίμα, που εχύθη μεταξύ αυτών με καταδικαστικήν κρίσιν, με φλόγα πυρκαϊάς.
Ησ. 4,5              καὶ ἥξει, καὶ ἔσται πᾶς τόπος τοὺς ὄρους Σιὼν καὶ πάντα τὰ περικύκλῳ αὐτῆς σκιάσει νεφέλη ἡμέρας καὶ ὡς καπνοῦ καὶ ὡς φωτὸς πυρὸς καιομένου νυκτός, καὶ πάσῃ τῇ δόξῃ σκεπασθήσεται·
Ησ. 4,5                      Θα έλθη ο Κυριος, και τότε ολόκληρος ο τόπος του όρους της Σιών και όλα τα γύρω από την πόλιν Ιερουσαλήμ, θα σκιάζωνται από δροσεράν νεφέλην κατά το διάστημα της ημέρας, κατά δε την νύκτα θα φωτίζωνται ωσάν από φως πυρκαϊάς, που θα αντιφεγγίζεται από τον αναβαίνοντα καπνόν. Ολος αυτός ο τόπος θα σκεπασθή από την μεγαλειώδη δόξαν του Κυρίου.
Ησ. 4,6              καὶ ἔσται εἰς σκιὰν ἀπὸ καύματος καὶ ἐν σκέπῃ καὶ ἐν ἀποκρύφῳ ἀπὸ σκληρότητος καὶ ὑετοῦ.
Ησ. 4,6                      Ολοι και όλα, όσα υπάρχουν υπό την δροσεράν σκιαν της νεφέλης, θα προστατεύονται από το καύμα του ηλίου, θα σκεπάζωνται από τας ραγδαίας καταστρεπτικάς βροχάς, θα ευρίσκωνται εις ασφάλειαν και θα ζουν με άνεσιν.
ΗΣΑΪΑΣ 5

Ησ. 5,1              Ἄσω δὴ τῷ ἠγαπημένῳ ἆσμα τοῦ ἀγαπητοῦ μου τῷ ἀμπελῶνί μου. ἀμπελὼν ἐγενήθη τῷ ἠγαπημένῳ ἐν κέρατι, ἐν τόπῳ πίονι.
Ησ. 5,1                       Θα ψάλω, λοιπόν, εγώ στον αγαπημενόν μου αμπελώνα, τον ισραηλιτικον λαόν, άσμα του αγαπητού μου Κυρίου. Ο ηγαπημένος Κυριος απέκτησεν άμπελον εις κάποιον λόφον, εις τόπον παχύν και εύφορον.
Ησ. 5,2              καὶ φραγμὸν περιέθηκα καὶ ἐχαράκωσα καὶ ἐφύτευσα ἄμπελον Σωρὴχ καὶ ὠκοδόμησα πύργον ἐν μέσῳ αὐτοῦ καὶ προλήνιον ὤρυξα ἐν αὐτῷ· καὶ ἔμεινα τοῦ ποιῆσαι σταφυλήν, ἐποίησε δὲ ἀκάνθας.
Ησ. 5,2                      Εθεσα ολόγυρα φράκτην, έσκαψα τάφρον, εφύτευσα εκλεκτά κλήματα του είδους Σωρήχ, έκτισα πύργον στο μέσον της αμπέλου αυτής, έσκαψα φρεάτιον δια να πίπτη εις αυτό ο μούστος και περίμενα να παραγάγη σταφύλια, αυτή όμως παρήγαγεν ακάνθας.
Ησ. 5,3              καὶ νῦν, οἱ ἐνοικοῦντες ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ ἄνθρωπος τοῦ Ἰούδα, κρίνατε ἐν ἐμοὶ καὶ ἀναμέσον τοῦ ἀμπελῶνός μου.
Ησ. 5,3                      Και τώρα σεις, οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ, οι άνθρωποι της φυλής Ιούδα, κρίνατε και δικάσατε μεταξύ εμού και του αμπελώνός μου.
Ησ. 5,4              τί ποιήσω ἔτι τῷ ἀμπελῶνί μου καὶ οὐκ ἐποίησα αὐτῷ; διότι ἔμεινα τοῦ ποιῆσαι σταφυλήν, ἐποίησε δὲ ἀκάνθας.
Ησ. 5,4                      Τι υπολείπεται να κάμω ακόμη δια την άμπελόν μου αυτήν και τι έως τώρα δεν έκαμα δ' αυτήν; Εκαμα τα πάντα, δια να καρποφορήση αυτή σταφυλάς. Εκείνη δε έκαμεν αγκάθια!
Ησ. 5,5              νῦν δὲ ἀναγγελῶ ὑμῖν τί ἐγὼ ποιήσω τῷ ἀμπελῶνί μου· ἀφελῶ τὸν φραγμὸν αὐτοῦ καὶ ἔσται εἰς διαρπαγήν, καὶ καθελῶ τὸν τοῖχον αὐτοῦ καὶ ἔσται εἰς καταπάτημα·
Ησ. 5,5                      Τωρα, λοιπόν, εγώ θα καταστήσω γνωστόν εις σας, τι θα κάμω εις την άμπελόν μου. Θα αφαιρέσω τον φράκτην αυτής και θα είναι εκτεθειμένη εις διαρπαγήν. Θα κρημνίσω τον τοίχον της και θα καταπατήται από τους ανθρώπους και τα ζώα.
Ησ. 5,6              καὶ ἀνήσω τὸν ἀμπελῶνά μου καὶ οὐ τμηθῇ οὐδὲ μὴ σκαφῇ, καὶ ἀναβήσονται εἰς αὐτὸν ὡς εἰς χέρσον ἄκανθαι· καὶ ταῖς νεφέλαις ἐντελοῦμαι τοῦ μὴ βρέξαι εἰς αὐτὸν ὑετόν.
Ησ. 5,6                      Θα εγκαταλείψω την άμπελόν μου, δεν θα κλαδευθή πλέον, ούτε θα σκαφθή, και έτσι τα αγκάθια θα ανεβούν γύρω και επάνω της ως εις χέρσον και ακαλλιέργητον τόπον. Θα διατάξω τα σύννεφα να μη βρέξουν πλέον εις αυτήν πστιστικήν βροχήν.
Ησ. 5,7              ὁ γὰρ ἀμπελῶν Κυρίου σαβαὼθ οἶκος τοῦ Ἰσραήλ ἐστι καὶ ἄνθρωπος τοῦ Ἰούδα νεόφυτον ἠγαπημένον· ἔμεινα τοῦ ποιῆσαι κρίσιν, ἐποίησε δὲ ἀνομίαν καὶ οὐ δικαιοσύνην, ἀλλὰ κραυγήν.
Ησ. 5,7                      Ο αμπελών αυτός του Κυρίου των δυνάμεων είναι ο ισραηλιτικος λαός. Είναι οι άνθρωποι της φυλής του Ιούδα, νέα γενεά ηγαπημένη. Επερίμενα από αυτήν να καρποφορήση δικαιοσύνην και αρετήν, αυτή όμως έκαμε παρανομίαν και όχι δικαιοσύνην, με αποτέλεσμα να ακούεται εκεί κραυγή αδικουμένων.
Ησ. 5,8              Οὐαὶ οἱ συνάπτοντες οἰκίαν πρὸς οἰκίαν καὶ ἀγρὸν πρὸς ἀγρὸν ἐγγίζοντες, ἵνα τοῦ πλησίον ἀφέλωνταί τι. μὴ οἰκήσετε μόνοι ἐπὶ τῆς γῆς;
Ησ. 5,8                      Αλλοίμονον εις εκείνους, οι οποίοι συνδέουν την οικίαν των εις την οικίαν του άλλου και τον αγρόν των με τον αγρόν του άλλου, δια να αφαιρέσουν κάτι από την ιδιοκτηοίαν του πλησίον! Μηπως πρόκειται να κατοικήσετε μόνοι σεις και δια παντός επάνω εις την γην;
Ησ. 5,9              ἠκούσθη γὰρ εἰς τὰ ὦτα Κυρίου σαβαὼθ ταῦτα· ἐὰν γὰρ γένωνται οἰκίαι πολλαί, εἰς ἔρημον ἔσονται μεγάλαι καὶ καλαί, καὶ οὐκ ἔσονται οἱ ἐνοικοῦντες ἐν αὐταῖς.
Ησ. 5,9                      Αι πονηρίαι και αι αδικίαι αυταί έφθασαν εις τα ώτα Κυρίου του παντοκράτορος, ο οποίος και είπε· “και εάν ακόμη οικοδομηθούν πολλαί και περισσότεραι οικίαι, μεγάλαι και ωραίαι, θα προορισθούν δια την καταστροφήν και την ερήμωσιν. Κανείς δεν θα υπάρχη, που θα κατοική εις αυτάς!
Ησ. 5,10            οὗ γὰρ ἐργῶνται δέκα ζεύγη βοῶν, ποιήσει κεράμιον ἕν, καὶ ὁ σπείρων ἀρτάβας ἓξ ποιήσει μέτρα τρία.
Ησ. 5,10                    Αγρός, τον οποίον ώργωσαν δέκα ζεύγη βοϊδιών, θα αποδώση καρπόν, ο οποίος μόλις και θα γεμίζη μίαν μόνην στάμναν. Και εκείνος ο οποίος στους αγρούς του έσπειρεν εξ αρτάβας, θα λάβη ως απόδοσιν το ήμισυ αυτών, τρία μέτρα.
Ησ. 5,11            Οὐαὶ οἱ ἐγειρόμενοι τὸ πρωΐ, καὶ τὰ σίκερα διώκοντες, οἱ μένοντες τὸ ὀψέ· ὁ γὰρ οἶνος αὐτοὺς συγκαύσει.
Ησ. 5,11                     Αλλοίμονον εις εκείνους, οι οποίοι εξυπνούν πρωϊ-πρωϊ και επιζητούν τα οινοπνευματώδη ποτά, και εις εκείνους, οι οποίοι μένουν αργά το βράδυ πίνοντες οίνον· ο οίνος θα τους κατακαύση.
Ησ. 5,12            μετὰ γὰρ κιθάρας καὶ ψαλτηρίου καὶ τυμπάνων καὶ αὐλῶν τὸν οἶνον πίνουσι, τὰ δὲ ἔργα Κυρίου οὐκ ἐμβλέπουσι καὶ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν αὐτοῦ οὐ κατανοοῦσι.
Ησ. 5,12                    Πινουν το κρασί των με τον ήχον της κιθάρας και της ναύλας και των τύμπανων και των αυλών· τας εντολάς όμως του Κυρίου τας παραβλέπουν και δεν προσέχουν να εννοήσουν τα έργα του Θεού.
Ησ. 5,13            τοίνυν αἰχμάλωτος ὁ λαός μου ἐγενήθη διὰ τὸ μὴ εἰδέναι αὐτοὺς τὸν Κύριον, καὶ πλῆθος ἐγενήθη νεκρῶν διὰ λιμὸν καὶ δίψος ὕδατος.
Ησ. 5,13                     Δια την ασωτίαν, λοιπόν, αυτήν και ασέβειάν του ο λαός θα γίνη αιχμάλωτος και πολλοί από αυτούς θα πεθάνουν, άλλοι μεν από την έλλειψιν ψωμιού και άλλοι από την έλλειψιν ύδατος.
Ησ. 5,14            καὶ ἐπλάτυνεν ὁ ᾅδης τὴν ψυχὴν αὐτοῦ καὶ διήνοιξε τὸ στόμα αὐτοῦ τοῦ μὴ διαλιπεῖν, καὶ καταβήσονται οἱ ἔνδοξοι καὶ οἱ μεγάλοι καὶ οἱ πλούσιοι καὶ οἱ λοιμοὶ αὐτῆς.
Ησ. 5,14                    Ηυφράνθη η ψυχή του άδου, ήνοιξεν αυτός το στόμα του, ώστε να μη σταματήση καταβροχθίζων. Εκεί θα κατεβούν οι ένδοξοι της γης, οι μεγάλοι, οι πλούσιοι, οι πονηροί και διεφθαρμένοι άνθρωποι αυτής της πόλεως.
Ησ. 5,15            καὶ ταπεινωθήσεται ἄνθρωπος, καὶ ἀτιμασθήσεται ἀνήρ, καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ οἱ μετέωροι ταπεινωθήσονται.
Ησ. 5,15                     Θα ταπεινωθή ο κάθε αμαρτωλός άνθρωπος, θα εξευτελισθή ο επίσημος ανήρ, θα ταπεινωθούν τα υπερήφανα ματία, που με αλαζονείαν εκύταζαν υψηλά.
Ησ. 5,16            καὶ ὑψωθήσεται Κύριος σαβαὼθ ἐν κρίματι, καὶ ὁ Θεὸς ὁ ἅγιος δοξασθήσεται ἐν δικαιοσύνῃ.
Ησ. 5,16                    Θα υψωθή όμως και θα δοξασθή ο Κυριος των δυνάμεων με την δικαίαν αυτήν κρίσιν και τιμωρίαν· και ο Θεός ο άγιος θα υψωθή εν τη δικαιοσύνη αυτού.
Ησ. 5,17            καὶ βοσκηθήσονται οἱ διηρπασμένοι ὡς ταῦροι, καὶ τὰς ἐρήμους τῶν ἀπειλημμένων ἄρνες φάγονται.
Ησ. 5,17                     Και οι αιχμάλωτοι Ιουδαίοι θα βόσκουν στον τόπον της εξοριας των, όπως τα ζώα, όπως οι ταύροι· εις δε τας ερήμους περιοχάς της πατρίδος των θα βόσκουν αρνιά.
Ησ. 5,18            οὐαὶ οἱ ἐπισπώμενοι τὰς ἁμαρτίας ὡς σχοινίῳ μακρῷ καὶ ὡς ζυγοῦ ἱμάντι δαμάλεως τὰς ἀνομίας,
Ησ. 5,18                    Αλλοίμονον εις εκείνους, οι οποίοι σύρουν επάνω των, ως εις ατελείωτον σχοινίον, πολυάριθμους αμαρτίας, εις εκείνους οι οποίοι πολλαπλασιάζουν και εκτείνουν, ως μακρόν λωρίον ζυγού δαμάλεως, τας αμαρτίας των!
Ησ. 5,19            οἱ λέγοντες· τὸ τάχος ἐγγισάτω ἃ ποιήσει, ἵνα ἴδωμεν, καὶ ἐλθάτω ἡ βουλὴ τοῦ ἁγίου Ἰσραήλ, ἵνα γνῶμεν.
Ησ. 5,19                    Αλλοιμονον εις εκείνους, οι οποίοι καταφρονητικώς λέγουν· “ας έλθουν, λοιπόν, σύντομα εκείνα, τα οποία ο Κυριος απειλεί να κάμη, δια να τα ίδωμεν. Ας πραγματοποιηθ η απειλητική απόφασις του αγίου του Ισραήλ, δια ν Α την γνωρίσωμεν”!
Ησ. 5,20            Οὐαὶ οἱ λέγοντες τὸ πονηρὸν καλὸν καὶ τὸ καλὸν πονηρόν, οἱ τιθέντες τὸ σκότος φῶς καὶ τὸ φῶς σκότος, οἱ τιθέντες τὸ πικρὸν γλυκὺ καὶ τὸ γλυκὺ πικρόν.
Ησ. 5,20                    Αλλοίμονον εις εκείνους, οι ποίοι λέγουν το κακόν ως καλόν και το καλόν ως κακόν, και οι οποίοι με την ζωήν και την πράξιν των παρουσιάζουν το σκότος ως φως και το φως ως σκότος! Αυτοί οι οποίοι προβάλλουν απατηλώς το πικρόν ως γλυκύ και το γλυκύ ως πικρόν!
Ησ. 5,21            Οὐαὶ οἱ συνετοὶ ἐν ἑαυτοῖς καὶ ἐνώπιον αὐτῶν ἐπιστήμονες.
Ησ. 5,21                    Αλλοιμονον εις εκείνους, οι οποίοι φρονούν ότι είναι σοφοί και συνετοί, οι οποίοι αυτοπαρουσιάζονται εις τα μάτια των ως σοφοί και επιστήμονες γνωρίζοντες τάχα ακριβώς τα πάντα!
Ησ. 5,22            οὐαὶ οἱ ἰσχύοντες ὑμῶν, οἱ πίνοντες τὸν οἶνον καὶ οἱ δυνάσται οἱ κεραννύντες τὰ σίκερα,
Ησ. 5,22                    Αλλοίμονον στους άρχοντάς, σας, οι οποίοι πίνουν τον οίνον καθ υπερβολήν! Αλλοίμονον εις αυτούς, που κυριαρχούν επάνω σας, και σας καταδυναστεύουν και οι οποίοι κατασκευάζουν και συνθέτουν οινοπνευματώδη μεθυστικά ποτά δια τον εαυτόν των!
Ησ. 5,23            οἱ δικαιοῦντες τὸν ἀσεβῆ ἕνεκεν δώρων καὶ τὸ δίκαιον τοῦ δικαίου αἴροντες.
Ησ. 5,23                    Αλλοίμονον εις εκείνους, οι οποίοι κηρύσσουν τον ασεβή και ένοχον ως αθώον, διότι έλαβον δώρα, και έτσι αφαιρούν και καταπατύύν το δίκαιον από τον αθώον και ενάρετον.
Ησ. 5,24            διὰ τοῦτο ὃν τρόπον καυθήσεται καλάμη ὑπὸ ἄνθρακος πυρὸς καὶ συγκαυθήσεται ὑπὸ φλογὸς ἀνειμένης, ἡ ῥίζα αὐτῶν ὡς χνοῦς ἔσται καὶ τὸ ἄνθος αὐτῶν ὡς κονιορτὸς ἀναβήσεται· οὐ γὰρ ἠθέλησαν τὸν νόμον Κυρίου σαβαώθ, ἀλλὰ τὸ λόγιον τοῦ ἁγίου Ἰσραὴλ παρώξυναν.
Ησ. 5,24                    Δια τούτο, όπως η καλαμιά κατακαίεται από αναμμένον κάρβουνον, κατακαίεται και γίνεται στάκτη από αναμμένην φλόγα, έτσι θα γίνη χνούδι και θα διασκορπισθή η ρίζα των ανθρώπων αυτών, και το άνθος των θα ανεβή ως κονιορτός στον αέρα και θα εξαφανισθή. Θα πάθουν αυτά, διότι δεν ηγάπησαν και δεν ηθέλησαν τον νόμον Κυρίου του παντοκράτορος, αλλά κατεφρόνησαν τον λόγον του αγίου Θεού του Ισραήλ και προεκάλεσαν έτσι την οργήν του εναντίον των.
Ησ. 5,25            καὶ ἐθυμώθη ὀργῇ Κύριος σαβαὼθ ἐπὶ τὸν λαὸν αὐτοῦ, καὶ ἐπέβαλε τὴν χεῖρα αὐτοῦ ἐπ᾿ αὐτοὺς καὶ ἐπάταξεν αὐτούς, καὶ παρωξύνθη τὰ ὄρη, καὶ ἐγενήθη τὰ θνησιμαῖα αὐτῶν ὡς κοπρία ἐν μέσῳ ὁδοῦ. καὶ ἐν πᾶσι τούτοις οὐκ ἀπεστράφη ὁ θυμὸς αὐτοῦ, ἀλλὰ ἔτι ἡ χεὶρ ὑψηλή.
Ησ. 5,25                    Και εθύμωσε με μεγάλην οργήν ο Κυριος των δυνάμεων εναντίον του λαού του. Απλωσε την τιμωρόν χείρα του· τους εκτύπησε και συνεκλονίσθησαν τα όρη από τον σεισμόν, τα δε πτώματα των φονευθέντων κατά τον πόλεμον έγιναν ωσάν κοπριά, αποσυντεθειμένα στο μέσον των οδών. Και παρ' όλας αυτάς τας τιμωρίας, διότι εκείνοι δεν μετενόησαν, δεν απεμακρύνθη ο θυμός του Κυρίου, αλλά είναι ακόμη υψωμένη η παντοδύναμος χειρ του, δια να επιπέση εναντίον των παρανόμων.
Ησ. 5,26            τοιγαροῦν ἀρεῖ σύσσημον ἐν τοῖς ἔθνεσι τοῖς μακρὰν καὶ συριεῖ αὐτοὺς ἀπ᾿ ἄκρου τῆς γῆς, καὶ ἰδοὺ ταχὺ κούφως ἔρχονται·
Ησ. 5,26                    Και λοιπόν θα ύψωση και θα δώση ο Κυριος σημείον εις τα εχθρικά ειδωλολατρικά έθνη, που ευρίσκονται μακράν, θα σφυρίξη, δια να ακουσθή από λαούς, που υπάρχουν εις τα άκρα του κόσμου, ώστε εκείνοι να προσέλθουν· και ιδού, έρχονται ταχύτατα, ως εάν έχουν πτερά.
Ησ. 5,27            οὐ πεινάσουσιν οὐδὲ κοπιάσουσιν οὐδὲ νυστάξουσιν οὐδὲ κοιμηθήσονται, οὐδὲ λύσουσι τὰς ζώνας αὐτῶν ἀπὸ τῆς ὀσφύος αὐτῶν, οὐδὲ μὴ ῥαγῶσιν οἱ ἱμάντες τῶν ὑποδημάτων αὐτῶν·
Ησ. 5,27                    Ερχονται με τόσην ορμήν, με τέτοιο μένος, ώστε δεν θα αισθανθούν πείναν, ούτε θα καταβληθούν από τον κόπον, ούτε θα αργοπορήσουν από νυσταγμόν, δεν θα κοιμηθούν στον δρόμον των, ούτε θα λύσουν από την μέσην των τας ζώνας, ούτε θα διαρραγούν τα λουριά των υποδημάτων των.
Ησ. 5,28            ὧν τὰ βέλη ὀξέα ἐστὶ καὶ τὰ τόξα αὐτῶν ἐντεταμένα, οἱ πόδες τῶν ἵππων αὐτῶν ὡς στερεὰ πέτρα ἐλογίσθησαν, οἱ τροχοὶ τῶν ἁρμάτων αὐτῶν ὡς καταιγίς.
Ησ. 5,28                    Αυτών των φοβερών εχθρών τα βέλη είναι οξέα και τα τόξα των τεντωμένα, έτοιμα να εκσφενδονίσουν τα βέλη. Τα πόδια των ίππων των εθεωρήθησαν στερεά σαν πέτρα, και οι ρόδες των πολεμικών αρμάτων των τρέχουν ταχύτατα και ανεμπόδιστα, ωσάν η καταιγίς.
Ησ. 5,29            ὁρμῶσιν ὡς λέοντες καὶ παρέστηκαν ὡς σκύμνοι λέοντος· καὶ ἐπιλήψεται καὶ βοήσει ὡς θηρίον καὶ ἐκβαλεῖ, καὶ οὐκ ἔσται ὁ ῥυόμενος αὐτούς.
Ησ. 5,29                    Ορμούν κατά την μάχην ωσάν ληοντάρια, ευρίσκονται εμπρός εις την πρώτην γραμμήν σαν νεαρά ληοντάρια και ο φοβερός αυτός εχθρός ως θηρίον συλλαμβάνει το θήραμά του και βρυχάται επάνω από αυτό, το μεταφέρει στο κρησφύγετόν του. Κανείς δεν θα ημπορέση να τους αποσπάση και τους γλυτώση από το στόμα των.
Ησ. 5,30            καὶ βοήσει δι᾿ αὐτοὺς τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ὡς φωνὴ θαλάσσης κυμαινούσης· καὶ ἐμβλέψονται εἰς τὴν γῆν, καὶ ἰδοὺ σκότος σκληρὸν ἐν τῇ ἀπορίᾳ αὐτῶν.
Ησ. 5,30                    Ως θάλασσά, που αναταράσσεται από την δύναμιν των ανέμων και βοούν τα κύματα της, έτσι και ο εχθρός θα φωνάξη δυνατά εναντίον αυτών. Και εκείνοι θα στρέψουν ικετευτικά και ερευνητικα τα βλέμματα των εις την γην, αναζητούντες βοήθειαν, και ιδού τρομερόν σκότος θα είναι η απάντησις εις την απελπιστικήν συμφοράν των.


ΗΣΑΪΑΣ 6

Ησ. 6,1              Καὶ ἐγένετο τοῦ ἐνιαυτοῦ, οὗ ἀπέθανεν Ὀζίας ὁ βασιλεύς, εἶδον τὸν Κύριον καθήμενον ἐπὶ θρόνου ὑψηλοῦ καὶ ἐπῃρμένου, καὶ πλήρης ὁ οἶκος τῆς δόξης αὐτοῦ.
Ησ. 6,1                       Κατά το έτος εκείνο, κατά το οποίον απέθανεν ο βασιλεύς Οζίας, είδον εν οράματι τον Κυριον να κάθεται επάνω εις ένα θρόνον υψηλόν και μετέωρον· και είδα ακόμη να είναι γεμάτος από απερίγραπτον δόξαν ο ναός αυτός.
Ησ. 6,2              καὶ Σεραφὶμ εἱστήκεισαν κύκλῳ αὐτοῦ, ἓξ πτέρυγες τῷ ἑνὶ καὶ ἓξ πτέρυγες τῷ ἑνί, καὶ ταῖς μὲν δυσὶ κατεκάλυπτον τὸ πρόσωπον, ταῖς δὲ δυσὶ κατεκάλυπτον τοὺς πόδας καὶ ταῖς δυσὶν ἐπέταντο.
Ησ. 6,2                      Γυρω από τον ένδοξον αυτόν θρόνον ίσταντο τα Σεραφίμ εξ πτέρυγες είχε το καθένα από αυτά· με τας δύο πτέρυγας εσκέπαζαν τελείως το πρόσωπον των, με τας δύο άλλας εσκέπαζον τους πόδας των και με τας δύο άλλας επετούσαν.
Ησ. 6,3              καὶ ἐκέκραγεν ἕτερος πρὸς τὸν ἕτερον καὶ ἔλεγον· ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος σαβαώθ, πλήρης πᾶσα ἡ γῆ τῆς δόξης αὐτοῦ.
Ησ. 6,3                      Και εφωναζε δυνατά ο ένας άγγελος προς τον άλλον και έλεγαν· “άγιος, άγιος, άγιος είναι ο Κυριος ο παντοκράτωρ, γεμάτη είναι όλη η γη από την υπερλαμπρον δόξαν του”!
Ησ. 6,4              καὶ ἐπήρθη τὸ ὑπέρθυρον ἀπὸ τῆς φωνῆς, ἧς ἐκέκραγον, καὶ ὁ οἶκος ἐπλήσθη καπνοῦ.
Ησ. 6,4                      Από δε την δύναμιν και την βοήν των φωνών, με τας οποίας εκραύγαζαν, εσηκώθη υψηλότερα ο γείσος του ναού και όλος ο ναός εγέμισεν από καπνόν του θυσιαστηρίου του θυμιάματος.
Ησ. 6,5              καὶ εἶπον· ὦ τάλας ἐγώ, ὅτι κατανένυγμαι, ὅτι ἄνθρωπος ὢν καὶ ἀκάθαρτα χείλη ἔχων, ἐν μέσῳ λαοῦ ἀκάθαρτα χείλη ἔχοντος ἐγὼ οἰκῶ καὶ τὸν βασιλέα Κύριον σαβαὼθ εἶδον τοῖς ὀφθαλμοῖς μου.
Ησ. 6,5                      Και είπα εγώ τότε· “ω ταλαίπωρος εγώ! Εχω συγκλονισθή ολόκληρος, διότι, ενώ είμαι άνθρωπος αμαρτωλός και έχω ακάθαρτα χείλη και κατοικώ ανάμεσα εις λαόν, που έχει επίσης ακάθαρτα χείλη, ιδού ότι εγώ ο ανάξιος είδον με τα μάτια μου τον βασιλέα και Κυριον των δυνάμεων”!
Ησ. 6,6              καὶ ἀπεστάλη πρός με ἓν τῶν Σεραφίμ, καὶ ἐν τῇ χειρὶ εἶχεν ἄνθρακα, ὃν τῇ λαβίδι ἔλαβεν ἀπὸ τοῦ θυσιαστηρίου,
Ησ. 6,6                      Τοτε εστάλη προς εμέ από τον Κυριον ένα από τα Σεραφίμ· και είχεν στο χέρι του αναμμένον άνθρακα, τον οποίον με την λαβίδα είχε λάβει από το θυσιαστήριον.
Ησ. 6,7              καὶ ἥψατο τοῦ στόματός μου καὶ εἶπεν· ἰδοὺ ἥψατο τοῦτο τῶν χειλέων σου καὶ ἀφελεῖ τὰς ἀνομίας σου καὶ τὰς ἁμαρτίας σου περικαθαριεῖ.
Ησ. 6,7                      Ηγγισε το στόμα μου και είπεν· “ιδού, αυτό ήγγισε τα χείλη σου και θα αφαιρέση τας ανομίας σου και θα καθαρίση τελείως και θα απαλείψη από σε τας αμαρτίας σου”.
Ησ. 6,8              καὶ ἤκουσα τῆς φωνῆς Κυρίου λέγοντος· τίνα ἀποστείλω, καὶ τίς πορεύσεται πρὸς τὸν λαὸν τοῦτον; καὶ εἶπα· ἰδοὺ ἐγώ εἰμι· ἀπόστειλόν με.
Ησ. 6,8                      Και τότε ήκουσα την φωνήν του Κυρίου, που έλεγε· “ποίον να αποστείλω; Ποιός θα πορευθή προς τον λαόν αυτόν;” Και εγώ είπα· “ιδού, εγώ είμαι πρόθυμος να πορευθώ· στείλε με, Κυριε”.
Ησ. 6,9              καὶ εἶπε· πορεύθητι καὶ εἰπὸν τῷ λαῷ τούτῳ· ἀκοῇ ἀκούσετε καὶ οὐ μὴ συνῆτε καὶ βλέποντες βλέψετε καὶ οὐ μὴ ἴδητε·
Ησ. 6,9                      Η φωνή του Κυρίου μου είπε· “πήγαινε και είπε στον λαόν αυτόν· Συνεχώς και καθαρά θα ακούετε και δεν θα εννοήτε, θα βλέπετε με τα μάτια του σώματός σας θαυμαστά και καταπληκτικά γεγονότα, αλλά δεν θα τα προσέχετε.
Ησ. 6,10            ἐπαχύνθη γὰρ ἡ καρδία τοῦ λαοῦ τούτου, καὶ τοῖς ὠσὶν αὐτῶν βαρέως ἤκουσαν καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν ἐκάμμυσαν μήποτε ἴδωσι τοῖς ὀφθαλμοῖς καὶ τοῖς ὠσὶν ἀκούσωσι καὶ τῇ καρδίᾳ συνῶσι, καὶ ἐπιστρέψωσι, καὶ ἰάσομαι αὐτούς.
Ησ. 6,10                    Και τούτο, διότι η καρδία του λαού αυτού έγινε χονδρή και σκληρά. Με τα αυτιά του σώματος και της ψυχής ήκουσαν βαρειά τα θεία λόγια· έκλεισαν τα μάτια της διανοίας των, δια να μη ιδούν με τα ματία των τα θαυμαστά πράγματα, να μη οικούσουν τα λόγια μου με τα αυτιά των, ώστε να τα εννοήσουν, να μετανοήσουν και να επιστρέψουν εις εμέ, εγώ δε να τους θεραπεύσω”.
Ησ. 6,11            καὶ εἶπα· ἕως πότε Κύριε; καὶ εἶπεν· ἕως ἂν ἐρημωθῶσι πόλεις παρὰ τὸ μὴ κατοικεῖσθαι καὶ οἶκοι παρὰ τὸ μὴ εἶναι ἀνθρώπους, καὶ ἡ γῆ καταλειφθήσεται ἔρημος.
Ησ. 6,11                     Εγώ τότε ηρώτησαν· “έως πότε, Κυριε, θα παραταθή αυτή η κατάστασις και η δικαία οργή σου;” Και εκείνος μου είπε· “μέχρις ότου ερημωθούν αι πόλεις, διότι δεν θα υπάρχουν οι κατοικούντες εις αυτάς· ερημωθούν και οι οίκοι, διότι δεν θα υπάρχουν άνθρωποι· η δε γη θα εγκαταλειφθή έρημος και ακαλλιέργητος”.
Ησ. 6,12            καὶ μετὰ ταῦτα μακρυνεῖ ὁ Θεὸς τοὺς ἀνθρώπους, καὶ πληθυνθήσονται οἱ ἐγκαταλειφθέντες ἐπὶ τῆς γῆς·
Ησ. 6,12                    Και μετά ταύτα θα απομακρύνη και θα στείλη εις εξοριαν ο Θεός τους αμετανοήτους ανθρώπους, θα πληθυνθούν δε εκείνοι, οι οποίοι θα μείνουν οπίσω εις την χώραν της Ιουδαίας.
Ησ. 6,13            καὶ ἔτι ἐπ᾿ αὐτῆς ἔστι τὸ ἐπιδέκατον, καὶ πάλιν ἔσται εἰς προνομὴν ὡς τερέβινθος καὶ ὡς βάλανος, ὅταν ἐκπέσῃ ἐκ τῆς θήκης αὐτῆς.
Ησ. 6,13                    Και τώρα ακόμη υπάρχει εις την χώραν του Ισραήλ το δέκατον του πληθυσμού, αλλά και αυτό πάλιν θα είναι εις λεηλασίαν και εις ερημωσιν, ωσάν την τερέβινθον, που της μαδούν τα φύλλα, και ώσαν το βελανίδι, όταν πέση από την θήκην του, τροφή στους χοίρους.

ΗΣΑΪΑΣ 7

Ησ. 7,1              Καὶ ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις Ἄχαζ τοῦ Ἰωάθαμ τοῦ υἱοῦ Ὀζίου βασιλέως Ἰούδα, ἀνέβη Ῥασεὶμ βασιλεὺς Ἀρὰμ καὶ Φακεὲ υἱὸς Ῥομελίου βασιλεὺς Ἰσραὴλ ἐπὶ Ἱερουσαλὴμ πολεμῆσαι αὐτὴν καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν πολιορκῆσαι αὐτήν.
Ησ. 7,1                       Κατά τας ημέρας του βασιλέως Αχαζ, υιού του Ιωάθαμ, όστις ήτο υός του Οζίου βασιλέως των Ιουδαίων, επήλθεν ο Ρασείμ, ο βασιλεύς του Αραμαϊκού κράτους, και ο Φακεέ, ο υιός του Ρομελίου, βασιλέως των Ισραηλιτών, εναντίον της Ιερουσαλήμ, δια να πολεμήσουν και την καταλάβουν αλλά δεν ημπόρεσαν να την κυριεύσουν.
Ησ. 7,2              καὶ ἀνηγγέλη εἰς τὸν οἶκον Δαυὶδ λέγων· συνεφώνησεν Ἀρὰμ πρὸς τὸν Ἐφραίμ· καὶ ἐξέστη ἡ ψυχὴ αὐτοῦ καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ, ὃν τρόπον ἐν δρυμῷ ξύλον ὑπὸ πνεύματος σαλευθῇ.
Ησ. 7,2                      Ανηγγέλθησαν δε στον βασιλικόν οίκον του Δαβίδ, ότι το Αραμαϊκόν κράτος συνεμάχησε με το βασίλειον των Ισραηλιτών εναντίον αυτών. Εταράχθη ο βασιλεύς και όλος ο βασιλικός οίκος και όλος ο λαός των Ιουδαίων, όπως ταράσσονται και τρέμουν οι κλάδοι και τα φύλλα των δένδρων ενός δάσους, όταν πνεύση άνεμος.
Ησ. 7,3              καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Ἡσαΐαν· ἔξελθε εἰς συνάντησιν Ἄχαζ σὺ καὶ ὁ καταλειφθεὶς Ἰασοὺβ ὁ υἱός σου πρὸς τὴν κολυμβήθραν τῆς ἄνω ὁδοῦ τοῦ ἀγροῦ τοῦ κναφέως
Ησ. 7,3                      Είπε τότε ο Κυριος προς τον Ησαΐαν· έβγα εις συνάντησιν του Αχαζ συ και ο απομείνας κοντά σου υιός σου Ιασούβ, του οποίου το όνομα σημαίνει “το κατάλειμμα θα επιστρέψη”. Θα τον συνάντησης πλησίον της δεξαμενής, η οποία ευρίσκεται στο άνω μέρος της οδού, που οδηγεί στον αγρόν του λευκαντού.
Ησ. 7,4              καὶ ἐρεῖς αὐτῷ· φύλαξαι τοῦ ἡσυχάσαι καὶ μὴ φοβοῦ, μηδὲ ἡ ψυχή σου ἀσθενείτω ἀπὸ τῶν δύο ξύλων τῶν δαλῶν τῶν καπνιζομένων τούτων· ὅταν γὰρ ὀργὴ τοῦ θυμοῦ μου γένηται, πάλιν ἰάσομαι.
Ησ. 7,4                      Θα είπης εκεί προς τον Αχαζ· φυλάξου και ησύχασε, μη φοβείσαι· ας μη αποκαρδιωθής εξ αιτίας των δύο αυτών εσβεσμένων δαυλών, που καπνίζουν, του βασιλέως Φακεέ και του Ρασείμ, διότι, όταν η δικαία τιμωρία της οργής του θυμού μου πραγματοποιηθή πλέον εναντίον σας, εγώ πάλιν θα σας ανορθώσω και θα σας προστατεύσω.
Ησ. 7,5              καὶ ὁ υἱὸς τοῦ Ἀρὰμ καὶ ὁ υἱὸς τοῦ Ῥομελίου, ὅτι ἐβουλεύσαντο βουλὴν πονηρὰν περὶ σοῦ λέγοντες·
Ησ. 7,5                      Ως προς δε τον Ρασείμ, βασιλέα των Αραμαίων και τον Φακεέ, υιόν του Ρομελίου, επειδή αυτοί εσκέφθησαν και απεφάσισαν ενάντιόν σου κακά και ολέθρια, λέγοντες
Ησ. 7,6              ἀναβησόμεθα εἰς τὴν Ἰουδαίαν καὶ συλλαλήσαντες αὐτοῖς, ἀποστρέψομεν αὐτοὺς πρὸς ἡμᾶς καὶ βασιλεύσομεν αὐτοῖς τὸν υἱὸν Ταβεήλ·
Ησ. 7,6                      θα επέλθωμεν εναντίον της Ιουδαίας, θα συνομιλήσωμεν με αυτούς, θα τους απειλήσωμεν και έτσι, χωρίς καν να πολεμήσωμεν, θα τους γυρίσωμεν προς το μέρος μας και θα καταστήσωμεν βασιλέα εις αυτούς τον υιόν του Ταβεήλ,
Ησ. 7,7              τάδε λέγει Κύριος σαβαώθ· οὐ μὴ μείνῃ ἡ βουλὴ αὕτη οὐδὲ ἔσται·
Ησ. 7,7                      αυτά, λοιπόν, λέγει ο Κυριος, ο παντοκράτωρ· Δεν θα πραγματοποιηθή η κακή απόφασίς των ούτε και θα ευοδωθή το σχέδιόν των.
Ησ. 7,8              ἀλλ᾿ ἡ κεφαλὴ Ἀρὰμ Δαμασκὸς καὶ ἡ κεφαλὴ Δαμασκοῦ Ῥασεὶμ - ἀλλ᾿ ἔτι ἑξήκοντα καὶ πέντε ἐτῶν ἐκλείψει ἡ βασιλεία Ἐφραὶμ ἀπὸ λαοῦ -
Ησ. 7,8                      Διότι πρωτεύουσα του Αραμαϊκού κράτους θα είναι η Δαμασκός, ο δε Ρασείμ θα είναι βασιλεύς μόνον της Δαμασκού. Ως προς δε το βασίλειον του Ισραήλ θα υπάρξη ακόμη επί εξηκοντα πέντε έτη, οπότε πλέον θα λείψη ο λαός από το βασίλειον αυτό.
Ησ. 7,9              καὶ ἡ κεφαλὴ Ἐφραὶμ Σομόρων, καὶ ἡ κεφαλὴ Σομόρων υἱὸς τοῦ Ῥομελίου· καὶ ἐὰν μὴ πιστεύσητε, οὐδὲ μὴ συνιῆτε. -
Ησ. 7,9                      Επί του παρόντος πρωτεύουσα του βασιλείου αυτού θα είναι η Σαμάρεια και βασιλεύς της Σαμαρείας θα είναι ο υιός του Ρομελίου. Εάν όμως σεις δεν πυστεύσετε στον Κυριον και δεν παραδεχθήτε τους λόγους του, ποτέ δεν θα εννοήσετε ούτε την θέσιν, που ευρίσκεσθε, ούτε τον τρόπον της ασφαλείας σας”.
Ησ. 7,10            Καὶ προσέθετο Κύριος λαλῆσαι τῷ Ἄχαζ λέγων·
Ησ. 7,10                    Ωμίλησεν ο Κυριος και πάλιν προς τον Αχαζ και είπε·
Ησ. 7,11            αἴτησαι σεαυτῷ σημεῖον παρὰ Κυρίου Θεοῦ σου εἰς βάθος ἢ εἰς ὕψος.
Ησ. 7,11                     “εις πιστοποίησιν αυτών, που σου είπα, ζήτησε να γίνη κάποιο θαύμα από τον Κυριον τον Θεόν σου είτε εις τα βάθη της γης είτε εις τα ύψη του ουρανού”.
Ησ. 7,12            καὶ εἶπεν Ἄχαζ· οὐ μὴ αἰτήσω οὐδ᾿ οὐ μὴ πειράσω Κύριον.
Ησ. 7,12                    Ο Αχαζ όμως απήντησε· “δεν πρόκειται εγώ να ζητήσω τέτοιο θαύμα και να θέσω τρόπον τινά τον Κυριον εις πειρασμόν”.
Ησ. 7,13            καὶ εἶπεν· ἀκούσατε δή, οἶκος Δαυίδ· μὴ μικρὸν ὑμῖν ἀγῶνα παρέχειν ἀνθρώποις; καὶ πῶς Κυρίῳ παρέχετε ἀγῶνα;
Ησ. 7,13                     Είπε τότε ο προφήτης Ησαΐας εκ μέρους του Θεού· “ακούσατε, λοιπόν, όλοι σεις οι άνθρωποι της βασιλικής οικογενείας του Δαβίδ. Είναι μικρόν ζήτημα να παρέχετε πράγματα και αφορμάς στενοχωρίας στους ανθρώπους; Πως, λοιπόν, τολμάτε να στενοχωρήτε τον Κυριον με την απιστίαν και ανυπακοην σας;
Ησ. 7,14            διὰ τοῦτο δώσει Κύριος αὐτὸς ὑμῖν σημεῖον· ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει, καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ·
Ησ. 7,14                    Δια τούτο θα δώση ο ίδιος ο Κυριος εις σας σημείον, θαύμα μέγα και καταπληκτικόν. Ιδού, η παρθένος θα συλλάβη υπερφυσικώς και θα γεννήση υιόν και το όνομα του υιού της αυτού θα είναι Εμμανουήλ, που σημαίνει ο Θεός μαζή μας.
Ησ. 7,15            βούτυρον καὶ μέλι φάγεται· πρὶν ἢ γνῶναι αὐτὸν ἢ προελέσθαι πονηρά, ἐκλέξεται τὸ ἀγαθόν·
Ησ. 7,15                     Ο Εμμανουήλ θα τρώγη βούτυρον και μέλι, όπως και τα άλλα παιδιά, θα ανατραφή όπως και εκείνα. Πριν όμως έλθη εις την ηλικίαν, κατά την οποίαν θα είναι εις θέσιν να διακρίνη το καλόν από το κακόν, θα εκλέγη πάντοτε το αγαθόν, διότι δεν υπάρχει εις αυτό η κακή κληρονομικότης και κλίσις.
Ησ. 7,16            διότι πρὶν ἢ γνῶναι τὸ παιδίον ἀγαθὸν ἢ κακόν, ἀπειθεῖ πονηρίᾳ τοῦ ἐκλέξασθαι τὸ ἀγαθόν, καὶ καταλειφθήσεται ἡ γῆ, ἣν σὺ φοβῇ, ἀπὸ προσώπου τῶν δύο βασιλέων.
Ησ. 7,16                    Διότι, επαναλαμβάνω, πριν ακόμη το παιδίον κατανόηση και είναι εις θέσιν να διακρίνη μεταξύ αγαθού και κακού, θα απειθή εις κάθε πονηρίαν, δια να εκλέγη και προτιμά πάντοτε το αγαθόν. Η υπερφυσική γέννησις και αρετή του παιδίου θα είναι το σημείον, που θα εγγυηθή, ότι θα μείνη ανέπαφος η χώρα, δια την οποίαν συ ο Αχαζ φοβείσαι εξ αιτίας των δύο βασιλέων, που επέδραμαν εναντίον σου.
Ησ. 7,17            ἀλλὰ ἐπάξει ὁ Θεὸς ἐπὶ σὲ καὶ ἐπὶ τὸν λαόν σου καὶ ἐπὶ τὸν οἶκον τοῦ πατρός σου ἡμέρας, αἳ οὔπω ἥκασιν ἀφ᾿ ἧς ἡμέρας ἀφεῖλεν Ἐφραὶμ ἀπὸ Ἰούδα τὸν βασιλέα τῶν Ἀσσυρίων.
Ησ. 7,17                     Θα τιμωρήση ο Θεός τους δύο αυτούς επιδρομείς, αλλά θα εξαποστείλη και θα επιφέρη και ενάντιόν σου και ενάντιον του λαού σου και ενάντιον του βασιλικού οίκου του πατρός σου ημέρας τοιούτων συμφορών, αι οποίαι ποτέ έως τώρα δεν είχον επέλθει εις σας από την εποχήν, κατά την οποίαν εχωρίσθη το βασίλειον του Ισραήλ από το βασίλειον του Ιούδα. Θα εξαποστείλη εις όλεθρόν σας τον βασιλέα των Ασσυριων ενάντιον σας.
Ησ. 7,18            καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ συριεῖ Κύριος μυίαις, ὃ κυριεύει μέρος ποταμοῦ Αἰγύπτου, καὶ τῇ μελίσσῃ, ἥ ἐστιν ἐν χώρᾳ Ἀσσυρίων,
Ησ. 7,18                    Κατά την εποχήν, λοιπόν, εκείνην ο Κυριος θα σφυρίξη και θα προσκαλέση ωσάν πολυαρίθμους μυίγας τους Αιγυπτίους, οι οποίοι κυριαρχούν στο άνω μέρος του Νείλου, ποταμού της Αιγύπτου, και ώσαν σμήνη μελισσών τα πάνοπλα στρατεύματα των Ασσυρίων,
Ησ. 7,19            καὶ ἐλεύσονται πάντες καὶ ἀναπαύσονται ἐν ταῖς φάραγξι τῆς χώρας καὶ ἐν ταῖς τρώγλαις τῶν πετρῶν καὶ εἰς τὰ σπήλαια καὶ εἰς πᾶσαν ῥαγάδα καὶ ἐν παντὶ ξύλῳ.
Ησ. 7,19                    και θα επέλθουν εναντίον σας, θα καταλάβουν την χώραν σας και θα αναπαυθούν εις αυτήν, ως εάν είναι ιδική των, θα εισχωρήσουν παντού· εις τας φάραγγας της χώρας σας, εις τας τρώγλας των βράχων, εις τα σπήλαια των ορέων και γενικώς εις κάθε ρωγμήν και εις κάθε δένδρον.
Ησ. 7,20            ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ξυρήσει Κύριος τῷ ξυρῷ τῷ μεγάλῳ καὶ μεμεθυσμένῳ, ὅ ἐστι πέραν τοῦ ποταμοῦ βασιλέως Ἀσσυρίων, τὴν κεφαλὴν καὶ τὰς τρίχας τῶν ποδῶν, καὶ τὸν πώγωνα ἀφελεῖ.
Ησ. 7,20                    Κατά την τρομεράν εκείνην ημέραν της θείας τιμωρίας, χρησιμοποιών ο Κυριος ως όργανά του τα στρατεύματα των Ασσυρίων, τα πέραν του ποταμού και τον βασιλέα αυτών, θα ξυρίση ωσάν με μεγάλο κοπτερό ξυράφι του την κεφαλήν σας και τας τρίχας των ποδών σας· θα αφαιρέση τον πώγωνά σας προς μεγάλον εξευτελισμον σας· θα παραδώση εις όλεθρον την χώραν σας.
Ησ. 7,21            καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ θρέψει ἄνθρωπος δάμαλιν βοῶν καὶ δύο πρόβατα,
Ησ. 7,21                    Θα είναι τόσον μεγάλη η καταστροφή και η ερήμωσις κατά την περίοδον εκείνην, ώστε κάθε οικογενειάρχης, που θα απομείνη, θα θεωρή αρκετόν να διατρέφη μίαν μόνον δάμαλιν και δύο πρόβατα δια τας ανάγκας της οικογενείας του.
Ησ. 7,22            καὶ ἔσται ἀπὸ τοῦ πλεῖστον ποιεῖν, γάλα, βούτυρον καὶ μέλι φάγεται πᾶς ὁ καταλειφθεὶς ἐπὶ τῆς γῆς.
Ησ. 7,22                    Διότι τα ολίγα αυτά ζώα, λόγω της αφθόνου βοσκής των εις την ερημωμένην πλέον και ακαλλιέργητον γην θα παράγουν πολύ γάλα. Από το βούτυρον αυτών και από το άγριον μέλι θα τρώγη και θα συντηρήται κάθε άνθρωπος, ο οποίος θα έχη απολειφθή εις την ερημωμενην χώραν της Ιουδαίας.
Ησ. 7,23            καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνη πᾶς τόπος, οὗ ἐὰν ὦσι χίλιαι ἄμπελοι χιλίων σίκλων, εἰς χέρσον ἔσονται καὶ εἰς ἄκανθαν·
Ησ. 7,23                    Κατά την περίοδον εκείνην της καταστροφής και του ολέθρου θα συμβή, ώστε κάθε περιοχή, που είχε χιλίας αμπέλους, αι οποίαι απέδιδον εισόδημα χιλίων εβραϊκών σίκλων, θα γίνη χέρσος τόπος γεμάτος αγκάθια.
Ησ. 7,24            μετὰ βέλους καὶ τοξεύματος εἰσελεύσονται ἐκεῖ, ὅτι χέρσος καὶ ἄκανθα ἔσται πᾶσα ἡ γῆ.
Ησ. 7,24                    Θα αγριέψη ο τόπος, θα γίνη κατοικία αγρίων θηρίων, ώστε οι άνθρωποι θα εισέρχωνται εις αυτήν κρατούντες βέλη και τόξα, διότι αγρία και χέρσος και γεμάτη αγκάθια θα είναι όλη η χώρα της Ιουδαίας.
Ησ. 7,25            καὶ πᾶν ὄρος ἀροτριώμενον ἀροτριωθήσεται, καὶ οὐ μὴ ἐπέλθῃ ἐκεῖ φόβος· ἔσται γὰρ ἀπὸ τῆς χέρσου καὶ ἀκάνθης εἰς βόσκημα προβάτου καὶ καταπάτημα βοός.
Ησ. 7,25                    Δια τον φόβον των εχθρών οι Ιουδαίοι θα καλλιεργούν κάθε καλλιεργήσιμον τόπον επάνω εις τα βουνά, διότι εκεί δεν θα υπάρχη φόβος να επέλθουν οι εχθροί. Χερσοι και ακαλλιέργητοι θα γίνουν οι τόποι, γεμάτοι αγκάθια, Θα βόσκουν εις αυτούς τα πρόβατα και θα καταπατούνται, από τα βόϊδια.
ΗΣΑΪΑΣ 8

Ησ. 8,1              Καὶ εἶπε Κύριος πρός με· λάβε σεαυτῷ τόμον καινοῦ μεγάλου καὶ γράψον εἰς αὐτὸν γραφίδι ἀνθρώπου· τοῦ ὀξέως προνομὴν ποιῆσαι σκύλων· πάρεστι γάρ.
Ησ. 8,1                       Ο Κυριος μου είπε· “πάρε μαζή σου ένα πίνακα μεγάλον και καινούργιον· με γράμματα ευανάγνωστα και καταληπτά εις όλους γράψε δι' εκείνον, ο οποίος θα κάμη ταχείαν και ολοκληρωτικήν διανομήν λαφύρων. Ο καιρός της λαφυραγωγίας αυτής πλησιάζει, είναι παρών.
Ησ. 8,2              καὶ μάρτυράς μοι ποίησον πιστοὺς ἀνθρώπους, τὸν Οὐρίαν καὶ Ζαχαρίαν υἱὸν Βαραχίου.
Ησ. 8,2                      Ως μάρτυρας δε δια την προφητείαν αυτήν φέρε δύο αξιοπίστους ανθρώπους, τον Ουρίαν και τον Ζαχαρίαν, τον υιόν του Βαραχίου”.
Ησ. 8,3              καὶ προσῆλθον πρὸς τὴν προφῆτιν, καὶ ἐν γαστρὶ ἔλαβε καὶ ἔτεκεν υἱόν. καὶ εἶπε Κύριός μοι· κάλεσον τὸν ὄνομα αὐτοῦ Ταχέως σκύλευσον, ὀξέως προνόμευσον·
Ησ. 8,3                      Και ο Ησαΐας εξακολουθών λέγει· ήλθον εις ένωσιν με την σύζυγόν μου και αυτή συνέλαβε και εγέννησεν υιόν, ο δε Κυριος μου είπε· ονόμασε τον υόν σου, ταχέως λαφυραγώγησον, πλήρως και τελείως λεηλάτησον,
Ησ. 8,4              διότι πρὶν ἢ γνῶναι τὸ παιδίον καλεῖν πατέρα ἢ μητέρα, λήψεται δύναμιν Δαμασκοῦ καὶ τὰ σκῦλα Σαμαρείας ἔναντι βασιλέως Ἀσσυρίων.
Ησ. 8,4                      διότι πριν ακόμη το παιδί μάθη να λέγη την λέξιν “πατέρα” και “μητέρα”, θα κυριεύση ενώπιον του βασιλέως των Ασσυρίων τον στρατόν της Δαμασκού και θα πάρη τα λάφυρα της Σαμαρείας.
Ησ. 8,5              καὶ προσέθετο Κύριος λαλῆσαί μοι ἔτι·
Ησ. 8,5                      Ο Κυριος ωμίλησεν ακόμη προς εμέ και είπεν·
Ησ. 8,6              διὰ τὸ μὴ βούλεσθαι τὸν λαὸν τοῦτον τὸ ὕδωρ τοῦ Σιλωὰμ τὸ πορευόμενον ἡσυχῆ, ἀλλὰ βούλεσθαι ἔχειν τὸν Ῥασεὶμ καὶ τὸν υἱὸν Ῥομελίου βασιλέα ἐφ᾿ ὑμῶν,
Ησ. 8,6                      “επειδή ο ίσραηλιτικός αυτός λαός δεν θέλει πλέον να απολαμβάνη το ευλογημένον ύδωρ της πηγής του Σιλωάμ, το οποίον ρέει με ησυχίαν και συμβολίζει έτσι την ειρηνικήν ζωήν, άλλα επιθυμούν να έχουν ως βασιλέα των τον Ρασείμ και τον υιόν του Ρομελίου,
Ησ. 8,7              διὰ τοῦτο ἰδοὺ Κύριος ἀνάγει ἐφ᾿ ὑμᾶς τὸ ὕδωρ τοῦ ποταμοῦ τὸ ἰσχυρὸν καὶ τὸ πολύ, τὸν βασιλέα τῶν Ἀσσυρίων καὶ τὴν δόξαν αὐτοῦ· καὶ ἀναβήσεται ἐπὶ πᾶσαν φάραγγα ὑμῶν καὶ περιπατήσει ἐπὶ πᾶν τεῖχος ὑμῶν
Ησ. 8,7                      δια τούτο ιδού, θα επιφέρη εναντίον σας ο Κυριος τα πολλά και ορμητικά ύδατα του ποταμού Ευφράτου, τον βασιλέα δηλαδή Ασσυρίων και το ονομαστόν στράτευμα του. Αυτοί ως ασυγκράτητον ύδωρ θα καταπλημμυρίσουν τα πάντα εις την χώραν σας, θα εισέλθουν εις κάθε φάραγγα, θα περιπατήσουν εις όλα τα οχυρά σας.
Ησ. 8,8              καὶ ἀφελεῖ ἀπὸ τῆς Ἰουδαίας ἄνθρωπον, ὃς δυνήσεται κεφαλὴν ἆραι ἢ δυνατὸν συντελέσασθαί τι, καὶ ἔσται ἡ παρεμβολὴ αὐτοῦ ὥστε πληρῶσαι τὸ πλάτος τῆς χώρας σου· μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός.
Ησ. 8,8                      Ο βασιλεύς των Ασσυρίων θα αφαιρέση από την χώραν της Ιουδαίας κάθε άνθρωπον, ο οποίος θα ημπορέση να σηκώση κεφαλήν εναντίον του και καθένα, ο οποίος θα είναι εις θέσιν να φέρη εις πέρας κάποιο έργον. Αναρίθμητα θα είναι τα στρατεύματά των, ώστε θα γεμίσουν την χώραν σας εις όλην της την εκτασιν. Παρ' όλα όμως αυτά ο Κυριος θα είναι μαζή μας”.
Ησ. 8,9              γνῶτε ἔθνη καὶ ἡττᾶσθε, ἐπακούσατε ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς, ἰσχυκότες ἡττᾶσθε· ἐὰν γὰρ πάλιν ἰσχύσητε, πάλιν ἡττηθήσεσθε.
Ησ. 8,9                      Μαθετε λοιπόν σεις, ω 'Ασσυριοι, όπως και όλα τα άλλα έθνη, ότι ο θεός είναι μαζή μας. Ταπεινωθήτε και υποχώρησατε. Ακούσατε αυτά έως εις τα πέρατα της γης· σεις, που χάρις εις την δύναμιν σας έχετε υπερισχύσει, θα νικηθήτε, εάν δε και πάλιν υπερισχύσετε και πάλιν θα νικηθήτε.
Ησ. 8,10            καὶ ἣν ἂν βουλεύσησθε βουλήν, διασκεδάσει Κύριος, καὶ λόγον ὃν ἂν εἴπητε, οὐ μὴ ἐμμείνῃ ἐν ὑμῖν, ὅτι μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός.
Ησ. 8,10                    Και οποιανδήποτε σκέψιν και απόφασιν αν παρέτε εναντίον του λαού του θεού, θα την ματαίωση και θα την διαλύση ο Κυριος. Και οποιονδήποτε απειλητικόν λόγον και αν εκστομίσετε, δεν θα μείνη και δεν θα πραγματοποιηθή, διότι ο θεός είναι μαζή μας.
Ησ. 8,11            Οὕτω λέγει Κύριος· τῇ ἰσχυρᾷ χειρὶ ἀπειθοῦσι τῇ πορείᾳ τῆς ὁδοῦ τοῦ λαοῦ τούτου λέγοντες·
Ησ. 8,11                     Αυτά λέγει ο Κυριος, ο παντοδύναμος και ακατανίκητος, εις όσους άπειθούν με την πορείαν της ζωής και συμπεριφοράς των· αυτά λέγει προς τον λαόν αυτόν.
Ησ. 8,12            μήποτε εἴπητε σκληρόν· πᾶν γάρ, ὃ ἐὰν εἴπῃ ὁ λαὸς οὗτος, σκληρόν ἐστι· τὸν δὲ φόβον αὐτοῦ οὐ μὴ φοβηθῆτε, οὐδ᾿ οὐ μὴ ταραχθῆτε·
Ησ. 8,12                    Μη ειπήτε ποτέ, ότι όσα λέγει ο θεός είναι σκληρά και απραγματοποίητα. Εξ αντιθέτου κάθε τι, το οποίον θα είπη ο ανυπάκοος ούτος λαός, αυτό είναι σκληρόν και ολέθριον τον δε φόβον, από τον οποίον κοτέχεται αυτός ο λαός, σεις οι πιστοί μη τον φοβηθήτε, ούτε και να ταραχθήτε καθόλου, όπως εκείνοι.
Ησ. 8,13            Κύριον αὐτὸν ἁγιάσατε, καὶ αὐτὸς ἔσται σου φόβος.
Ησ. 8,13                    Σεβασθήτε και υπακούσατε στον άγιον Κυριον, τιμήσατε αύτον· και μόνον ο φόβος, που εμπνέεται από αυτόν, ας είναι ο φόβος σας.
Ησ. 8,14            καὶ ἐὰν ἐπ᾿ αὐτῷ πεποιθὼς ἦς, ἔσται σοι εἰς ἁγίασμα καὶ οὐχ ὡς λίθου προσκόμματι συναντήσεσθε αὐτῷ, οὐδὲ ὡς πέτρας πτώματι· οἱ δὲ οἶκοι Ἰακὼβ ἐν παγίδι, καὶ ἐν κοιλάσματι ἐγκαθήμενοι ἐν Ἱερουσαλήμ.
Ησ. 8,14                    Και εάν έχης στηριγμένην την πεποίθησίν σου εις αυτόν, θα είσαι ωσάν αφιερωμένος εις αυτόν, ασφαλής από κάθε κίνδυνον, και δεν θα συναντήσετε στον δρόμον της ζωής σας τον θεόν σαν λίθον προσκόμματος, σαν πέτραν επί της οποίας θα προσκρούσετε και θα πέσετε. Αι φυλαί του Ιακώβ, το ιουδαϊκόν και ισραηλιτικόν βασίλειον, θα συλληφθούν εις παγίδα, οι δε κάτοικοι της Ιερουσαλήμ, οι άπιστοι και ασεβείς, θα πέσουν εις λάκκους ολέθρου, από τους οποίους δεν θα ημπορέσουν να εξέλθουν.
Ησ. 8,15            διὰ τοῦτο ἀδυνατήσουσιν ἐν αὐτοῖς πολλοὶ καὶ πεσοῦνται καὶ συντριβήσονται, καὶ ἐγγιοῦσι καὶ ἁλώσονται ἄνθρωποι ἐν ἀσφαλείᾳ. -
Ησ. 8,15                    Εξ αιτίας της απιστίας και αμαρτωλής ζωής των, οι περισσότεροι από τον λαόν θα χάσουν την δύναμίν των, θα γίνουν αδύνατοι και θα πέσουν εις παγίδα και θα συντρίβουν. Οι εχθροί θα τους πλησιάσουν και θα τους συλλάβουν αιχμαλώτους σαν ανθρώπους αμερίμνους, που εθεώρουν τον εαυτόν των εν ασφαλεία.
Ησ. 8,16            Τότε φανεροὶ ἔσονται οἱ σφραγιζόμενοι τὸν νόμον τοῦ μὴ μαθεῖν.
Ησ. 8,16                    Τοτε θα γίνουν φανεροί, όσοι από τους Ιουδαίους ωσάν με νοητήν σφραγίδα έχουν σφραγισθή με τον νόμον του Θεού και θα ξεχωρίσουν από τους άλλους, οι οποίοι δεν θέλουν να ακούσουν και να μάθουν τον Νομον.
Ησ. 8,17            καὶ ἐρεῖ· μενῶ τὸν Θεὸν τὸν ἀποστρέψαντα τὸ πρόσωπόν αὐτοῦ ἀπὸ τοῦ οἴκου Ἰακὼβ καὶ πεποιθὼς ἔσομαι ἐπ᾿ αὐτῷ.
Ησ. 8,17                    Καθε ευσεβής θα είπη· “εγώ θα περιμένω με πίστιν και ελπίδα τον Θεόν, ο οποίος τώρα έχει αποστρέψει με δίκαιαν αγανάκτησιν το πρόσωπόν του από τους Ισραηλίτας. Θα στηρίζω την πεποίθησίν μου εις αυτόν και μόνον”.
Ησ. 8,18            ἰδοὺ ἐγὼ καὶ τὰ παιδία, ἅ μοι ἔδωκεν ὁ Θεός, καὶ ἔσται σημεῖα καὶ τέρατα ἐν τῷ οἴκῳ Ἰσραὴλ παρὰ Κυρίου σαβαώθ, ὃς κατοικεῖ ἐν τῷ ὄρει Σιών.
Ησ. 8,18                    Ιδού εγώ, λέγει, ο προφήτης Ησαΐας, και τα παιδιά, τα οποία μου δδωκεν ο θεός και τα οποία με τα συμβολικά ονόματά των προαναγγέλλουν μεγάλα και καταπληκτικά γεγονότα στον οίκον του Ισραήλ εκ μέρους Κυρίου του παντοκράτορος, ο οποίος κατοικεί στον ναόν, που ευρίσκεται εις την Σιών της Ιερουσαλήμ.
Ησ. 8,19            καὶ ἐὰν εἴπωσι πρὸς ὑμᾶς· ζητήσατε τοὺς ἐγγαστριμύθους καὶ τοὺς ἀπὸ τῆς γῆς φωνοῦντας, τοὺς κενολογοῦντας, οἳ ἐκ τῆς κοιλίας φωνοῦσιν, οὐχὶ ἔθνος πρὸς Θεὸν αὐτοῦ ἐκζητήσουσι; τί ἐκζητοῦσι περὶ τῶν ζώντων τοὺς νεκρούς;
Ησ. 8,19                    Εάν δε ασεβείς και άπιστοι άνθρωποι σας είπουν· αναζητήσατε τους εγγαστρίμυθους, δια να παρέτε από αυτούς πληροφορίας και οδηγίας προς σωτηρίαν σας, αναζητήσατε εκείνους, οι οποίοι φωνάζουν τους νεκρούς από την γην, τους ματαιολόγους αγύρτας, οι οποίοι ομιλούν με την κοιλίαν των, μη τους ακούσετε. Διότι ορθόν και προτιμότερον δεν είναι να απευθυνθή το έθνος προς τον θεόν και από αυτόν να ζητήση καθοδήγησιν και παρηγορίαν; Τι ζητούν να μάθουν και τι θα εύρουν οι ζώντες, που καταφεύγουν στους νεκρομάντεις;
Ησ. 8,20            νόμον γὰρ εἰς βοήθειαν ἔδωκεν, ἵνα εἴπωσιν οὐχ ὡς τὸ ῥῆμα τοῦτο, περὶ οὗ οὐκ ἔστι δῶρα δοῦναι περὶ αὐτοῦ.
Ησ. 8,20                   Εις τον Θεόν πρέπει να καταφεύγουν, διότι ο Κυριος έδωκε τον Νομον του προς βοήθειαν μας. Εάν δε αυτον δεχθούν και τηρήσουν, πληροφορημένοι πλέον από την προσωπικήν των πείραν θα είπουν· ότι δεν υπάρχει άλλο πολυτιμότερον πράγμα στον κόσμον αυτόν από τον νόμον του Κυρίου. Δεν υπάρχουν δώρα, με τα οποία θα ημπόρεση κανείς να ανταλλάξη αυτόν.
Ησ. 8,21            καὶ ἥξει ἐφ᾿ ὑμᾶς σκληρὰ λιμὸς καὶ ἔσται ὡς ἂν πεινάσητε, λυπηθήσεσθε καὶ κακῶς ἐρεῖτε τὸν ἄρχοντα καὶ τὰ πάτρια, καὶ ἀναβλέψονται εἰς τὸν οὐρανὸν ἄνω,
Ησ. 8,21                    Αλλά δια την απιστίαν σας θα έλθη εναντίον σας μεγάλη πείνα· υπό το κράτος δε της μεγάλης αυτής πείνας θα θλιβήτε και θα ταλαιπωρηθήτε τόσον πολύ, ώστε θα κακολογήσετε τον βασιλέα σας και τους παραδεδομένους πατρίους θεσμούς. Επάνω δε εις την απελπισίαν των θα σηκώνουν αυτοί τα μάτια των στον ουρανόν άνω·
Ησ. 8,22            καὶ εἰς τὴν γῆν κάτω ἐμβλέψονται, καὶ ἰδοὺ ἀπορία στενὴ καὶ σκότος, θλίψις καὶ στενοχωρία καὶ σκότος, ὥστε μὴ βλέπειν, καὶ οὐκ ἀπορηθήσεται ὁ ἐν στενοχωρίᾳ ὢν ἕως καιροῦ.
Ησ. 8,22                   θα ρίπτουν τα βλέμματα των κάτω εις την γην εις αναζήτησιν βοηθείας και σωτηρίας, και ιδού, σκοτάδι και αποπνικτική απορία θα υπάρχη ολόγυρα των. Θλίψις και στενοχωρία και σκοτάδι, ώστε από την στενοχωρίαν και την ζάλην των να μη βλέπουν. Αυτοί οι οποίοι θα περιέλθουν στοιαύτην στενόχωρον απορίαν, δεν θα μείνουν πάντοτε έτσι, αλλά μέχρις ωρισμένου καιρού.

ΗΣΑΪΑΣ 9


Ησ. 9,1 Τοῦτο πρῶτον πίε, ταχὺ ποίει, χώρα Ζαβουλών, ἡ γῆ Νεφθαλὶμ ὁδὸν θαλάσσης καὶ οἱ λοιποὶ οἱ τὴν παραλίαν κατοικοῦντες καὶ πέραν τοῦ Ἰορδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, τὰ μέρη τῆς Ἰουδαίας.




Ησ. 9,1 Πιε πρώτον το πικρόν τούτο ποτήριον, σύντομα κάμε αυτό. Πιε το ποτήριον συ, η χώρα της Ζαβουλών και της Νεφθαλίμ. Σεις, που κατοικείτε την οδόν, η οποία οδηγεί προς την Μεσόγειον Θαλασσαν, και οι άλλοι, που κατοικείτε εις την παραλίαν της λίμνης Γεννησαρέτ· οι κάτοικοι ανατολικά του Ιορδάνου, η Γαλιλαία αυτή των εθνών και ολόκληρος η Ιουδαία.






Ησ. 9,2 ὁ λαὸς ὁ πορευόμενος ἐν σκότει, ἴδετε φῶς μέγα· οἱ κατοικοῦντες ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου, φῶς λάμψει ἐφ᾿ ὑμᾶς.





Ησ. 9,2 Ο λαός των χωρών αυτών, που ευρίσκεται και ζη στο πνευματικόν σκότος, θα ίδουν πρώτοι το μέγα φως του Μεσσίου. Εις σας, που κατοικείτε εις την χώραν, όπου επικρατεί η σκια του θανάτου, θα λάμψη το σωτήριον και χαρμόσυνον φως.





Ησ. 9,3 τὸ πλεῖστον τοῦ λαοῦ, ὃ κατήγαγες ἐν εὐφροσύνῃ σου, καὶ εὐφρανθήσονται ἐνώπιόν σου ὡς οἱ εὐφραινόμενοι ἐν ἀμήτῳ καὶ ὃν τρόπον οἱ διαιρούμενοι σκῦλα.





Ησ. 9,3 Το πλείστον μέρος του λαού, που επίστευσε, και το οποίον, Κυριε, αποκατέστησες εις την ευφροσύνην σου με το φως και την σωτηρίαν, που θα δώση ο Μεσσίας, αυτοί θα ευφρανθούν ενώπιόν σου, όπως ευφραίνονται οι γεωργοί κατά την ώραν του θερισμού και οι νικηταί κατά την ώραν, που μοιράζονται μεταξύ των τα λάφυρα.





Ησ. 9,4 διότι ἀφῄρηται ὁ ζυγὸς ὁ ἐπ᾿ αὐτῶν κείμενος καὶ ἡ ῥάβδος ἡ ἐπὶ τοῦ τραχήλου αὐτῶν· τὴν γὰρ ῥάβδον τῶν ἀπαιτούντων διεσκέδασε Κύριος, ὡς τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἐπὶ Μαδιάμ.



Ησ. 9,4 Διότι θα έχη πλέον αφαιρεθή από αυτούς ο ζυγός της δουλείας, που τους εβαρυνεν, όπως επίσης από τον τράχηλόν των η οδυνηρά ράβδος εκείνων, οι οποίοι τους κατεδυνάστευαν. Διότι την ράβδον εκείνων, οι οποίοι τους εξηναγκαζαν εις έργα δουλείας, την συνέτριψε και την διεσκόρπισεν ο Κυριος, όπως ικατά την ημέραν, κατά την οποίαν επραγματοποιήθη η συντριβή των Μαδιανιτών.



Ησ. 9,5 ὅτι πᾶσαν στολὴν ἐπισυνηγμένην δόλῳ καὶ ἱμάτιον μετὰ καταλλαγῆς ἀποτίσουσι καὶ θελήσουσιν εἰ ἐγενήθησαν πυρίκαυστοι.



Ησ. 9,5 Διότι αι στολαί και τα ιμάτια, τα οποία οι καταδυναστεύοντες εμάζευσαν με δόλον και απάτην και καταπίεσιν, θα τα αποδώσουν με το παραπάνω. Οι δε λυτρωμένοι άνθρωποι θα θελήσουν, όπως όλα αυτά παραδοθούν εις την φωτιάν.



Ησ. 9,6 ὅτι παιδίον ἐγενήθη ἡμῖν, υἱὸς καὶ ἐδόθη ἡμῖν, οὗ ἡ ἀρχὴ ἐγενήθη ἐπὶ τοῦ ὤμου αὐτοῦ, καὶ καλεῖται τὸ ὄνομα αὐτοῦ μεγάλης βουλῆς ἄγγελός, θαυμαστὸς σύμβουλος, Θεὸς ἰσχυρός, ἐξουσιαστής, ἄρχων εἰρήνης, πατὴρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος· ἐγὼ γὰρ ἄξω εἰρήνην ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας, εἰρήνην καὶ ὑγίειαν αὐτῷ.



Ησ. 9,6 Αυτά δε θα πραγματοποιηθούν, διότι θα γεννηθή δι' ημάς παιδίον, θα δοθη εις ημάς ο υιός αυτός, του οποίου η αρχή και εξουσία υπάρχει απ' αρχής επάνω στους ώμους του και θα καλήται το όνομα αυτού αγγελιαφόρος της μεγάλης βουλής του Θεού, θαυμαστός σύμβουλος, Θεός ισχυρός, εξουσιαστής, αρχηγός της ειρήνης, πατήρ του μέλλοντος αιώνος. “Εγώ, λέγει ο θεός, θα φέρω την ειρήνην στους άρχοντας, ειρήνην και υγείαν θα χορηγήσω στο παιδίον αυτό.



Ησ. 9,7 μεγάλη ἡ ἀρχὴ αὐτοῦ, καὶ τῆς εἰρήνης αὐτοῦ οὐκ ἔστιν ὅριον ἐπὶ τὸν θρόνον Δαυὶδ καὶ τὴν βασιλείαν αὐτοῦ κατορθῶσαι αὐτὴν καὶ ἀντιλαβέσθαι αὐτῆς ἐν κρίματι καὶ ἐν δικαιοσύνῃ ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ εἰς τὸν αἰῶνα· ὁ ζῆλος Κυρίου σαβαὼθ ποιήσει ταῦτα.



Ησ. 9,7 Η βασιλική του εξουσία θα έχη απεριόριστον έκτασιν, θα εκτείνεται εις όλην την οικουμένην. Της δε ειρηνικής του βασιλείας δεν θα υπάρχη τέλος. Αυτός θα ανορθώση τον θρόνον και την ένδοξον βασιλείαν του προφητάνακτος Δαβίδ, θα αναλάβη και θα φέρη εις πέρας το έργον αυτής της άνορθώσεως με δικαίον κρίσιν από τώρα και στους αιώνας των αιώνων”. Η άπειρος αγάπη του Κυρίου παντοκράτορας προς τον λαόν του θα πραγματοποίηση αυτά.



Ησ. 9,8 Θάνατον ἀπέστειλε Κύριος ἐπὶ Ἰακώβ, καὶ ἦλθεν ἐπὶ Ἰσραήλ,



Ησ. 9,8 Θανατον και τέλος απέστειλεν ο Κυριος εναντίον του βασιλείου του Ισραήλ και του βασιλείου του Ιούδα.



Ησ. 9,9 καὶ γνώσονται πᾶς ὁ λαὸς τοῦ Ἐφραὶμ καὶ οἱ ἐγκαθήμενοι ἐν Σαμαρείᾳ ἐφ᾿ ὕβρει καὶ ὑψηλῇ καρδίᾳ λέγοντες·



Ησ. 9,9 Θα μάθουν και θα αισθανθούν από προσωπικήν των πλέον πείραν την τιμωρίαν αυτήν όλοι οι πολίται του βασιλείου του Ισραήλ, αυτοί που κατοικούν εις την Σαμά-ρειαν, οι οποίοι με αυθάδειαν και υψηλόφρονα την ικαρδίαν λέγουν·






Ησ. 9,10 πλίνθοι πεπτώκασιν, ἀλλὰ δεῦτε λαξεύσωμεν λίθους καὶ ἐκκόψωμεν συκαμίνους καὶ κέδρους καὶ οἰκοδομήσωμεν ἑαυτοῖς πύργον.




Ησ. 9,10 Εάν κρημνισθούν αι πλινθόκτιστοι οικίαι μας από τους εχθρούς μας, ημείς θα είπωμεν ο ενας προς τον άλλον· ελάτε να πελεκήσωμεν λίθους και να κόψωμεν συκαμίνους και κέδρους και να οικοδομήσωμεν δια τον εαυτόν μας όχι απλάς οικίας, αλλά πύργους.






Ησ. 9,11 καὶ ῥάξει ὁ Θεὸς τοὺς ἐπανισταμένους ἐπὶ ὄρος Σιὼν ἐπ᾿ αὐτοὺς καὶ τοὺς ἐχθροὺς αὐτῶν διασκεδάσει,





Ησ. 9,11 Ο Κυριος θα κατασυντρίψη τους εχθρούς, οι οποίοι επέρχονται εναντίον της Ιερουσαλήμ, αυτούς τους εχθρούς θα τους διασκόρπιση.





Ησ. 9,12 Συρίαν ἀφ᾿ ἡλίου ἀνατολῶν καὶ τοὺς Ἕλληνας ἀφ᾿ ἡλίου δυσμῶν, τοὺς κατεσθίοντας τὸν Ἰσραὴλ ὅλῳ τῷ στόματι. ἐπὶ πᾶσι τούτοις οὐκ ἀπεστράφη ὁ θυμός, ἀλλ᾿ ἔτι ἡ χεὶρ ὑψηλή.





Ησ. 9,12 Θα συντρίψη και θα διασκόρπιση την Συρίαν από ανατολάς και τους Ελληνας, δηλαδή τους Φιλισταίους, από δυσμάς, αυτούς οι οποίοι κατατρώγουν με όλον των το στόμα τον Ισραηλιτικόν λαόν. Παρ' όλην δε την σκληράν αυτήν τιμωρίαν ο θυμός του Κυρίου δεν θα αποστραφή και δεν θα καταπαύση. Και δια τούτο η χειρ του είναι ακόμη υψωμένη, ετοίμη να αποστείλη και νέας τιμωρίας.

Ησ. 9,13 καὶ ὁ λαὸς οὐκ ἀπεστράφη, ἕως ἐπλήγη, καὶ τὸν Κύριον οὐκ ἐξεζήτησαν.




Ησ. 9,13 Παρ' όλον όμως τούτο ο λαός δεν μετενόησε, καίτοι ετιμωρήθη, δεν ανεζήτησεν εν μετάνοια τον Κυριον.



Ησ. 9,14 καὶ ἀφεῖλε Κύριος ἀπὸ Ἰσραὴλ κεφαλὴν καὶ οὐράν, μέγαν καὶ μικρὸν ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ, πρεσβύτην καὶ τοὺς τὰ πρόσωπα θαυμάζοντας (αὕτη ἡ ἀρχὴ) καὶ προφήτην διδάσκοντα ἄνομα (οὗτος ἡ οὐρά).



Ησ. 9,14 Δια τούτο ο Κυριος αφήρεσεν από τον Ισραηλιτικόν λαόν κεφαλήν και ουράν, μεγάλους και μικρούς, εις μίαν και την αυτήν ημέραν, ασυνέτους πρεσβύτας και προσωπολήπτας, που θαυμάζουν τα μεγάλα, αλλά άδικα, πρόσωπα, (αυτοί αποτελούν την κεφαλήν), και ψευοοπροφήτας, οι οποίοι διδάσκουν παρανομίας (αυτοί αποτελούν την ουράν) .



Ησ. 9,15 καὶ ἔσονται οἱ μακαρίζοντες τὸν λαὸν τοῦτον πλανῶντες καὶ πλανῶσιν, ὅπως καταπίωσιν αὐτούς.



Ησ. 9,15 Αυτοί δέ, οι οποίοι κολακεύουν τον λαόν και τον αποκοιμίζουν με ψευδείς ελπίδας, τον πλανούν συνεχώς, δια να τον εκμεταλλεύονται, μέχρις ότου τον καταβροχθίσουν.



Ησ. 9,16 διὰ τοῦτο ἐπὶ τοὺς νεανίσκους αὐτῶν οὐκ εὐφρανθήσεται ὁ Κύριος καὶ τοὺς ὀρφανοὺς αὐτῶν καὶ τὰς χήρας αὐτῶν οὐκ ἐλεήσει, ὅτι πάντες ἄνομοι καὶ πονηροί, καὶ πᾶν στόμα λαλεῖ ἄδικα. ἐπὶ πᾶσι τούτοις οὐκ ἀπεστράφη ὁ θυμός, ἀλλ᾿ ἔτι ἡ χεὶρ ὑψηλή.



Ησ. 9,16 Εξ αιτίας της διαφθοράς του λαού δεν θα ευαρεστηθή ο Κυριος ούτε εις τα νεαρά αυτών τέκνα, και δεν θα ελεήση τους ορφανούς αυτών και τας χήρας αυτών, διότι όλοι είναι άνομοι και πονηροί. Καθε στόμα λαλεί αδικίας. Παρ' όλην δε την τυμωρίαν, που θα αποστείλη ο Κυριος εναντίον των, αυτοί δεν θα μετανοήσουν και δια τούτο η τιμωρός χειρ του θα είναι ακόμη ετοίμη να καταπέση εναντίον των.



Ησ. 9,17 καὶ καυθήσεται ὡς πῦρ ἡ ἀνομία καὶ ὡς ἄγρωσις ξηρὰ βρωθήσεται ὑπὸ πυρός· καὶ καυθήσεται ἐν τοῖς δάσεσι τοῦ δρυμοῦ, καὶ συγκαταφάγεται τὰ κύκλῳ τῶν βουνῶν πάντα.



Ησ. 9,17 Η παρανομία των θα ανάψη και θα γίνη δι' αυτούς πυρκαϊά. Θα γίνουν ωσάν την ξηράν αγριάδα, η οποία κατατρώγεται από το πυρ. Θα καή η παρανομία, όπως η πυρκαϊά κατακαίει και κατατρώγει τα δένδρα του δάσους και τελευταία όλα τα γύρω από τα βουνά.



Ησ. 9,18 διὰ θυμὸν ὀργῆς Κυρίου συγκέκαυται ἡ γῆ ὅλη, καὶ ἔσται ὁ λαὸς ὡς κατακεκαυμένος ὑπὸ πυρός· ἄνθρωπος τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ οὐκ ἐλεήσει,



Ησ. 9,18 Εξ αιτίας της μεγάλης οργής του Κυρίου έχει ανάψει η Παλαιστίνη και καίονται όλοι αυτής οι κάτοικοι. Μέσα εις την μεγάλην συμφοράν ο άνθρωπος δεν θα ευσπλαγχνιζεται τον συνάνθρωπόν του.



Ησ. 9,19 ἀλλὰ ἐκκλινεῖ εἰς τὰ δεξιά, ὅτι πεινάσει καὶ φάγεται ἐκ τῶν ἀριστερῶν, καὶ οὐ μὴ ἐμπλησθῇ ἄνθρωπος ἔσθων τὰς σάρκας τοῦ βραχίονος αὐτοῦ.



Ησ. 9,19 Η θλίψις και η πείνα θα είναι τόσον μεγάλη, που θα στρέφεται ο καθένας εις τα δεξιά, χωρίς να ευρίσκη εκεί τροφήν, και διότι θα πεινά, θα στρέφεται και θα τρώγη εις τα αριστερά και δεν θα χορταίνη. Οι άνθρωποι θα κατατρώγουν ο ένας τον άλλον, και πάλιν θα πεινούν.



Ησ. 9,20 φάγεται γὰρ Μανασσῆς τοῦ Ἐφραὶμ καὶ Ἐφραὶμ τοῦ Μανασσῆ, ὅτι ἅμα πολιορκήσουσι τὸν Ἰούδαν. ἐπὶ τούτοις πᾶσιν οὐκ ἀπεστράφη ὁ θυμός, ἀλλ᾿ ἔτι ἡ χείρ ὑψηλή.



Ησ. 9,20 Διότι η φυλή του Μανασσή θα καταφάγη εις εμφύλιον πόλεμον την φυλήν του Εφραίμ, και η φυλή του Εφραίμ θα καταφάγη τας σάρκας της φυλής Μανασσή. Και αι δύο συγχρόνως φυλαί αλλόφρονες θα πολιορκήσουν την φυλήν του Ιούδα. Παρ' όλας όμως αυτάς τας συμφοράς, ο θυμός του Κυρίου δεν ανεστάλη, η τιμωρός χειρ του Θεού είναι ακόμη υψωμένη, δια να αποστείλη και νέας τιμωρίας εναντίον των.


ΗΣΑΪΑΣ 10



Ησ. 10,1 Οὐαὶ τοῖς γράφουσι πονηρίαν· γράφοντες γὰρ πονηρίαν γράφουσιν





Ησ. 10,1 Αλλοίμονον στους ναμοθέτας, οι οποίοι γράφουν και θεσπίζουν πονηρούς νόμους. Αυτοί επιμόνως γράφουν και ξαναγράφουν αδίκους νόμους.





Ησ. 10,2 ἐκκλίνοντες κρίσιν πτωχῶν, ἁρπάζοντες κρίμα πενήτων τοῦ λαοῦ μου, ὥστε εἶναι αὐτοῖς χήραν εἰς διαρπαγὴν καὶ ὀρφανὸν εἰς προνομήν.





Ησ. 10,2 Διαστρέφουν την δικαιοσύνην εις βάρος των πτωχών, αρπάζουν το δίκαιον των πενήτων του λαού μου, ώστε η χήρα να είναι το θύμα της διαρπαγής των, και τα ορφανά να είναι αντικείμενον της λεηλασίας των.





Ησ. 10,3 καὶ τί ποιήσουσιν ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς ἐπισκοπῆς; ἡ γὰρ θλῖψις ὑμῖν πόῤῥωθεν ἥξει· καὶ πρὸς τίνα καταφεύξεσθε τοῦ βοηθηθῆναι; καὶ ποῦ καταλείψετε τὴν δόξαν ὑμῶν



Ησ. 10,3 “Τι θα κάμουν όμως αυτοί, λέγει ο Θεός, όταν έλθη η ημέρα, που θα επισκεφθώ αυτούς και τον λαόν μου; Η τιμωρία σας και η θλίψις θα έλθη από μακράν· και τότε προς ποίον σεις θα καταφύγετε, δια να επιτύχετε βοήθειαν; Που θα αφήσετε την δόξαν και την δύναμίν σας,






Ησ. 10,4 τοῦ μὴ ἐμπεσεῖν εἰς ἐπαγωγήν; ἐπὶ πᾶσι τούτοις οὐκ ἀπεστράφη ὁ θυμός, ἀλλ᾿ ἔτι ἡ χεὶρ ὑψηλή.





Ησ. 10,4 ώστε να μη περιπέσετε εις αιχμαλωσίαν και εξοριαν;” Παρ' όλας δε αυτάς τας συμφοράς και τυμωρίας δεν επραΰνθη ο θυμός του Κυρίου, αλλά η τιμωρός δεξιά του είναι ετοίμη, να επιπέση εναντίον των πονηρών.





Ησ. 10,5 οὐαὶ Ἀσσυρίοις· ἡ ῥάβδος τοῦ θυμοῦ μου καὶ ὀργῆς ἐστιν ἐν ταῖς χερσὶν αὐτῶν.





Ησ. 10,5 Αλλοιμονον και στους Ασσυριους! Η ράβδος, βέβαια, της οργής και του θυμού μου, εναντίον του λαού μου εις παιδαγωγίαν του, είναι εις τα χέρια των.




Ησ. 10,6 τὴν ὀργήν μου εἰς ἔθνος ἄνομον ἀποστελῶ καὶ τῷ ἐμῷ λαῷ συντάξω ποιῆσαι σκῦλα καὶ προνομὴν καὶ καταπατεῖν τὰς πόλεις καὶ θεῖναι αὐτὰς εἰς κονιορτόν.



Ησ. 10,6 Θα αποστείλω την οργήν μου και την τιμωρίαν μου δια μέσου των Ασσυρίων εις έθνος άνομον, εστον ισραηλιτικον λαόν, και θα δώσω διαταγήν να λεηλατήσουν τον λαόν μου, να τους λαφυραγωγήσουν, να καταπατήσουν τας πόλεις των και να μεταβάλουν αυτάς εις κονιορτόν.



Ησ. 10,7 αὐτὸς δὲ οὐχ οὕτως ἐνεθυμήθη καὶ τῇ ψυχῇ οὐχ οὕτως λελόγισται, ἀλλὰ ἀπαλλάξει ὁ νοῦς αὐτοῦ καὶ τοῦ ἔθνη ἐξολοθρεῦσαι οὐκ ὀλίγα.



Ησ. 10,7 Αυτός όμως ο Ασσύριος μονάρχης δεν εσκέφθη έτσι. Δεν διελογίσθη στο εσω-τερικόν του, όπως εγώ εσκέφθην, ότι δηλαδή εγώ τον εχρησιμοποίησα ως όργανον δικαίας τιμωρίας κατά του λαού μου. Εσκέφθη διαφορετικά με τον νουν του, να εξολοθρεύση, δηλαδή, αυτός έθνη πολλά.



Ησ. 10,8 καὶ ἐὰν εἴπωσιν αὐτῷ· σὺ μόνος εἶ ἄρχων,



Ησ. 10,8 Εάν δε είπουν στον Ασσύριον βασιλέα οι κόλακες, “συ είσαι ο μόνος άρχων”,



Ησ. 10,9 καὶ ἐρεῖ· οὐκ ἔλαβον τὴν χώραν τὴν ἐπάνω Βαβυλῶνος καὶ Χαλάνης, οὗ ὁ πύργος ᾠκοδομήθη; καὶ ἔλαβον Ἀραβίαν καὶ Δαμασκὸν καὶ Σαμάρειαν·



Ησ. 10,9 αυτός με αλαζονείαν θα απαντήση· “δεν κατέλαβα εγώ την χώραν την πέραν της Βαβυλώνας και την χώραν της Χαλάνης, όπου εκτίσθη ο πύργος εκείνος της Βαβέλ; Εγώ κατέλαβαν την Αραβιαν, την Δαμασκόν και την Σαμάρειαν.






Ησ. 10,10 ὃν τρόπον ταύτας ἔλαβον ἐν τῇ χειρί μου, καὶ πάσας τὰς ἀρχὰς λήψομαι. ὀλολύξατε, τὰ γλυπτὰ ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐν Σαμαρείᾳ·





Ησ. 10,10 Οπως εκυρίευσα αυτάς με την δύναμίν μου, έτσι θα καταλάβω και τα άλλα έθνη και θα καταλύσω τας αρχάς των. Θρηνήσατε με ολολυγμούς τα ειδωλολατρικά γλυπτά, που υπάρχουν εις την Ιερουσαλήμ και εις την Σαμάρειαν.





Ησ. 10,11 ὃν τρόπον γὰρ ἐποίησα Σαμαρείᾳ καὶ τοῖς χειροποιήτοις αὐτῆς, οὕτω ποιήσω καὶ Ἱερουσαλὴμ καὶ τοῖς εἰδώλοις αὐτῆς.





Ησ. 10,11 Διότι όπως έκαμα εις την Σαμάρειαν και εις τα υπό χειρών ανθρώπων κατασκευασμένα είδωλά της, έτσι θα κάμω εις την Ιερουσαλήμ και εις τα είδωλα αυτής”.




Ησ. 10,12 καὶ ἔσται, ὅταν συντελέσῃ Κύριος πάντα ποιῶν ἐν τῷ ὄρει Σιὼν καὶ ἐν Ἱερουσαλήμ, ἐπάξει ἐπὶ τὸν νοῦν τὸν μέγαν, τὸν ἄρχοντα τῶν Ἀσσυρίων, καὶ ἐπὶ τὸ ὕψος τῆς δόξης τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ.



Ησ. 10,12 Οταν όμως ο Κυριος ολοκλήρωση την παιδαγωγικήν τιμωρίαν στο όρος Σιών και εις την Ιερουσαλήμ, θα επιφέρη τιμωρίαν στον μεγάλον αυτόν και αλαζονικόν νουν, στον άρχοντα των Ασσυρίων, και εις όλην την μεγάλην αυτού δόξαν, την οποίαν αλαζονικώς παρατηρούν τα πλανεμένα μάτια του.



Ησ. 10,13 εἶπε γάρ· ἐν τῇ ἰσχύϊ ποιήσω καὶ ἐν τῇ σοφίᾳ τῆς συνέσεως, ἀφελῶ ὅρια ἐθνῶν καὶ τὴν ἰσχὺν αὐτῶν προνομεύσω



Ησ. 10,13 Διότι ο αλαζών αυτός μονάρχης είπε· “με την δύναμίν μου κατώρθωσα και θα κατορθώσω έργα μεγάλα. Με την σοφίαν της στρατιωτικής μου ικανότητος θα καταλύσω και θα κυριεύσω τα σύνορα των εθνών και την δύναμιν αυτών θα λεηλατήσω.






Ησ. 10,14 καὶ σείσω πόλεις κατοικουμένας καὶ τὴν οἰκουμένην ὅλην καταλήψομαι τῇ χειρὶ ὡς νοσσιὰν καὶ ὡς καταλελειμμένα ὠὰ ἀρῶ, καὶ οὐκ ἔστιν ὃς διαφεύξεταί με ἢ ἀντείπῃ μοι.





Ησ. 10,14 Θα συγκλονίσω τας κατοικουμένας πόλεις, θα καταλάβω ολόκληρον την οικουμένην με το χέρι μου, με όσην ευκολίαν παίρνει κανείς φωλεάν πτηνών και τα εγκαταλελειμμένα εις αυτήν αυγά. Κανείς δεν θα υπάρξη, που να μου διαφύγη η να φέρη αντίρρησιν εις αυτά, που εγώ σκέπτομαι και λέγω”.





Ησ. 10,15 μὴ δοξασθήσεται ἀξίνη ἄνευ τοῦ κόπτοντος ἐν αὐτῇ; ἢ ὑψωθήσεται πρίων ἄνευ τοῦ ἕλκοντος αὐτόν; ὡσαύτως ἐάν τις ἄρῃ ῥάβδον ἢ ξύλον.




Ησ. 10,15 Ο Κυριος όμως απήντησεν εις τα αλαζονικά αυτά λόγια· “μήπως ημπορεί ποτε ο πέλεκυς να κατορθώση τίποτε χωρίς τον άνθρωπον, που δ' αυτού κόπτει; Η μήπως είναι δυνατόν, το πριόνι να υψωθή χωρίς τον εργάτην, ο οποίος το σύρει και το κινεί; Το ίδιο συμβαίνει και με την ράβδον η το ξύλον, που ο άνθρωπος τα σηκώνει”!






Ησ. 10,16 καὶ οὐχ οὕτως, ἀλλὰ ἀποστελεῖ Κύριος σαβαὼθ εἰς τὴν σὴν τιμὴν ἀτιμίαν, καὶ εἰς τὴν σὴν δόξαν πῦρ καιόμενον καυθήσεται.





Ησ. 10,16 Τιποτε βεβαίως από αυτά δεν γίνεται μόνο του, χωρίς τον άνθρωπον. Δια τούτο ο Κυριος των δυνάμεων, ο παντοκράτωρ, θα αποστείλη εις την σημερινήν σου υπόληψιν και τιμήν εξευτελισμον και ταπείνωσιν, και εις την λαμπρότητα της δόξης σου πυρ φοβερόν, το οποίον θα την κατακαύση.





Ησ. 10,17 καὶ ἔσται τὸ φῶς τοῦ Ἰσραὴλ εἰς πῦρ καὶ ἁγιάσει αὐτὸν ἐν πυρὶ καιομένῳ καὶ φάγεται ὡσεὶ χόρτον τὴν ὕλην.





Ησ. 10,17 Αυτό, που είναι φως δια τους Ισραηλίτας, θα γίνη φωτιά δια τους Ασσυρίους. Δια του πυρός των τιμωριών και των θλίψεων θα εξαγνίση ο Κυριος τους Ισραηλίτας, ενπώ τον 'Ασσυριον θα τον καταφάγη το πυρ αυτό, όπως κατατρώγει τα ξηρά χόρτα και τα δένδρα του δάσους.




Ησ. 10,18 τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἀποσβεσθήσεται τὰ ὅρη καὶ οἱ βουνοὶ καὶ οἱ δρυμοί, καὶ καταφάγεται ἀπὸ ψυχῆς ἕως σαρκῶν· καὶ ἔσται ὁ φεύγων ὡς ὁ φεύγων ἀπὸ φλογός καιομένης·



Ησ. 10,18 Κατά την ημέραν εκείνην της τιμωρίας οι Ασσύριοι, που ομοιάζουν με όρη και με βουνά και με πύκνα δάση, θα σβησθούν από το πρόσωπον της γης, θα λείψουν και η φωτιά θα καταφάγη αυτούς εξ ολοκλήρου, οι δε πανικόβλητοι φυγάδες θα είναι σαν εκείνον, ο οποίος φεύγει γρήγορα από φοβεράν πυρκαϊάν.



Ησ. 10,19 καὶ οἱ καταλειφθέντες ἀπ᾿ αὐτῶν ἀριθμὸς ἔσονται, καὶ παιδίον γράψει αὐτούς.



Ησ. 10,19 Αυτοί, που θα απομείνουν από τους Ασσυρίους, θα είναι ελάχιστοι εις αριθμόν, ώστε και ένα μικρό παιδί να ημπορή να τους καταγράψη.



Ησ. 10,20 Καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ οὐκέτι προστεθήσεται τὸ καταλειφθὲν Ἰσραήλ, καὶ οἱ σωθέντες τοῦ Ἰακὼβ οὐκέτι μὴ πεποιθότες ὦσιν ἐπὶ τοὺς ἀδικήσαντας αὐτούς, ἀλλὰ ἔσονται πεποιθότες ἐπὶ τὸν Θεὸν τὸν ἅγιον τοῦ Ἰσραὴλ τῇ ἀληθείᾳ,



Ησ. 10,20 Και θα συμβή τούτο· κατά την ημέραν εκείνην της παιδαγωγικής τιμωρίας των Ισραηλιτώύ, του ολέθρου δε των 'Ασσυριων το περισωθέν κατάλοιπον του ισραηλιτικοϋ λαού δεν θα έχη πλέον την πρόθεσιν να στηρίζη την πεποίθησίν του εις ανθρώπους. Και όσοι από τους απογόνους του Ιακώβ εσώθησαν, δεν θα έχουν πεποίθησιν στους αδικήσαντας αυτούς Ασσυρίους. Αλλα θα στηρίζουν ειλικρινώς την πεποίθησίν των στον Θεόν τον άγιον του Ισραήλ.






Ησ. 10,21 καὶ ἔσται τὸ καταλειφθὲν τοῦ Ἰακὼβ ἐπὶ Θεὸν ἰσχύοντα.





Ησ. 10,21 Τοτε δε θα επιστρέψη δια μετανοίας ο απομείνας ισραηλιτικός λαός προς τον παντοδύναμον Θεόν.





Ησ. 10,22 καὶ ἐὰν γένηται ὁ λαὸς Ἰσραὴλ ὡς ἡ ἄμμος τῆς θαλάσσης, τὸ κατάλειμμα αὐτῶν σωθήσεται· λόγον συντελῶν καὶ συντέμνων ἐν δικαιοσύνῃ,





Ησ. 10,22 Αλλά και εάν ο ισραηλιτικός λαός αυξηθή και γίνη πολυάριθμος, όπως η άμμος της θαλάσσης, θα κατάστραφή, και μόνον ένα υπόλοιπον από αυτόν θα διασωθή. Ο Κυριος θα πραγματοποίηση τον λόγον, τον οποίον απεφάσισε, τιμωρών εν δικαιοσύνη το κακόν.




Ησ. 10,23 ὅτι λόγον συντετμημένον Κύριος ποιήσει ἐν τῇ οἰκουμένῃ ὅλῃ.



Ησ. 10,23 Διότι την απόφασίν του περί τιμωρίας του κακού στον ισραηλιτικόν λαόν θα την πραγματοποίηση, όπως και εις ολόκληρον την οικουμένην.



Ησ. 10,24 Διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος σαβαώθ· μὴ φοβοῦ, ὁ λαός μου, οἱ κατοικοῦντες ἐν Σιών, ἀπὸ Ἀσσυρίων, ὅτι ἐν ῥάβδῳ πατάξει σε· πληγὴν γὰρ ἐπάγω ἐπὶ σὲ τοῦ ἰδεῖν ὁδὸν Αἰγύπτου.



Ησ. 10,24 Δια τούτο αυτά λέγει ο παντοκράτωρ· “συ ο ισραηλιτικός λαός μου, όσοι κατοικείτε εις την Σιών, μη φοβηθήτε από τους Ασσυρίους, όταν εκείνοι θα σας κτυπήσουν με ράβδον, διότι εγώ είμαι εκείνος, ο οποίος επιφέρω εναντίον σας την παιδαγωγικήν αυτήν τι μωρίαν, όπως άλλοτε κατά τους χρόνους της ταλαιπωρίας σου εις την Αίγυπτον.






Ησ. 10,25 ἔτι γὰρ μικρὸν καὶ παύσεται ἡ ὀργή, ὁ δὲ θυμός μου ἐπὶ τὴν βουλὴν αὐτῶν·





Ησ. 10,25 Ολίγον χρόνον ακόμη και θα παύση η οργή μου εναντίον σας, ο δε θυμός μου θα στραφή εναντίον της κακής αποφάσεως των Ασσυριων”.





Ησ. 10,26 καὶ ἐγερεῖ ὁ Θεὸς ἐπ᾿ αὐτοὺς κατὰ τὴν πληγὴν Μαδιὰμ ἐν τόπῳ θλίψεως, καὶ ὁ θυμὸς αὐτοῦ τῇ ὁδῷ τῇ κατὰ θάλασσαν εἰς τὴν ὁδὸν τὴν κατ᾿ Αἴγυπτον.





Ησ. 10,26 Ο Θεός θα εγείρη και θα επιφέρη εναντίον αυτών πληγήν ομοίαν προς την πληγήν, την οποίαν επέφερε κατά των Μαδιανιτών στον τόπον της καταστροφής των. Ο θυμός του θα εκσπάση καταστρεπτικός εναντίον αυτών, όπως συνέβη εις την οδόν την δια της Ερυθράς θαλάσσης, όταν εξήρχοντο οι Ισραηλίται ελεύθεροι από την Αίγυπτον.




Ησ. 10,27 καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἀφαιρεθήσεται ὁ ζυγὸς αὐτοῦ ἀπὸ τοῦ ὤμου σου καὶ ὁ φόβος αὐτοῦ ἀπὸ σοῦ, καὶ καταφθαρήσεται ὁ ζυγὸς ἀπὸ τῶν ὤμων ὑμῶν.



Ησ. 10,27 Κατά την ημέραν εκείνην θα αφαιρεθή από τους ώμους σας ο ζυγός της δουλείας των Ασσυρίων και ο φόβος σας απέναντι αυτών. Θα καταστραφή ο ζυγός της δουλείας από τους ώμους σας. '



Ησ. 10,28 ἥξει γὰρ εἰς τὴν πόλιν Ἀγγαὶ



Ησ. 10,28 Ο Ασσυύιος μονάρχης με τον στρατόν του θα έλθη εις την πόλιν Αγγαί,



Ησ. 10,29 καὶ παρελεύσεται εἰς Μαγγεδὼ καὶ εἰς Μαχμὰς θήσει τὰ σκεύη αὐτοῦ· καὶ παρελεύσεται φάραγγα καὶ ἥξει εἰς Ἀγγαί, φόβος λήψεται Ῥαμᾶ πόλιν Σαούλ· φεύξεται



Ησ. 10,29 θα πέραση από την πόλιν Μαγγεδώ, θα θέση τα όπλα του εις Μαχμάς, θα περάση την φάραγγα, θα φθάση εις Αγγαί.' Οι κάτοικοι της Ραμά, της πόλεως αυτής του Σαούλ, θα καταληφθούν από φόβον,



Ησ. 10,30 ἡ θυγάτηρ Γαλλείμ, ἐπακούσεται Λαϊσά, ἐπακούσεται Ἀναθώθ·



Ησ. 10,30 θα τραπούν εις φυγήν οι κάτοικοι της Γαλλείμ. θα πληροφορηθούν την διέλευσίν του αι πόλεις Λαϊσά και 'Αναθωθ.



Ησ. 10,31 καὶ ἐξέστη Μαδεβηνὰ καὶ οἱ κατοικοῦντες Γιββεΐρ·



Ησ. 10,31 Θα καταπλαγούν οι κάτοικοι της Μαδεβηνά και όσοι κατοικούν εις την Γιββεΐρ.



Ησ. 10,32 παρακαλεῖται σήμερον ἐν ὁδῷ τοῦ μεῖναι, τῇ χειρὶ παρακαλεῖτε, τὸ ὄρος, τὴν θυγατέρα Σιών, καὶ οἱ βουνοὶ οἱ ἐν Ἱερουσαλήμ.



Ησ. 10,32 Ενθαρρύνατε και ενισχύσατε σήμερον τους Ισραηλίτας, οι οποίοι πανικόβλητοι ευρίσκονται στον δρόμον της φυγής, να μείνουν και να μη φύγουν. Από μακρόθεν με νεύματα αναγγείλατε εις αυτούς το ευχάριστον γεγονός, στο όρος Σιών στους κατοίκους της Ιερουσαλήμ, εις τα υψώματα της πόλεως, (ότι ο Ασσύριος Μονάρχης εσταμάτησε την πορείαν προς την Ιερουσαλήμ).



Ησ. 10,33 ἰδοὺ γὰρ ὁ δεσπότης Κύριος σαβαὼθ συνταράσσει τοὺς ἐνδόξους μετὰ ἰσχύος, καὶ οἱ ὑψηλοὶ τῇ ὕβρει συντριβήσονται, καὶ οἱ ὑψηλοὶ ταπεινωθήσονται,



Ησ. 10,33 Διότι, ιδού ο δεσπότης, ο Κυριος των δυνάμεων, θα συγκλονίση με μεγάλην δύναμιν τους ενδόξους της γης, τους Ασσυρίους, και οι κατά κόσμον μεγάλοι θα συντριβούν δια την υπερηφάνειάν των, οι υψηλόφρονες και αλαζονικοί θα ταπεινωθούν.



Ησ. 10,34 καὶ πεσοῦνται οἱ ὑψηλοὶ μαχαίρᾳ, ὁ δὲ Λίβανος σὺν τοῖς ὑψηλοῖς πεσεῖται.



Ησ. 10,34 Θα πέσουν εν στόματι μαχαίρας οι υπερήφανοι. Ο Ασσύριος, ο ισχυρός ως Λιβανος, θα πέση μάζη με τα υψηλά του δένδρα, τους βοηθούς του.


 

ΗΣΑΪΑΣ 11

 

Ησ. 11,1 Καὶ ἐξελεύσεται ῥάβδος ἐκ τῆς ῥίζης Ἰεσσαί, καὶ ἄνθος ἐκ τῆς ῥίζης ἀναβήσεται.





Ησ. 11,1 Από την γενεαλογικήν ρίζαν του Ιεσσαί, θα φυτρώση κλωνάρι, και άνθος από την ρίζαν αυτήν θα αναβλαστήση.


Ησ. 11,2 καὶ ἀναπαύσεται ἐπ᾿ αὐτὸν πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, πνεῦμα σοφίας καὶ συνέσεως, πνεῦμα βουλῆς καὶ ἰσχύος, πνεῦμα γνώσεως καὶ εὐσεβείας·

Ησ. 11,2 Εις τον ευλογημένον αυτόν απόγονον του Ιεσσαί, θα επαναπαυθή το Πνεύμα του Θεού, Πνεύμα σοφίας και συνέσεως, Πνεύμα υγιούς θελήσεως και ισχύος, Πνεύμα γνώσεως και ευσεβείας.

Ησ. 11,3 ἐμπλήσει αὐτὸν πνεῦμα φόβου Θεοῦ. οὐ κατὰ τὴν δόξαν κρινεῖ οὐδὲ κατὰ τὴν λαλιὰν ἐλέγξει,

Ησ. 11,3 Θα γέμιση αυτόν ο Θεός με Πνεύμα φόβου Θεού. Φωτιζόμενος αυτός από τα υπέροχα αυτά χαρίσματα του Πνεύματος δεν θα εκφέρη κρίσιν σύμφωνα με την εξωτερικήν εμφάνισιν και δεν θα ελέγχη σύμφωνα με τους ματαίους και επιπολαίους λόγους των ανθρώπων.

Ησ. 11,4 ἀλλὰ κρινεῖ ταπεινῷ κρίσιν καὶ ἐλέγξει τοὺς ταπεινοὺς τῆς γῆς· καὶ πατάξει γῆν τῷ λόγῳ τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ ἐν πνεύματι διὰ χειλέων ἀνελεῖ ἀσεβῆ·

Ησ. 11,4 Αλλά θα κρίνη με ευθύτητα και δικαιοσύνην, θα δικαιώση τον ταπεινόν και τον δίκαιον, θα φανερώση και θα αποδώση το δίκαιον στους ταπεινούς και καταφρονημένους της γης. Με τον λόγον του στόματός του θα κτυπήση τον αμαρτωλόν και άδικον κόσμον. Και με ένα απλούν φύσημα των χειλέων του θα θανατώση τους ασεβείς.

Ησ. 11,5 καὶ ἔσται δικαιοσύνῃ ἐζωσμένος τὴν ὀσφὺν αὐτοῦ καὶ ἀληθείᾳ εἰλημένος τὰς πλευράς.

Ησ. 11,5 Αυτός θα έχη ζωσθή την μέσην του με την ζώνην της δικαιοσύνης. Με την ειλικρίνειαν δε και την φιλαλήθειαν θα έχη περικαλύψει τας πλευράς του.

Ησ. 11,6 καὶ συμβοσκηθήσεται λύκος μετ᾿ ἀρνός, καὶ πάρδαλις συναναπαύσεται ἐρίφω, καὶ μοσχάριον καὶ ταῦρος καὶ λέων ἅμα βοσκηθήσονται, καὶ παιδίον μικρὸν ἄξει αὐτούς·

Ησ. 11,6 Τοτε ο λύκος θα βόσκη μαζή με το αρνί, και η λεοπάρδαλις θα κατοική μαζή με το ερίφιον, το μοσχάριον και ο ταύρος θα βόσκουν μαζή με τον λέοντα και ένα μικρό παιδί θα οδηγή αυτά ως ήμερα αρνία.

Ησ. 11,7 καὶ βοῦς καὶ ἄρκος ἅμα βοσκηθήσονται, καὶ ἅμα τὰ παιδία αὐτῶν ἔσονται, καὶ λέων καὶ βοῦς ἅμα φάγονται ἄχυρα.

Ησ. 11,7 Το βόϊδι και η άρκτος θα βόσκουν μαζή και τα μικρά των θα κάμνουν μαζή συντροφιά. Το ληοντάρι και το βόϊδι θα τρώγουν μαζή άχυρα.

Ησ. 11,8 καὶ παιδίον νήπιον ἐπὶ τρώγλην ἀσπίδων καὶ ἐπὶ κοίτην ἐκγόνων ἀσπίδων τὴν χεῖρα ἐπιβαλεῖ.

Ησ. 11,8 Μικρό παιδί θα απλώνη και θα θέτη χωρίς κίνδυνον τα χέρια του εις την οπήν της δηλητηριώδους ασπίδος και εις την φωλεάν, όπου αι ασπίδες έχουν τα μικρά των.

Ησ. 11,9 καὶ οὐ μὴ κακοποιήσουσιν, οὐδὲ μὴ δύνωνται ἀπολέσαι οὐδένα ἐπὶ τὸ ὄρος τὸ ἅγιόν μου, ὅτι ἐνεπλήσθη ἡ σύμπασα τοῦ γνῶναι τὸν Κύριον ὡς ὕδωρ πολὺ κατακαλύψαι θαλάσσας.

Ησ. 11,9 Ολα τα άγρια θηρία και τα δηλητηριώδη φίδια δεν θα κάμουν εις κανένα κακόν, ούτε θα έχουν την δύναμιν και την διάθεσιν να φονεύσουν κανένα στο άγιόν μου όρος, διότι ολόκληρος ο κόσμος θα έχη πλημμυρίσει από την θείαν γνώσιν, όπως το πολύ ύδωρ κατακαλύπτει τας θαλάσσας.

Ησ. 11,10 Καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἡ ῥίζα τοῦ Ἰεσσαὶ καὶ ὁ ἀνιστάμενος ἄρχειν ἐθνῶν, ἐπ᾿ αὐτῷ ἔθνη ἐλπιοῦσι, καὶ ἔσται ἡ ἀνάπαυσις αὐτοῦ τιμή.

Ησ. 11,10 Κατά την ημέραν εκείνην ο ευλογημένος αυτός απόγονος του Ιεσσαί, ο Μεσσίας, θα εμφανισθή ως άρχων των εθνών, θα είναι μέγας κατά την αρετήν και την δύναμιν, ώστε τα έθνη θα στηρίξουν εις αυτόν τας ελπίδας των. Ο θρόνος του και η διαμονή του θα είναι ένδοξος και τιμημένη.

Ησ. 11,11 καὶ ἔσται τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνη προσθήσει Κύριος τοῦ δεῖξαι τὴν χεῖρα αὐτοῦ τοῦ ζηλῶσαι τὸ καταλειφθὲν ὑπόλοιπον τοῦ λαοῦ, ὃ ἂν καταλειφθῇ ἀπὸ τῶν Ἀσσυρίων καὶ ἀπὸ Αἰγύπτου καὶ Βαβυλωνίας καὶ Αἰθιοπίας καὶ ἀπὸ Ἐλαμιτῶν καὶ ἀπὸ ἡλίου ἀνατολῶν καὶ ἐξ Ἀραβίας.

Ησ. 11,11 Κατά την ημέραν εκείνην ο Κυριος θα δείξη και θα άπλωση το χέρι του, δια να φανερώσ·η την αγάπην του εις όσους απέμειναν ως υπόλοιπον του ισραηλιτικού λαού· εις αυτούς, που απέμειναν εις την Ασσυρίαν, εις την Αίγυπτον, εις την Βαβυλώνα, εις την Αιθιοπίαν, εις την χώραν των Ελαμιτών, εις τας ανατολικός χώρας και εις την Αραβιαν.
 

Ησ. 11,12 καὶ ἀρεῖ σημεῖον εἰς τὰ ἔθνη καὶ συνάξει τοὺς ἀπολομένους Ἰσραὴλ καὶ τοὺς διεσπαρμένους τοῦ Ἰούδα συνάξει ἐκ τῶν τεσσάρων πτερύγων τῆς γῆς.

Ησ. 11,12 Ο Κυριος θα υψώση σημαίαν εις τα έθνη και θα συγκεντρώση τους χαμένους ανά τα έθνη άνδρας του Ισραήλ, και τους διασκορπισμένους Ιουδαίους θα συγκεντρώση από τα τέσσαρα σημεία του ορίζοντος.

Ησ. 11,13 καὶ ἀφαιρεθήσεται ὁ ζῆλος Ἐφραὶμ καὶ οἱ ἐχθροὶ Ἰούδα ἀπολοῦνται· Ἐφραὶμ οὐ ζηλώσει Ἰούδαν, καὶ Ἰούδας οὐ θλίψει Ἐφραίμ.

Ησ. 11,13 Η παλαιά ζηλοφθονία και διχόνοια του Ισραήλ και του Ιούδα θα εξαλειφθή και οι εχθροί της φυλής Ιούδα θα καταστραφούν. Οι Ισραηλίται δεν θα ζηλοφθονούν πλέον τους Ιουδαίους και οι Ιουδαίοι δεν θα καταθλίβουν με πολέμους τους Ισραηλίτας.

Ησ. 11,14 καὶ πετασθήσονται ἐν πλοίοις ἀλλοφύλων θάλασσαν, ἅμα προνομεύσουσι καὶ τοὺς ἀφ᾿ ἡλίου ἀνατολῶν καὶ Ἰδουμαίαν· καὶ ἐπὶ Μωὰβ πρῶτον τὰς χεῖρας ἐπιβαλοῦσιν, οἱ δὲ υἱοὶ Ἀμμὼν πρῶτοι ὑπακούσονται.

Ησ. 11,14 Θα πετάξουν προς κατακτήσεις με τα πλοία των Φιλισταίων εις την Μεσόγειον θάλασσαν, συγχρόνως θα καταλάβουν και θα λαφυραγωγήσουν τας ανατολικάς χώρας και την Ιδουμαίαν. Θα απλώσουν τα χέρια των πρώτον και θα κατακτήσουν την χώραν των Μωαβιτών, και οι Αμμωνίται πρώτοι θα υποταχθούν εις αυτούς.

Ησ. 11,15 καὶ ἐρημώσει Κύριος τὴν θάλασσαν Αἰγύπτου καὶ ἐπιβαλεῖ τὴν χεῖρα αὐτοῦ ἐπὶ τὸν ποταμὸν πνεύματι βιαίῳ καὶ πατάξει ἑπτὰ φάραγγας, ὥστε διαπορεύεσθαι αὐτὸν ἐν ὑποδήμασι·

Ησ. 11,15 Θα καταστήση ο Κυριος ξηράν και έρημον την Ερυθράν Θαλασσαν της Αιγύπτου, Θα θέση το χέρι του επάνω στον Ευφράτην ποταμόν, αποστέλλων συγχρόνως ορμητικόν άνεμον. Θα κτυπήση τον ποταμόν και θα ανοίξη επτά στεγνάς διόδους, ώστε οι Ιουδαίοι, που ευρίσκονται εις την Βαβυλώνα να περάσουν αυτόν φορούντες τα υποδήματα των!

Ησ. 11,16 καὶ ἔσται δίοδος τῷ καταλειφθέντι μου λαῷ ἐν Αἰγύπτῳ, καὶ ἔσται τῷ Ἰσραὴλ ὡς ἡ ἡμέρα ὅτε ἐξῆλθεν ἐκ γῆς Αἰγύπτου.

Ησ. 11,16 Εις τον λαόν μου, ο οποίος ευρίσκεται εν Αιγύπτω, θα ανοιχθή δίοδος, όπως ακριβώς ηνοίχθη δια τους Ισραηλίτας κατά την ημέραν, που αυτοί εξήλθον από την

Αίγυπτον καταδιωκόμενοι από τον Φαραώ.



ΗΣΑΪΑΣ 12

 

Ησ. 12,1 Καὶ ἐρεῖς ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ· εὐλογήσω σε, Κύριε, διότι ὠργίσθης μοι καὶ ἀπέστρεψας τὸν θυμόν σου καὶ ἠλέησάς με.



Ησ. 12,1 Και τότε κάθε λυτρωμένος γεμάτος χαράν, θα διαλαλήση κατά την ευλογημένην εκείνην ημέραν· Θα σε δοξολογήσω, Κυριε, διότι ωργίσθης μεν κατά λόγον δικαιοσύνης εναντίον μου, αλλά χάρις στο έλεός σου κατεπράϋνες τον θυμόν σου και με ηλεήσες.



Ησ. 12,2 ἰδοὺ ὁ Θεός μου σωτήρ μου Κύριος, πεποιθὼς ἔσομαι ἐπ᾿ αὐτῷ καὶ σωθήσομαι ἐν αὐτῷ καὶ οὐ φοβηθήσομαι, διότι ἡ δόξα μου καὶ ἡ αἴνεσίς μου Κύριος καὶ ἐγένετό μοι εἰς σωτηρίαν.



Ησ. 12,2 Ιδού, δ Θεός, ο Κυριος είναι ο σωτήρ μου, εις αυτόν μόνον θα έχω και θα στηρίζω την πεποίθησίν μου, και αυτός θα με σώση. Ποτέ δεν θα φοβηθώ πλέον, διότι η δόξα μου και η δοξολογία μου είναι ο Κυριος, ο οποίος μου εχαρισε την σωτηρίαν.



Ησ. 12,3 καὶ ἀντλήσατε ὕδωρ μετ᾿ εὐφροσύνης ἐκ τῶν πηγῶν τοῦ σωτηρίου.


Ησ. 12,3 Αντλήσατε λοιπόν, δροσερό νερό με χαράν από τας σωτηρίους πηγάς του Κυρίου,

Ησ. 12,4 καὶ ἐρεῖς ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ· ὑμνεῖτε Κύριον, βοᾶτε τὸ ὄνομα αὐτοῦ, ἀναγγείλατε ἐν τοῖς ἔθνεσι τὰ ἔνδοξα αὐτοῦ, μιμνήσκεσθε, ὅτι ὑψώθη τὸ ὄνομα αὐτοῦ.


Ησ. 12,4 και θα πης κατά την ημέραν εκείνην συ ο λυτρωμένος· Υμνολογήσατε τον Κυριον, διαλαλήσατε το Ονομά του, αναγγείλατε εις τα έθνη όσα ένδοξα επραγματοποίησε. Να ενθυμήσθε, ότι εδοξάσθη και εμεγαλύνθη το Ονομά του.



Ησ. 12,5 ὑμνήσατε τὸ ὄνομα Κυρίου, ὅτι ὑψηλὰ ἐποίησεν· ἀναγγείλατε ταῦτα ἐν πάση τῇ γῇ.



Ησ. 12,5 Υμνολογήσατε το όνομα του Κυρίου, διότι μεγάλα και θαυμαστά επραγιματοποίησε. Διαλαλήσατε αυτά εις όλην την οικουμένην.



Ησ. 12,6 ἀγαλλιᾶσθε καὶ εὐφραίνεσθε, οἱ κατοικοῦντες Σιών, ὅτι ὑψώθη ὁ ἅγιος τοῦ Ἰσραὴλ ἐν μέσῳ αὐτῆς.


Ησ. 12,6 Σεις, που κατοικείτε την Ιερουσαλήμ, αγαλλιάσθε και ευρραίνεσθε, διότι εν μέσω της νέας αυτής Ιερουσαλήμ εδοξάσθη και δοξάζεται και θα δοξάζεται ο άγιος Θεός του Ισραήλ.

ΗΣΑΪΑΣ 13

Ησ. 13,1 Ὅρασις, ἣν εἶδεν Ἡσαΐας υἱὸς Ἀμώς, κατὰ Βαβυλῶνος.



Ησ. 13,1 Αποκαλυπτικόν όραμα, το οποίον είδεν ο Ησαΐας, ο υιός του Αμώς, εναντίον της Βαβυλώνος.



Ησ. 13,2 ἐπ᾿ ὄρους πεδινοῦ ἄρατε σημεῖον, ὑψώσατε τὴν φωνὴν αὐτοῖς, μὴ φοβεῖσθε, παρακαλεῖτε τῇ χειρί· ἀνοίξατε, οἱ ἄρχοντες.



Ησ. 13,2 Επάνω στο οροπεδιον της Βαβυλώνος, σεις οι επιτιθέμενοι επισημάνατε τον στόχον σας, σηκώσατε φωνήν και αλαλάξατε εναντίον αυτών. Μη φοβείσθε· ενθαρρύνετε και ενισχύετε ο ένας τον άλλον και με τας κινήσεις των χειρών σας. Και σεις, οι άρχοντες της Βαβυλώνος, ανοίξατε τας πύλας της πόλεως.






Ησ. 13,3 ἐγὼ συντάσσω καὶ ἐγὼ ἄγω αὐτούς· [ἡγιασμένοι εἰσί, καὶ ἐγὼ ἄγω αὐτούς]. γίγαντες ἔρχονται πληρῶσαι τὸν θυμόν μου χαίροντες ἅμα καὶ ὑβρίζοντες.





Ησ. 13,3 Εγώ συγκροτώ το στράτευμα δι' αυτήν την επίθεσιν και εγώ οδηγώ αυτούς. Ως γίγαντες ορμούν αυτοί εναντίον σας, δια να εκπληρώσουν τας αποφάσστου δικαίου θυμού μου, χαίροντες οι ίδιοι και συγχρόνως υβρίζοντας σας.





Ησ. 13,4 φωνὴ ἐθνῶν πολλῶν ἐπὶ τῶν ὀρέων, ὁμοία ἐθνῶν πολλῶν, φωνὴ βασιλέων καὶ ἐθνῶν συνηγμένων. Κύριος σαβαὼθ ἐντέταλται ἔθνει ὁπλομάχῳ




Ησ. 13,4 Πολλοί είναι οι επιτιθέμενοι, ώστε οι αλαλαγμοί των ακούονται εις τα όρη ωσάν αι φωναί πολλών εθνών· η βοή των ομοιάζει με φωνάς βασιλέων και πολλών εθνών συγκεντρωμένων. Ο Κυριος των δυνάμεων έδωσεν εντολήν στο ωπλισμένον και αξιόμαχον αυτό έθνος,






Ησ. 13,5 ἔρχεσθαι ἐκ γῆς πόῤῥωθεν ἀπ᾿ ἄκρου θεμελίου τοῦ οὐρανοῦ, Κύριος καὶ οἱ ὁπλομάχοι αὐτοῦ, τοῦ καταφθεῖραι πᾶσαν τὴν οἰκουμένην.





Ησ. 13,5 να ελθη από μακρυνήν χώραν, από την άκρην του ουρανού, ο Κυριος και ο αξιόμαχος αυτός στρατός του έρχονται, δια να καταστρέψουν όλην την αμάρτωλήν οικουμένην.





Ησ. 13,6 ὀλολύζετε, ἐγγὺς γὰρ ἡμέρα Κυρίου, καὶ συντριβὴ παρὰ τοῦ Θεοῦ ἥξει·




Ησ. 13,6 Βαβυλώνειοι, κλαύσατε με αλολυγμούς, διότι έφθασε πλέον η ημέρα του Κυρίου και η συντριβή σας θα έλθη εκ μέρους του Θεού.



Ησ. 13,7 διὰ τοῦτο πᾶσα χεὶρ ἐκλυθήσεται καὶ πᾶσα ψυχὴ ἀνθρώπου δειλιάσει.



Ησ. 13,7 Δια τούτο κάθε χέρι σας θα παραλύση, ώστε να μη ημπορή να κρατήση όπλον, και κάθε ψυχή ανθρώπου θα πανικοβληθή και θα δειλιάση.



Ησ. 13,8 καὶ ταραχθήσονται οἱ πρέσβεις καὶ ὠδῖνες αὐτοὺς ἕξουσιν, ὡς γυναικὸς τικτούσης· καὶ συμφοράσουσιν ἕτερος πρὸς τὸν ἕτερον καὶ ἐκστήσονται καὶ τὸ πρόσωπον αὐτῶν ὡς φλὸξ μεταβαλοῦσιν.



Ησ. 13,8 Θα ταραχθούν οι πρέσβεις, που θα αποστείλετε προς ειρήνην. Θα τους καταλάβουν ωδίνες οξείαι ώσαν της γυναικός, που πρόκειται να γεννήση, θα κλαίουν μεταξύ των την συμφοράν των, θα μείνουν κατάπληκτοι, το δε πρόσωπον των θα μεταβληθή, θα γίνη κατάκόκκινον ωσάν την φλόγα.



Ησ. 13,9 ἰδοὺ γὰρ ἡμέρα Κυρίου ἔρχεται ἀνίατος θυμοῦ καὶ ὀργῆς θεῖναι τὴν οἰκουμένην ἔρημον καὶ τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἀπολέσαι ἐξ αὐτῆς.



Ησ. 13,9 Διότι, ιδού έρχεται η ημέρα του Κυρίου γεμάτη θυμόν και οργήν, που κανείς δεν ημπορεί να την εξιλέωση, και η δικαία αυτή οργή του θα καταστήση έρημον την οικουμενην· και θα καταστρέψη τους αμαρτωλούς από αυτήν.






Ησ. 13,10 οἱ γὰρ ἀστέρες τοῦ οὐρανοῦ καὶ ὁ Ὠρίων καὶ πᾶς ὁ κόσμος τοῦ οὐρανοῦ τὸ φῶς οὐ δώσουσι, καὶ σκοτισθήσεται τοῦ ἡλίου ἀνατέλλοντος, καὶ ἡ σελήνη οὐ δώσει τὸ φῶς αὐτῆς.





Ησ. 13,10 Οι αστέρες του ουρανού, ο Ωρίων και όλος ο έναστρος κόσμος του ουρανού δεν θα δώσουν πλέον το φως των. Ο ανατέλλων ήλιος θα σκοτισθή και η σελήνη δεν θα δώση το φέγγος της.





Ησ. 13,11 καὶ ἐντελοῦμαι τῇ οἰκουμένῃ ὅλῃ κακὰ καὶ τοῖς ἀσεβέσι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν· καὶ ἀπολῶ ὕβριν ἀνόμων, καὶ ὕβριν ὑπερηφάνων ταπεινώσω.




Ησ. 13,11 Θα δώσω εντολήν να επέλθουν συμφοραί εις όλην την οικουμένην και στους ασεβείς τιμωρίαι δια τας αμαρτίας αυτών, θα καταστρέψω την έπαρσιν των παρανόμων και θα ταπεινώσω τον εγωϊσμόν των υπερηφάνων.



Ησ. 13,12 καὶ ἔσονται οἱ καταλελειμμένοι ἔντιμοι μᾶλλον ἢ τὸ χρυσίον τὸ ἄπυρον, καὶ ὁ ἄνθρωπος μᾶλλον ἔντιμος ἔσται ἢ ὁ λίθος ὁ ἐκ Σουφίρ.



Ησ. 13,12 Οσοι δε απομείνουν από αυτήν την καταστροφήν, θα είναι περισσότερον ολι-γοστοί και σπάνιοι, παρ' όσον είναι το εξορυσσόμενον και σκεπασμένον από χώματα και μη καθαρισθέν χρυσάφι, και οι άνθρωποι σπανιώτεροι από τους πολυτίμους εκ Σουφίρ λίθους.



Ησ. 13,13 ὁ γὰρ οὐρανὸς θυμωθήσεται καὶ ἡ γῆ σεισθήσεται ἐκ τῶν θεμελίων αὐτῆς διὰ θυμὸν ὀργῆς Κυρίου σαβαὼθ ἐν τῇ ἡμέρᾳ, ᾗ ἂν ἐπέλθῃ ὁ θυμὸς αὐτοῦ.



Ησ. 13,13 Και αυτός ο ουρανός θα οργισθή εναντίον των αμαρτωλών ανθρώπων και θα αποστείλη θυέλλας και κατακλυσμούς. Η γη θα σεισθή εκ θεμελίων εξ αιτίας του θυμού του Κυρίου τότε κατά την ημέραν, κατά την οποίαν θα επέλθη εναντίον των αμαρτωλών ο θυμός αυτού.



Ησ. 13,14 καὶ ἔσονται οἱ καταλελειμμένοι ὡς δορκάδιον φεῦγον καὶ ὡς πρόβατον πλανώμενον, καὶ οὐκ ἔσται ὁ συνάγων, ὥστε ἄνθρωπον εἰς τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀποστραφῆναι καὶ ἄνθρωπον εἰς τὴν χώραν ἑαυτοῦ διώξεται.



Ησ. 13,14 Οσοι δε απολειφθούν θα είναι δειλοί και περίφοβοι σαν το ζαρκάδι, που φεύγει πανικόβλητον, σαν τα περιπλανώμενα πρόβατα, δια τα οποία δεν υπάρχει κανείς να τα συγκέντρωση και περιφρούρηση. Εν όψει αυτής της συμφοράς κάθε ξένος ότνθρωπος θα επιστρέψη στον λαόν του και θα επιδιώξη με κάθε τρόπον να επανέλθη εις την πατρίδα του.



Ησ. 13,15 ὃς γὰρ ἂν ἁλῷ, ἡττηθήσεται, καὶ οἵτινες συνηγμένοι εἰσί, μαχαίρᾳ πεσοῦνται·



Ησ. 13,15 Εκείνοι που θα συλληφθούν αιχμάλωτοι, θα υποστούν τας σκληράς συνεπείας της ήττης των και όσοι συγκεντρωθούν, δια να φέρουν αντίστάσιν, θα πέσουν εν στόματι μαχαίρας.



Ησ. 13,16 καὶ τὰ τέκνα αὐτῶν ἐνώπιον αὐτῶν ῥάξουσι καὶ τὰς οἰκίας αὐτῶν προνομεύσουσι καὶ τὰς γυναῖκας αὐτῶν ἕξουσιν.



Ησ. 13,16 Οι εχθροί θα συντρίψουν και τα παιδιά των ηττημένων εμπρός εις τα μάτια των επάνω στο έδαφος, θα λεηλατήσουν τα σπίτια των και θα πάρουν τας γυναίκας υπό την εξουσίαν των.



Ησ. 13,17 ἰδοὺ ἐπεγείρω ὑμῖν τοὺς Μήδους, οἳ ἀργύριον οὐ λογίζονται, οὐδὲ χρυσίου χρείαν ἔχουσι.



Ησ. 13,17 Ιδού, λοιπόν, εγώ εξεγείρω εναντίον σας τους Μηδους, οι οποίοι δεν δίδουν σημασίαν στο αργύριον, και ούτε έχουν ανάγκην από χρυσόν.



Ησ. 13,18 τοξεύματα νεανίσκων συντρίψουσι καὶ τὰ τέκνα ὑμῶν οὐ μὴ ἐλεήσωσιν, οὐδὲ ἐπὶ τοῖς τέκνοις σου φείσονται οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν.



Ησ. 13,18 Αυτοί θα συντρίψουν τους τοξότας νέους σας, τα τόξα και τα βέλη αυτών. Δεν θα λυπηθούν τα έμβρυα εις τας κοιλίας των μητέρων των, ούτε τα μάτια των θα λυπηθούν τα παιδία σας.



Ησ. 13,19 καὶ ἔσται Βαβυλών, ἣ καλεῖται ἔνδοξος ἀπὸ βασιλέως Χαλδαίων, ὃν τρόπον κατέστρεψεν ὁ Θεὸς Σόδομα καὶ Γόμοῤῥα·



Ησ. 13,19 Και έτσι η Βαβυλών, η οποία χάρις στον βασιλέα των Χαλδαίων έγινε και ανεδείχθη ένδοξος και λαμπρά, θα υποστή τρομεράν καταστροφήν, ώσαν εκείνην δια της οποίας ο Θεός κατέστρεψε τα Σοδαμα και τα Γομορρα.



Ησ. 13,20 οὐ κατοικηθήσεται εἰς τὸν αἰῶνα χρόνον, οὐδὲ μὴ εἰσέλθωσιν εἰς αὐτὴν διὰ πολλῶν γενεῶν, οὐδὲ μὴ διέλθωσιν αὐτὴν Ἄραβες, οὐδὲ ποιμένες οὐ μὴ ἀναπαύσονται ἐν αὐτῇ·



Ησ. 13,20 Δεν θα κατοικηθή πλέον εις αιώνας αιώνων ως ένδοξος πόλις. Επί πολλάς γενεάς δεν θα εισέλθουν εις αυτήν άνθρωποι, δεν θα περάσουν καν από αυτήν Αράβες· ούτε ποιμένες και νομάδες θα αναπαυθούν εις αυτήν!






Ησ. 13,21 καὶ ἀναπαύσονται ἐκεῖ θηρία καὶ ἐμπλησθήσονται αἱ οἰκίαι ἤχου, καὶ ἀναπαύσονται ἐκεῖ σειρῆνες, καὶ δαιμόνια ἐκεῖ ὀρχήσονται,




Ησ. 13,21 Αλλά εκεί θα ευρίσκουν καταφύγιον και ασφάλειαν τα θηρία· αι δε απομείνασαι οικίαι θα αντηχούν από τους ορυγμούς και τας αγρίας κραυγάς των. Σειρήνες θα αναπαύωνται εκεί και τα πονηρά δαιμόνια θα στήνουν χορόν.






Ησ. 13,22 καὶ ὀνοκένταυροι ἐκεῖ κατοικήσουσι, καὶ νοσσοποιήσουσιν ἐχῖνοι ἐν τοῖς οἴκοις αὐτῶν· ταχὺ ἔρχεται καὶ οὐ χρονιεῖ.




Ησ. 13,22 Αγριοι όνοι θα κατοικούν εκεί· και στους οίκους των Βαβυλωνίων οι ακανθόχοιροι θα γεννήσουν και θα θρέψουν τους νεοσσούς των. Αυτή δε η φοβερά κατά της Βαβυλώνος τιμωρία έρχεται σύντομα· δεν θα βραδύνη.


 



ΗΣΑΪΑΣ 14

 

Ησ. 14,1 Καὶ ἐλεήσει Κύριος τὸν Ἰακὼβ καὶ ἐκλέξεται ἔτι τὸν Ἰσραήλ, καὶ ἀναπαύσονται ἐπὶ τῆς γῆς αὐτῶν, καὶ ὁ γειώρας προστεθήσεται πρὸς αὐτοὺς καὶ προστεθήσεται πρὸς τὸν οἶκον Ἰακώβ,



Ησ. 14,1 Εξ αντιθέτου όμως ο Κυριος θα ελεήση τας φυλάς του Ιακωβ, θα εκλέξη και πάλιν ως λαόν του αγαπητόν τους ισραηλίτας, και θα αναπαυθούν εις την γην των προγόνων των. Επανερχομένους από την αιχμαλωσίαν των θα τους ακολουθήσουν προσήλυτοι της Βαβυλώνος, οι οποίοι και θα προστεθούν στον Ισραηλιτικόν λαόν.

Ησ. 14,2 καὶ λήψονται αὐτοὺς ἔθνη καὶ εἰσάξουσιν εἰς τὸν τόπον αὐτῶν, καὶ κατακληρονομήσουσι καὶ πληθυνθήσονται ἐπὶ τῆς γῆς τοῦ Θεοῦ εἰς δούλους καὶ δούλας· καὶ ἔσονται αἰχμάλωτοι οἱ αἰχμαλωτεύσαντες αὐτούς, καὶ κυριευθήσονται οἱ κυριεύσαντες αὐτῶν.

Ησ. 14,2 Τα έθνη θα παραλάβουν τους διεσκορπισμένους Ιουδαίους και θα τους επαναφέρουν με τιμήν εις την πατρίδα των. Αυτήν θα την αποκτήσουν και πάλιν ως κληρονομίαν των και θα πληθυνθούν εις την θεοδώρητον αυτήν χώραν, ώστε να είναι και να μείνουν δούλοι και δούλαι του Θεού. Εκείνοι δέ που τους ηχμαλώτισαν, θα γίνουν τώρα αιχμάλωτοί των· θα κυριευθούν από αυτούς ως υποχείριοί των εκείνοι, οι οποίοι τους ειχαν κατακυριεύσει.
 

Ησ. 14,3 Καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἀναπαύσει σε Κύριος ἀπὸ τῆς ὀδύνης καὶ τοῦ θυμοῦ σου καὶ τῆς δουλείας σου τῆς σκληρᾶς, ἧς ἐδούλευσας αὐτοῖς.

Ησ. 14,3 Κατά την ημέραν εκείνην θα σε αναπαύση ο Κυριος από τας οδύνας, που εδοκίμασες, από την εσωτερικην καταπίεσιν και αγανάκτησιν, από την σκληρην δουλείαν, εις την οποίαν είχες υποδουλωθή.

Ησ. 14,4 καὶ λήψῃ τὸν θρῆνον τοῦτον ἐπὶ τὸν βασιλέα Βαβυλῶνος καὶ ἐρεῖς ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνη· πῶς ἀναπέπαυται ὁ ἀπαιτῶν καὶ ἀναπέπαυται ὁ ἐπισπουδαστής;

Ησ. 14,4 Και τότε συ, ο Ισραηλιτικός λαός βλέπων τας αδιηγήτους συμφοράς και τον όλεθρον των Βαβυλωνίων, θα αναλάβης κατά την ημέραν εκείνην θρήνον εναντίον του βασιλέως Βαβυλώνος και θα πης· Πως έσβησεν ο σκληρός απαιτητής φόρων δουλείας; Πως είχε λείψει ο υπερόπτης, ο σκληρός και πλεονέκτης αυτός τύραννος;
 

Ησ. 14,5 συνέτριψε Κύριος τὸν ζυγὸν τῶν ἁμαρτωλῶν, τὸν ζυγὸν τῶν ἀρχόντων·

Ησ. 14,5 Ελειψε, διότι ο Κυριος συνέτριψε τον ζυγόν, τον οποίον αμαρτωλοί άνθρωποι επέβαλαν, τον ζυγόν των πονηρών αρχόντων της Βαβυλώνος.

Ησ. 14,6 πατάξας ἔθνος θυμῷ, πληγῇ ἀνιάτῳ, παίων ἔθνος πληγὴν θυμοῦ, ἣ οὐκ ἐφείσατο, ἀνεπαύσατο πεποιθώς.

Ησ. 14,6 Επάνω στον δίκαιον θυμόν του εκτύπησε με συμφοράς αθεραπεύτους το πονηρόν τούτο έθνος· το έπληξε με αλεπαλλήλους συμφοράς και ανελέητα κτυπήματα· και τότε εσταμάτησε τα πλήγματα, όταν είδεν ότι ωλοκληρώθη η καταστροφή.
 

Ησ. 14,7 πᾶσα ἡ γῆ βοᾷ μετ᾿ εὐφροσύνης,

Ησ. 14,7 Εξ αιτίας της καταστροφής του πονηρού και επικινδύνου βασιλείου της Βαβυλώνος, ολόκληρος η γη βοά με ευφροσύνην.

Ησ. 14,8 καὶ τὰ ξύλα τοῦ λιβάνου εὐφράνθησαν ἐπὶ σοὶ καὶ ἡ κέδρος τοῦ Λιβάνου· ἀφ᾿ οὗ σὺ κεκοίμησαι, οὐκ ἀνέβη ὁ κόπτων ἡμᾶς.

Ησ. 14,8 Τα μεγάλα δένδρα και τα κέδρα του Λιβάνου ηυφράνθησαν, ω Βαβυλών, δια την κατάστροφήν σου, και είπαν· “από τότε που συ απέθανες και έλειψες από το πρόσωπον της γης, κανένας υλοτόμος δεν ανέβη, δια να μας κόψη.
 

Ησ. 14,9 ὁ ᾅδης κάτωθεν ἐπικράνθη συναντήσας σοι, συνηγέρθησάν σοι πάντες οἱ γίγαντες οἱ ἄρξαντες τῆς γῆς, οἱ ἐγείραντες ἐκ τῶν θρόνων αὐτῶν πάντας βασιλεῖς ἐθνῶν.

Ησ. 14,9 Και αυτός ο εις τα καταχθόνια πονηρός άδης έπικράνθη και ηγανάκτησεν, όταν σε συνήντησεν. Εσηκώθησαν δια σε όλοι μαζή οι γίγαντες, οι οποίοι, όταν συ εζούσες, υπήρξαν άρχοντες εις την γην αυτοί, που είχαν ξεσηκώσει και πετάξει από τους θρόνους των όλους τους βασιλείς των εθνών.

Ησ. 14,10 πάντες ἀποκριθήσονται καὶ ἐροῦσί σοι· καὶ σὺ ἑάλως, ὥσπερ καὶ ἡμεῖς, ἐν ἡμῖν δὲ κατελογίσθης.

Ησ. 14,10 Ολοι αυτοί θα πάρουν τον λόγον και θα σου πουν· “ώστε λοιπόν και συ εκυριεύθης από τον θάνατον και τον όλεθρον καθώς και ημείς; Συγκατεριθμήθης, λοιπόν αναμεταξύ μας.
 

Ησ. 14,11 κατέβη εἰς ᾅδου ἡ δόξα σου, ἡ πολλὴ εὐφροσύνη σου· ὑποκάτω σου στρώσουσι σῆψιν, καὶ τὸ κατακάλυμμά σου σκώληξ.

Ησ. 14,11 Εις τον άδην κατέβηκεν η δόξα σου και η πολλή ευφροσύνη σου. Σαπίλαν θα στρώσουν υπό κάτω σου και το σκέπασμα, με το οποίον θα σκεπασθής, θα είναι σκουλήκια».
 
 

 
Ησ. 14,12 πῶς ἐξέπεσεν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ὁ ἑωσφόρος ὁ πρωΐ ἀνατέλλων; συνετρίβη εἰς τὴν γῆν ὁ ἀποστέλλων πρὸς πάντα τὰ ἔθνη.

Ησ. 14,12 Πως εξέπεσε στον αφανισμόν και την εξουδενωσιν ο βασιλεύς της Βαβυλώνος, ο οποίος εφαίνετο ώσαν αυγερινός, που πρωϊ-πρωϊ ανατέλλει στον ουρανόν; Συνετρίβη επάνω εις την γην αυτός, ο οποίος έστειλε νικηφόρα τα στρατεύματα του εναντίον όλων των εθνών.

Ησ. 14,13 σὺ δὲ εἶπας ἐν τῇ διανοίᾳ σου· εἰς τὸν οὐρανὸν ἀναβήσομαι, ἐπάνω τῶν ἀστέρων τοῦ οὐρανοῦ θήσω τὸν θρόνον μου, καθιῶ ἐν ὄρει ὑψηλῷ, ἐπὶ τὰ ὄρη τὰ ὑψηλὰ τὰ πρὸς Βοῤῥᾶν,

 
Ησ. 14,13 “Συ, αλαζονικέ βασιλεύ της Βαβυλώνος, δταν εζούσες, είπες με τον νουν σου· Θα ανεβώ στον ουρανόν, επάνω εις τα αστέρια του ουρανού θα στήσω τον θρόνον μου, θα καθίσω ένδοξος βασιλεύς εις όρος υψηλόν, εις τα όρη τα υψηλά, που ευρίσκονται βορείως της Βαβυλώνος.
 

Ησ. 14,14 ἀναβήσομαι ἐπάνω τῶν νεφῶν, ἔσομαι ὅμοιος τῷ Ὑψίστῳ.

Ησ. 14,14 Θα ανεβώ, είπες, επάνω από τα σύννεφα, θα γίνω όμοιος προς τον Υψιστον Θεόν”!

Ησ. 14,15 νῦν δὲ εἰς ᾅδην καταβήσῃ καὶ εἰς τὰ θεμέλια τῆς γῆς.

Ησ. 14,15 Τωρα ιδού, θα κατεβής στον άδην, εις τα βάθη, όπου υπάρχουν τα θεμέλια της γης.

Ησ. 14,16 οἱ ἰδόντες σε θαυμάσονται ἐπὶ σοὶ καὶ ἐροῦσιν· οὗτος ὁ ἄνθρωπος ὁ παροξύνων τὴν γῆν, ὁ σείων βασιλεῖς;

Ησ. 14,16 Οι άνθρωποι, οι οποίοι θα ίδουν το κατάντημά σου, θα καταπλαγούν και θα πουν· “αυτός, λοιπόν, είναι ο άνθρωπος, ο οποίος ο ανετάρασσε και ετρομοκρατούσε την οικουμένην, συνεκλόνιζε και εκρήμνιζε τους βασιλείς;
 

Ησ. 14,17 ὁ θεὶς τὴν οἰκουμένην ὅλην ἔρημον καὶ τὰς πόλεις αὐτοῦ καθεῖλε, τοὺς ἐν ἐπαγωγῇ οὐκ ἔλυσε.

Ησ. 14,17 Αυτός, ο οποίος είχεν ερημώσει την οικουμένην, και κατέστρεφε τας πόλεις και τα τείχη των, τους δε εν αιχμαλωσία εκρατούσεν εις δεσμά.

Ησ. 14,18 πάντες οἱ βασιλεῖς τῶν ἐθνῶν ἐκοιμήθησαν ἐν τιμῇ, ἄνθρωπος ἐν τῷ οἴκῳ αὐτοῦ·

Ησ. 14,18 Ολοι οι βασιλείς των εθνών απέθαναν και ετάφησαν μετά τιμών, ο καθένας στον οίκον του, στο βασίλειόν του.

Ησ. 14,19 σὺ δὲ ῥιφήσῃ ἐν τοῖς ὄρεσιν ὡς νεκρὸς ἐβδελυγμένος μετὰ πολλῶν τεθνηκότων ἐκκεκεντημένων μαχαίραις, καταβαινόντων εἰς ᾅδου. ὃν τρόπον ἱμάτιον ἐν αἵματι πεφυρμένον οὐκ ἔσται καθαρόν,

Ησ. 14,19 Συ όμως, παράνομε βασιλεύ, θα φονευθής και θα ριφθής άταφος εις τα όρη, σαν σιχαμένος και ακάθαρτος νεκρός μαζή με πολλούς άλλους νεκρούς, οι οποίοι θα έχουν φονευθή διαπερασμένοι από μαχαίρας, και θα καταβαίνουν στον άδην σαν ένδυμα, που έχει βαφή εις ανθρώπινον αίμα και δεν είναι καθαρόν.

Ησ. 14,20 οὕτως οὐδὲ σὺ ἔσῃ καθαρός, διότι τὴν γῆν μου ἀπώλεσας καὶ τὸν λαόν μου ἀπέκτεινας· οὐ μὴ μείνῃς εἰς τὸν αἰῶνα χρόνον, σπέρμα πονηρόν.

Ησ. 14,20 Ετσι και συ δεν θα είσαι καθαρός και άνε-νοχος, διότι την χώραν μου την Ιουδαίαν κατέστρεψες και τον λαόν μου εφόνευσες· η γενεά σου, σπέρμα πονηρόν, δεν πρόκειται να διαιωνισθή επάνω εις την γην.
 

Ησ. 14,21 ἑτοίμασον τὰ τέκνα σου σφαγῆναι ταῖς ἁμαρτίαις τοῦ πατρὸς αὐτῶν, ἵνα μὴ ἀναστῶσι καὶ κληρονομήσωσι τὴν γῆν καὶ ἐμπλήσωσιν τὴν γῆν πολέμων.

Ησ. 14,21 Ετοίμασε τα παιδιά σου να σφαγούν εξ αιτίας των αμαρτιών του πατρός των, ίνα μη πονηρά παιδιά αμαρτωλού πατρός ανδρωθούν και κληρονομήσουν την χώραν και γεμίσουν την οικουμένην με πολέμους.

Ησ. 14,22 Καὶ ἐπαναστήσομαι αὐτοῖς, λέγει Κύριος σαβαώθ, καὶ ἀπολῶ αὐτῶν ὄνομα καὶ κατάλειμμα καὶ σπέρμα - τάδε λέγει Κύριος -

Ησ. 14,22 Εναντίον αυτών θα σηκωθώ επάνω, λέγει ο Κυριος των δυνάμεων, θα εξαφανίσω το όνομά των από την γην, καθένα που κατάγεται και απέμεινεν από αυτούς, κάθε απόγονον των αυτά λέγει ο Κυριος·
 
 

 
Ησ. 14,23 καὶ θήσω τὴν Βαβυλωνίαν ἔρημον, ὥστε κατοικεῖν ἐχίνους, καὶ ἔσται εἰς οὐδέν· καὶ θήσω αὐτὴν πηλοῦ βάραθρον εἰς ἀπώλειαν.

Ησ. 14,23 θα μεταβάλω και θα καταστήσω την Βαβυλώνα έρημον, ώστε να κατοικούν εις αυτήν ακανθόχοιροι, και θα είναι αυτή ως ένα τίποτε, θα μεταβάλω αυτήν εις ένα βορβορώδες βάραθρον προς αφανισμόν και καταστροφήν.

Ησ. 14,24 τάδε λέγει Κύριος σαβαώθ· ὃν τρόπον εἴρηκα, οὕτως ἔσται, καὶ ὃν τρόπον βεβούλευμαι, οὕτως μενεῖ,

 
Ησ. 14,24 Αυτά λέγει Κυριος των δυνάμεων, ο παντοκράτωρ· όπως είπα και όπως απεφάσισα, έτσι και θα γίνη και έτσι θα μείνη.
 

Ησ. 14,25 τοῦ ἀπολέσαι τοὺς Ἀσσυρίους ἀπὸ τῆς γῆς τῆς ἐμῆς καὶ ἀπὸ τῶν ὀρέων μου, καὶ ἔσονται εἰς καταπάτημα, καὶ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῶν ὁ ζυγὸς αὐτῶν, καὶ τὸ κῦδος αὐτῶν ἀπὸ τῶν ὤμων ἀφαιρεθήσεται.

Ησ. 14,25 Θα καταστρέψω τους Ασσυρίους από την χώραν μου την Ιουδαίαν και από τα ιδικά μου όρη· θα νικηθούν και θα καταπατηθούν με περιφρόνησιν από τους ανθρώπους, θα αφαιρεθή από τον λαόν μου ο ζυγός της δουλείας των. Ο εξευτελισμός και το όνειδός των, που ώσαν βαρύ φορτίον εβαρυνε τους ώμους των, θα αφαιρεθή”.
 

Ησ. 14,26 αὕτη ἡ βουλή, ἣν βεβούλευται Κύριος ἐπὶ τὴν ὅλην οἰκουμένην, καὶ αὕτη ἡ χεὶρ ἡ ὑψηλὴ ἐπὶ πάντα τὰ ἔθνη.

Ησ. 14,26 Αυτή είναι η απόφασις, την οποίαν έχει λάβει και αποφασίσει ο Κυριος, σχετικά με όλην την οικουμένην. Η παντοδύναμος τιμωρός δεξιά του είναι σηκωμένη εναντίον όλων των αμαρτωλών εθνών.

Ησ. 14,27 ἃ γὰρ ὁ Θεὸς ὁ ἅγιος βεβούλευται, τίς διασκεδάσει; καὶ τὴν χεῖρα αὐτοῦ τὴν ὑψηλὴν τίς ἀποστρέψει;

Ησ. 14,27 Αυτά δε τα οποία ο Θεός ο άγιος έχει αποφασίσει, ποιός είναι δυνατόν να τα εμποδίση και να τα ματαίωση; Και την παντοδύναμον δεξιάν του, που έχει υψωθή δια να επιπέση επί των αμαρτωλών, ποιός ημπορεί να την στρέψη αλλού;

Ησ. 14,28 Τοῦ ἔτους, οὗ ἀπέθανεν ὁ βασιλεὺς Ἄχαζ, ἐγενήθη τὸ ῥῆμα τοῦτο.

Ησ. 14,28 Ο προφητικός αυτός λόγος έγινε το έτος, κατά το οποίον απέθανεν ο βασιλεύς Αχαζ.

Ησ. 14,29 μὴ εὐφρανθείητε οἱ ἀλλόφυλοι πάντες, συνετρίβη γὰρ ὁ ζυγὸς τοῦ παίοντος ὑμᾶς· ἐκ γὰρ σπέρματος ὄφεως ἐξελεύσεται ἔκγονα ἀσπίδων, καὶ τὰ ἔκγονα αὐτῶν ἐξελεύσονται ὄφεις πετόμενοι

Ησ. 14,29 Μη χαίρετε και μη πανηγυρίζετε όλοι σεις, οι Φιλισταίοι, επειδή συνετρίβη ο ζυγός της δουλείας του μονάρχου, ο οποίος σας εκτύπα και σας έθλιβε. Διότι από τους απογόνους του φαρμακερού αυτού όφεως, θα βγουν παιδιά αντάξιά του, δηλητηριώδεις οχιές, θα βγουν ως απόγονοι του φίδια φτερωτά.

Ησ. 14,30 καὶ βοσκηθήσονται πτωχοὶ δι᾿ αὐτοῦ, πτωχοὶ δὲ ἄνθρωποι ἐπὶ εἰρήνης ἀναπαύσονται· ἀνελεῖ δὲ λιμῷ τὸ σπέρμα σου καὶ τὸ κατάλειμμά σου ἀνελεῖ.

Ησ. 14,30 Και ενώ αυτά θα συμβαίνουν εις βάρος του αμαρτωλού μονάρχου και άλλων εθνών, οι πτωχοί άνθρωποι του λαού θα διατρέφωνται και θα ποιμαίνωνται από τον θεόν και έτσι οι πτωχοί αυτοί και καταφρονημένοι τότε, θα αναπαύωνται εν ειρήνη. Αλλά τους ιδικούς σας απογόνους, ω Φιλισταίοι, θα εξολοθρεύση ο Κυριος με φοβεράν πείναν και εκείνους, που τυχόν θα απομείνουν, θα τους εξόντωση ο Κυριος.

Ησ. 14,31 ὀλολύξατε, πύλαι πόλεων, κεκραγέτωσαν πόλεις τεταραγμέναι, οἱ ἀλλόφυλοι πάντες, ὅτι ἀπὸ Βοῤῥᾶ καπνὸς ἔρχεται, καὶ οὐκ ἔστι τοῦ εἶναι.

Ησ. 14,31 Κλαύσατε, λοιπόν, με ολολυγμούς αι οχυραί πύλαι των πόλεων των Φιλισταίων· ας κράξουν οι αναστατωμένοι και ταραγμένοι κάτοικοι των, όλοι οι αλλόφυλοι, διότι ο καπνός των πόλεων, που καίονται, κατεβαίνει από τον βορράν και δεν πρόκειται κανείς να διαφύγη την καταστροφήν και να σωθή!
 

Ησ. 14,32 καὶ τί ἀποκριθήσονται βασιλεῖς ἐθνῶν; ὅτι Κύριος ἐθεμελίωσε Σιών, καὶ δι᾿ αὐτοῦ σωθήσονται οἱ ταπεινοὶ τοῦ λαοῦ.

Ησ. 14,32 Οι βασιλείς, λοιπόν, των διαφόρων εθνών, όταν θα βλέπουν τα γεγονότα αυτά, την ολοσχερή καταστροφήν των 'Ασσυριων και την σωτηρίαν του Ισραήλ, ποίον απάντησιν τάχα θα έχουν να δώσουν; Θα απαντήσουν φυσικά, ότι ο Κυριος εθεμελιωσε την Ιερουσαλήμ και ότι δι' αυτού εσώθησαν και θα σωθούν οι ταπεινοί εκ του λαού, οι οποίοι εξαρτούν και ζητούν από αυτόν την σωτηρίαν των.



ΗΣΑΪΑΣ 15


Τὸ ῥῆμα τὸ κατὰ τῆς Μωαβίτιδος.

Ησ. 15,1 Νυκτὸς ἀπολεῖται ἡ Μωαβῖτις, νυκτὸς γὰρ ἀπολεῖται τὸ τεῖχος τῆς Μωαβίτιδος.

Ησ. 15,1 Εν καιρώ νυκτός θα καταστραφή η χώρα των Μωαβιτών, διότι, και εν καιρώ νυκτός θα καταστραφούν και θα κρημνισθούν τα τείχη της.

Ησ. 15,2 λυπεῖσθε ἐφ᾿ ἑαυτοῖς, ἀπολεῖται γὰρ καὶ Δηβών, οὗ ὁ βωμὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἀναβήσεσθε κλαίειν· ἐπὶ Ναβαῦ τῆς Μωαβίτιδος ὀλολύζετε ἐπὶ πάσης κεφαλῆς φαλάκρωμα, πάντες βραχίονες κατατετμημένοι·

Ησ. 15,2 Πενθήσατε και κλαύσατε δια τας συμφοράς, που θα εκσπάσουν εναντίον σας, διότι θα καταστραφή η πόλις Δηβών, όπου ευρίσκεται ο βωμός του Θεού σας. Εκεί θα αναβήτε, δια να θρηνήσετε. Κλαύσατε με ολολυγμούς δια την καταστροφήν της Ναβού, της περιφήμου αυτής Μωαβιτικής πόλεως, που ευρίσκεται κοντά στο όρος Ναβαύ. Ξυρίσατε τα κεφάλια σας εις ένδειξιν του πένθους, που θα σας καταλάβη, κατακόψατε όλοι τους βραχίονάς σας.

Ησ. 15,3 ἐν ταῖς πλατείαις αὐτῆς περιζώσασθε σάκκους καὶ κόπτεσθε, ἐπὶ τῶν δωμάτων αὐτῆς καὶ ἐν ταῖς πλατείαις αὐτῆς καὶ ἐν ταῖς ῥύμας αὐτῆς πάντες ὀλολύζετε μετὰ κλαυθμοῦ.

Ησ. 15,3 Εις τας πλατείας της χώρας σας ζωσθήτε σάκκους πένθους και αρχίσατε κοπετούς και θρήνους. Επάνω εις τα δώματα της πόλεως και εις τας πλατείας αυτής και στους μεγάλους της δρόμους ολολύξατε όλοι με κλαυθμούς.

Ησ. 15,4 ὅτι κέκραγεν Ἐσεβὼν καὶ Ἐλεαλή, ἕως Ἰασσὰ ἠκούσθη ἡ φωνὴ αὐτῶν· διὰ τοῦτο ἡ ὀσφὺς τῆς Μωαβίτιδος βοᾷ, ἡ ψυχὴ αὐτῆς γνώσεται.

Ησ. 15,4 'Εκραυγασαν επάνω εις την φοβεράν θλίψιν των οι κάτοικοι της Εσεβών και της Ελεαλή. Αι κραυγαί των ηκούοντο μέχρι της πόλεως Ιασσά. Δια τούτο οι νεφροί της Μωαβίτιδος χώρας, άνθρωποι ανδρείοι που αποτελούν την ισχύν της, κραυγάζουν. Ολος ο λαός της βαθύτατα θα αισθανθή αυτόν τον πόνον της καταστροφής.

Ησ. 15,5 ἡ καρδία τῆς Μωαβίτιδος βοᾷ ἐν αὐτῇ ἕως Σηγώρ· δάμαλις γάρ ἐστι τριετής· ἐπὶ δὲ τῆς ἀναβάσεως Λουεὶθ πρός σε κλαίοντες ἀναβήσονται, τῇ ὁδῷ Ἀρωνιεὶμ βοᾷ σύντριμμα καὶ σεισμός.

Ησ. 15,5 Αι καρδίαι των Μωαβιτών βοούν· αι κραυγαί των ανέρχονται στο στόμα και ακούονται έως την Σηγώρ. Διότι η χώρα Μωάβ ομοιάζει με τριετή ακμαίαν δάμαλιν, της οποίας οι μεγάλοι μυκηθμοί ακούονται πολύ μακράν. Από την ανωφέρειαν της Λουείθ αναβαίνουν και έρχονται προς σέ, ω Σηγώρ, κλαίοντες πανικόβλητοι οι φυγάδες. Εις τας οδούς της πόλεως Αρωνιείμ κραυγάζουν οι φυγάδες· φοβερόν σύντριμμα και σεισμός!
 

Ησ. 15,6 τὸ ὕδωρ τῆς Νεμρεὶμ ἔρημον ἔσται, καὶ ὁ χόρτος αὐτῆς ἐκλείψει· χόρτος γὰρ χλωρὸς οὐκ ἔσται.

Ησ. 15,6 Το νερό της Νεμρείμ εξηράνθη, το χορτάρι της έχει εξαφανισθή, και χλωρό χορτάρι δεν θα υπαρξη πλέον εκεί.

Ησ. 15,7 μὴ καὶ οὕτως μέλει σωθῆναι; ἐπάξω γὰρ ἐπὶ τὴν φάραγγα Ἄραβας, καὶ λήψονται αὐτήν.

Ησ. 15,7 Αλλά μήπως και έτσι θα κατορθώσουν να αποφύγουν την καταστροφήν και να διασωθούν οι κάτοικοι της Νεμρείμ; Οχι, διότι εγώ θα επιφέρω εναντίον των εις την φάραγγα, όπου θα είναι κρυμμένοι, Αράβας και θα καταλάβουν αυτήν.

Ησ. 15,8 συνῆψε γὰρ ἡ βοὴ τὸ ὅριον τῆς Μωαβίτιδος τῆς Ἀγαλείμ, καὶ ὀλολυγμὸς αὐτῆς ἕως τοῦ φρέατος τοῦ Αἰλείμ.

Ησ. 15,8 Αι κραυγαί και αι βοαί των εξολοθρευομένων έφθασαν έως τα σύνορα της Μωαβίτιδος νοτίως μέχρι την πόλιν Αγαλείμ και ο ολολυγμός των κατοίκων της Μωάβ έφθασεν βορειοανατολικώς έως στο φρέαρ του Αιλείμ.

Ησ. 15,9 τὸ δὲ ὕδωρ τὸ Ῥεμμὼν πλησθήσεται αἵματος· ἐπάξω γὰρ ἐπὶ Ῥεμμὼν Ἄραβας καὶ ἀρῶ τὸ σπέρμα Μωὰβ καὶ Ἀριὴλ καὶ τὸ κατάλοιπον Ἀδαμά.

Ησ. 15,9 Το νερό του Ρεμμών θα γεμίση από τα αίματα των φονευομένων, διότι και προς τα εκεί, προς την Ρεμμών, θα παραχωρήσω να επιδράμουν ολοθρευταί οι Αραβες. Θα εξολοθρεύσω τους απογόνους του Μωάβ και την πόλιν Αριήλ και τους υπολοίπους κατοίκους της χώρας αυτής.



ΗΣΑΪΑΣ 16


Ησ. 16,1 Ἀποστελῶ ὡς ἑρπετὰ ἐπὶ τὴν γῆν· μὴ πέτρα ἔρημός ἐστι τὸ ὄρος θυγατρὸς Σιών;

Ησ. 16,1 Σαν ερπετά, που φοβισμένα σύρονται εις την γην, έτσι εγώ θα διώξω τους Μωαβίτας. Μηπως οι καταφρονηταί Μωαβίται εξακολουθούν να φρονούν, ότι το άγιον όρος της Σιών, της θυγατρός μου Ιερουσαλήμ, είναι έρημον;

Ησ. 16,2 ἔσῃ γὰρ ὡς πετεινοῦ ἀνιπταμένου νεοσσὸς ἀφηρημένος, θύγατερ Μωάβ. ἔπειτα δέ, Ἀρνῶν, πλείονα

Ησ. 16,2 Εχει θα καταφύγης, θα είσαι σαν νεοσσός, που μόλις επέταξε, διότι τον έχουν πάρει από την φωληά του, συ χώρα της Μωαβίτιδος. Και πιο πολύ συ η πόλις Αρνών

Ησ. 16,3 βουλεύου, ποίει τε σκέπην πένθους αὐτῇ διὰ παντός· ἐν μεσημβρινῇ σκοτίᾳ φεύγουσιν, ἐξέστησαν, μὴ ἀπαχθῇς.

Ησ. 16,3 σκέψου, γίνε και κάμε στέγην του πένθους της Μωάβ ολοκλήρου. Πανικόβλητοι φεύγουν οι κάτοικοί της σαν εις βαθύ σκοτάδι, ενώ είναι ώρα μεσημβρινή. Φεύγουν, έχασαν το μυαλό των. Μη αρνηθής προστασίαν εις αυτούς.

Ησ. 16,4 παροικήσουσί σοι οἱ φυγάδες Μωάβ, ἔσονται σκέπη ὑμῖν ἀπὸ προσώπου διώκοντος, ὅτι ᾔρθη ἡ συμμαχία σου, καὶ ὁ ἄρχων ἀπώλετο ὁ καταπατῶν ἐπὶ τῆς γῆς.

Ησ. 16,4 Εις σε θα παροικήσουν οι φυγάδες της Μωαβίτιδος χώρας. Σεις θα είσθε σκέπη και προστασία αυτών από τους εχθρούς, οι οποίοι τους καταδιώκουν. Διότι έχει ήδη διαλυθή η συμμαχία σου με τα αλλά εχθρικά έθνη. Ο δε σκληρός Ασσύριος άρχων, ο οποίος σε κατοπτατούσε, έχει ήδη χαθή.

Ησ. 16,5 καὶ διορθωθήσεται μετ᾿ ἐλέους θρόνος, καὶ καθιεῖται ἐπ᾿ αὐτοῦ μετὰ ἀληθείας ἐν σκηνῇ Δαυὶδ κρίνων καὶ ἐκζητῶν κρίμα καὶ σπεύδων δικαιοσύνην.

Ησ. 16,5 Συναψε φιλίαν και προσκολλήσου εις την Σ ιών, διότι θα ανορθωθή εκεί ένδοξος ο θρόνος του Δαυίδ, και εις την Σκηνήν και τον ένδοξον βασιλικόν θρόνον του Δαυίδ θα καθίση ένας μέγας Κριτής, ο οποίος θα στηρίζεται εις την δύναμιν της αληθείας, επιζητών και αποδίδων πάντοτε δικαίαν κρίσιν, με ζήλον αναζητών και εφαρμόζων δικαιοσύνην.

Ησ. 16,6 Ἠκούσαμεν τὴν ὕβριν Μωάβ, ὑβριστὴς σφόδρα, τὴν ὑπερηφανίαν ἐξῇρας. οὐχ οὕτως ἡ μαντεία σου, οὐχ οὕτως.

Ησ. 16,6 Επληροφορήθημεν την αλαζονείαν και αυθάδειαν της χώρας των Μωαβιτών. Υπήρξε παρά πολύ υπερήφανος αυτή. Η αλαζονεία και αυθαδεία της έφθασεν εις μεγάλο ύψος. Αι μαντείαι και αι προρρήσεις των ψευδοπροφητών σου δεν είναι, όπως σας τας παρουσιάζουν· είναι ψευιοπροφητείαι.
 

Ησ. 16,7 ὀλολύξει Μωάβ, ἐν γὰρ τῇ Μωαβίτιδι πάντες ὀλολύξουσι· τοῖς κατοικοῦσι δὲ Σὲθ μελετήσεις· καὶ οὐκ ἐντραπήσῃ.

Ησ. 16,7 Θα θρηνήση με ολολυγμούς η χώρα της Μωάβ, διότι εις την περιοχήν της όλοι θα θρηνήσουν με ολολυγμούς. Θα σκεφθής τότε τους κατοίκους της Σέθ, από τους οποίους και θα τρέξης να ζητήσης βοήθειαν, και δεν θα εντροπής δι' αυτό.

Ησ. 16,8 τὰ πεδία Ἐσεβὼν πενθήσει, ἄμπελος Σεβαμά· καταπίνοντες τὰ ἔθνη, καταπατήσατε τὰς ἀμπέλους αὐτῆς ἕως Ἰαζήρ· οὐ μὴ συνάψητε, πλανήθητε τὴν ἔρημον· οἱ ἀπεσταλμένοι ἐγκατελείφθησαν, διέβησαν γὰρ τὴν ἔρημον.

Ησ. 16,8 Αι πεδιάδες, της Εσεβών θα θρηνήσουν και αι άμπελοι της Σεβαμά. Σεις οι εχθροί, που καταπίνετε τα αλλά έθνη, καταπατήσατε και τας αμπέλους της χώρας αυτής έως εις την Ιαζήρ. Πουθενά δεν θα σταματήσετε. Συνεχίσατε την καταδίωξιν, περιπλανηθήτε εις την έρημον καταδιώκοντες τους φυγάδας. Οι πρέσβεις, που είχαν αποσταλή προς συνθηκολόγησιν, εγκατελείφθησαν, χωρίς να επιτύχουν συνάντησιν. Διότι οι εχθροί είχαν διαβή και προχωρήσει εις την έρημον.

Ησ. 16,9 διὰ τοῦτο κλαύσομαι ὡς τὸν κλαυθμὸν Ἰαζὴρ ἄμπελον Σεβαμά· τὰ δένδρα σου κατέβαλεν, Ἐσεβὼν καὶ Ἐλεαλή, ὅτι ἐπὶ τῷ θερισμῷ καὶ ἐπὶ τῷ τρυγητῷ σου καταπατήσω, καὶ πάντα πεσοῦνται.

Ησ. 16,9 Δια τούτο θα κλαύσω την καταστροφήν αμπελώνων της Σεβαμά, δπως έκλαυσα και την καταοτροφήν της Ιαζήρ. Τα δένδρα σου, ω Εσεβών και Ελεαλή, τα κατέστρεψε, τα έρριψεν εις την γην ο εχθρός σου και απειλεί λέγων· “θα καταπατήσω τον βερισμόν των σιτηρών σου και τον τρυγητόν των αμπελώνων σου, τα πάντα. Τιποτε δεν θα μείνη όρθιον αλλά τα πάντα θα ριφθούν εις την γην.
 

Ησ. 16,10 καὶ ἀρθήσεται εὐφροσύνη καὶ ἀγαλλίαμα ἐκ τῶν ἀμπελώνων σου, καὶ ἐν τοῖς ἀμπελῶσί σου οὐ μὴ εὐφρανθήσονται καὶ οὐ μὴ πατήσουσιν οἶνον εἰς τὰ ὑπολήνια, πέπαυται γάρ.

Ησ. 16,10 Θα αφαιρεθή και θα λείψη πλέον ευφροσύνη και αγαλλίασις από τους αμπελώνας σου. Τα παιδιά σου δεν θα ευφρανθούν από τους αμπελώνας σου. Δεν θα πατήσουν σταφυλάς, δια να ρίψουν μούστους εις τα υπολήνια. Καθε χαρμόσυνος φωνή και άσμα, συνήθη κατά τον τρυγητόν, θα έχουν πλέον παύσει.

Ησ. 16,11 διὰ τοῦτο ἡ κοιλία μου ἐπὶ Μωὰβ ὡς κιθάρα ἠχήσει, καὶ τὰ ἐντός μου ὡσεὶ τεῖχος, ὃ ἐνεκαίνισας.

Ησ. 16,11 Δια τας επικειμένας αυτάς συμφοράς κατά της. Μωάβ, περίλυπος η καρδία μου θα αντηχήση ωσάν μελαγχολική κιθάρα θρη-νωδη άσματα και τα σπλάγχνα μου θα σκληρυνθούν από τον πόνον, σαν τείχος του οποίου τώρα έγιναν τα εγκαίνια.

Ησ. 16,12 καὶ ἔσται εἰς τὸ ἐντραπῆναί σε, ὅτι ἐκοπίασε Μωὰβ ἐπὶ τοῖς βωμοῖς καὶ εἰσελεύσεται εἰς τὰ χειροποίητα αὐτῆς ὥστε προσεύξασθαι, καὶ οὐ μὴ δύνηται ἐξελέσθαι αὐτόν.

Ησ. 16,12 Και συ Μωάβ θα καταληφθής από εντροπήν, διότι εκοπίασες ανωφελώς προσφέ-ρουσα θυσίαν στους βωμούς των ειδωλολατρικών θεών σου. Θα εισέλθης στους ειδωλολατρικούς ναούς, όπου υπάρχουν τα χειροποίητα είδωλά σου, δια να ζητήσης και λάβης βοήθειαν, αλλά αυτά δεν θα ημπορέσουν να σε γλυτώσουν από τον εχθρόν”.

Ησ. 16,13 Τοῦτο τὸ ῥῆμα ὃ ἐλάλησε Κύριος ἐπὶ Μωάβ, ὁπότε καὶ ἐλάλησε.

Ησ. 16,13 Αυτά είναι τα προφητικά λόγια, τα οποία ο Κυριος μίλησε εναντίον της Μωάβ τότε, που τα είπε.

Ησ. 16,14 καὶ νῦν λέγω· ἐν τρισὶν ἔτεσιν ἐτῶν μισθωτοῦ ἀτιμασθήσεται ἡ δόξα Μωὰβ ἐν παντὶ τῷ πλούτῳ τῷ πολλῷ, καὶ καταλειφθήσεται ὀλιγοστὸς καὶ οὐκ ἔντιμος.

Ησ. 16,14 Και τώρα σας πληροφορώ, ότι έντος τριών ετών ώσαν τα έτη του μισθωτού ανθρώπου, θα εξευτελισθή και θα καταπέση όλη η δόξα της χώρας Μωάβ, με όλον τον άφθονον πλούτον της. Ολίγοι Μωαβίται θα απομείνουν και αυτοί θα είναι χωρίς καμμίαν υπόληψιν και εκτίμησιν.



ΗΣΑΪΑΣ 17


Τὸ ῥῆμα τὸ κατὰ Δαμασκοῦ.

Ησ. 17,1 Ἰδοὺ Δαμασκὸς ἀρθήσεται ἀπὸ πόλεων καὶ ἔσται εἰς πτῶσιν,

Ησ. 17,1 Ιδού, η Δαμασκός θα εξαφανισθή εκ μέσου των άλλων πόλεων της οικουμένης, η δε πτώσις αυτής θα είναι μεγάλη.

Ησ. 17,2 καταλελειμμένη εἰς τὸν αἰῶνα, εἰς κοίτην ποιμνίων καὶ ἀνάπαυσιν, καὶ οὐκ ἔσται ὁ διώκων.

Ησ. 17,2 Θα ενκαταλειφθή από τους άνθρωπους και θα μείνη έρημος δια παντός. Ως μάνδρα ποιμνίων θα χρησιμοποιηθούν αι περιοχαί της, όπου θα αναπαύωνται πρόβατα, και δεν θα υπάρχη κανείς να τα εκδίωξή από εκεί.

Ησ. 17,3 καὶ οὐκέτι ἔσται ὀχυρὰ τοῦ καταφυγεῖν Ἐφραίμ. καὶ οὐκέτι ἔσται βασιλεία ἐν Δαμασκῷ, καὶ τὸ λοιπὸν τῶν Σύρων ἀπολεῖται· οὐ γὰρ σὺ βελτίων εἶ τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ καὶ τῆς δόξης αὐτῶν· τάδε λέγει Κύριος σαβαώθ.

Ησ. 17,3 Δεν θα είναι πλέον η Δαμασκός οχυρά πόλις. δια να καταφεύγη εκεί το βασίλειον των Ισραηλιτών. Δεν θα βασιλεύση πλέον ως πρωτεύουσα λαών η Δαμασκός και το υπόλοιπον μέρος του συριακού κράτους θα εξολοθρευθή. Διότι συ, ω Δαμασκός, δεν είσαι βέδαια καλύτερη από τους 'Ισραηλιτας και την δόξαν αυτών, οι οποίοι εν τούτοις δια τας αμαρτίας των κατεστράφησαν. Αυτά λέγει ο Κυριος των Δυνάμεων.

Ησ. 17,4 Ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἔκλειψις τῆς δόξης Ἰακώβ, καὶ τὰ πίονα τῆς δόξης αὐτοῦ σεισθήσεται.

Ησ. 17,4 Κατά την ημέραν εκείνην της παρά Θεού τιμωρίας θα λείψη και θα σβήση η δόξα του ισραηλιτικού βασιλείου, θα σεισθούν εκ θεμελίων και θα καταπέσουν όλα τα ωραία και άφθονα υλικά και πνευματικά αγαθά, που αποτελούσαν την δόξαν του.

Ησ. 17,5 καὶ ἔσται ὃν τρόπον ἐάν τις συναγάγῃ ἀμητὸν ἑστηκότα καὶ σπέρμα σταχύων ἐν τῷ βραχίονι αὐτοῦ ἀμήσῃ, καὶ ἔσται ὃν τρόπον ἐάν τις συναγάγῃ στάχυν ἐν φάραγγι στερεᾷ

Ησ. 17,5 Θα μείνη χωρίς δόξαν και αξίαν, όπως όταν ο θεριστής θερίση τους ωρίμους στάχεις, συγκέντρωση αυτούς εις τα χέρια του, σήκωση από την περιοχήν τα ώριμα και παχειά στάχυα από τας πλουσίας κοιλάδας

Ησ. 17,6 καὶ καταλειφθῇ ἐν αὐτῇ καλάμη, ἢ ὡς ῥῶγες ἐλαίας δύο ἢ τρεῖς ἐπ᾿ ἄκρου μετεώρου, ἢ τέσσαρες ἢ πέντε ἐπὶ τῶν κλάδων αὐτῶν καταλειφθῆ· τάδε λέγει Κύριος ὁ Θεὸς Ἰσραήλ.

Ησ. 17,6 και απομείνη, η καλαμιά μόνη. Ολίγοι Ισραηλίται θα απομείνουν σαν δύο η τρεις ρώγες εληάς στο άκρον υψηλού κλάδου η τέσσαρες η πέντε εληές στους πλαγίους κλάδους. Αυτά λέγει ο Κυριος ο Θεός του Ισραήλ.

Ησ. 17,7 τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ πεποιθὼς ἔσται ἄνθρωπος ἐπὶ τῷ ποιήσαντι αὐτόν, οἱ δὲ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ εἰς τὸν ἅγιον τοῦ Ἰσραὴλ ἐμβλέψονται,

Ησ. 17,7 Επειτα όμως από την δικαίαν και παιδαγωγικήν αυτήν τιμωρίαν, ο άνθρωπος θα στηρίζη την πεποίθησίν του στον Δημιουργόν και Πλάστην του, οι δε οφθαλμοί του θα στρέφωνται με εμπιστοσύνην και θα προσβλέπουν στον άγιον Θεόν του Ισραήλ.

Ησ. 17,8 καὶ οὐ μὴ πεποιθότες ὦσιν ἐπὶ τοῖς βωμοῖς, οὐδὲ ἐπὶ τοῖς ἔργοις τῶν χειρῶν αὐτῶν, ἃ ἐποίησαν οἱ δάκτυλοι αὐτῶν, καὶ οὐκ ὄψονται τὰ δένδρα, οὐδὲ τὰ βδελύγματα αὐτῶν.

Ησ. 17,8 Δεν θα στηρίζουν πλέον την πεποίθησιν και τας ελπίδας των οι άνθρωποι στους βωμούς των ειδώλων. Ούτε εις τα έργα των χειρών των, τα χειροποίητα είδωλα, που τα κατεσκεύασαν οι δάκτυλοί των. Δεν θα προσέχουν πλέον τα ιερά δένδρα των ειδωλολατρικών βωμών, ούτε τα βδελυρά είδωλά των.

Ησ. 17,9 τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἔσονται αἱ πόλεις σου ἐγκαταλελειμμέναι, ὃν τρόπον κατέλιπον οἱ Ἀμοῤῥαῖοι καὶ οἱ Εὐαῖοι ἀπὸ προσώπου τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, καὶ ἔσονται ἔρημοι,

Ησ. 17,9 Κατά την ημέραν όμως της δικαίας και παιδαγωγικής τιμωρίας σου, αι πόλεις σου, ω Ισραήλ, θα έχουν εγκαταλειφθή όπως έχουν εγκαταλείψει άλλοτε οι Αμορραίοι και οι Ευαίοι τας πόλεις των εμπρός από τους προελαύνοντας Ισραηλίτας. Ετσι αι πόλεις σας θα μείνουν έρημοι και ακατοίκητοι·
 
 

 
Ησ. 17,10 διότι κατέλιπες τὸν Θεὸν τὸν σωτῆρά σου καὶ Κυρίου τοῦ βοηθοῦ σου οὐκ ἐμνήσθης. διὰ τοῦτο φυτεύσεις φύτευμα ἄπιστον καὶ σπέρμα ἄπιστον·

Ησ. 17,10 και τούτο, διότι εγκατέλειψες τον σωτήρα σου Θεόν και δεν ενεθυμήθης τον Κυριον σου, ο οποίος υπήρξε και ημπορεί να είναι δια σε βοηθός. Δια την αχαριστίαν σου αυτήν και την εγκατάλειψιν του αληθινού Θεού, θα σπείρης εις την χώραν σου σπόρον, που δεν θα σου δώση ελπίδας αποδόσεως, και δεν θα περιμένης ωφέλιμον συγκομιδην.

Ησ. 17,11 τῇ δὲ ἡμέρᾳ, ᾗ ἂν φυτεύσῃς, πλανηθήσῃ· τὸ δὲ πρωΐ, ἐὰν σπείρῃς, ἀνθήσει εἰς ἀμητὸν ᾗ ἂν ἡμέρᾳ κληρώσῃ, καὶ ὡς πατὴρ ἀνθρώπου κληρώσῃ τοῖς ὑἱοῖς σου.

Ησ. 17,11 Αμέσως κατά την ημέραν, κατά την οποίαν θα σπείρης, θα πλανηθής, θα διαψευσθούν αι ελπίδες σου. Εάν δε σπείρης το πρωι, θα άνθιση παράκαιρα και θα φανή ωσάν ώριμον προς θερισμόν, πριν έλθη ο καιρός του. Θα συμβή μέ σε ο,τι με ένα πατέρα, που αφήνει τα παιδιά του εις την τύχην.

Ησ. 17,12 Οὐαὶ πλῆθος ἐθνῶν πολλῶν· ὡς θάλασσα κυμαίνουσα οὕτω ταραχθήσεσθε, καὶ νῶτος ἐθνῶν πολλῶν ὡς ὕδωρ ἠχήσει.

Ησ. 17,12 Αλλοίμονον εις σε πλήθος πολλών εθνών! Ωσάν την τρικυμισμένην θάλασσαν έτσι και σεις θα ταραχθήτε. Επιδρομή και άπλωμα πολλών εθνών θα αντηχήσουν, ώσαν τα ανυψούμενα κύματα της θαλάσσης.

Ησ. 17,13 ὡς ὕδωρ πολὺ ἔθνη πολλά, ὡς ὕδατος πολλοῦ βίᾳ καταφερομένου· καὶ ἀποσκορακιεῖ αὐτὸν καὶ πόῤῥω αὐτὸν διώξεται ὡς χνοῦν ἀχύρου λικμώντων ἀπέναντι ἀνέμου καὶ ὡς κονιορτὸν τροχοῦ καταιγὶς φέρουσα.

 
Ησ. 17,13 Οπως είναι το πολύ ύδωρ των πλημμυρών, έτσι θα είναι και τα έθνη, που θα επιδράμουν εναντίον σου. Θα ομοιάζουν με καταρράκτην υδάτων, που κρημνίζονται με ορμήν μεγάλην. Ο Θεός όμως θα εξευτελίση και θα εξουδενωσ·η τον Ασσύριον, θα τον εκδίωξη μακράν ωσάν το λεπτόν χνούδι του αχύρου, το οποίον λιχνίζουν οι γεωργοί εις τυν άνεμον· ωσάν τον κονιορτόν οπίσω από τους τροχούς κινουμένης αμάξης, τον οποίον διασκορπίζει ο ορμητικός άνεμος.
 

Ησ. 17,14 πρὸς ἑσπέραν ἔσται πένθος, πρὶν ἢ πρωΐ καὶ οὐκ ἔσται. αὕτη ἡ μερὶς τῶν προνομευσάντων ὑμᾶς καὶ κληρονομία τοῖς ὑμᾶς κληρονομήσασιν.

Ησ. 17,14 Ο εχθρός όμως θα εξαφανισθή ταχέως και ενώ κατά το βράδυ θα εμπνέη φόβον και τρόμον με τας πολυπληθείς δυνάμστου, το πρωϊ δεν θα υπάρχη πλέον. Αυτό είναι το ολέθριον κατάντημα εκείνων, που σας ελεηλάτησαν. Αυτή είναι η τύχη και η κληρονομία εκείνων, οι οποίοι ηθέλησαν να σας κληρονομήσουν.

       ΗΣΑΪΑΣ 18

Ησ. 18,1            Οὐαὶ γῆς πλοίων πτέρυγες ἐπέκεινα ποταμῶν Αἰθιοπίας,
Ησ. 18,1                     Αλλοίμονον εις τα ταχέα πλοία της χώρας, που ευρίσκεται πέραν από τους ποταμούς της Αιθιοπίας, και τα οποία φαίνεται σαν να έχουν φτερά.
Ησ. 18,2            ὁ ἀποστέλλων ἐν θαλάσσῃ ὅμηρα καὶ ἐπιστολὰς βιβλίνας ἐπάνω τοῦ ὕδατος· πορεύσονται γὰρ ἄγγελοι κοῦφοι πρὸς ἔθνος μετέωρον καὶ ξένον λαὸν καὶ χαλεπόν, τίς αὐτοῦ ἐπέκεινα; ἔθνος ἀνέλπιστον καὶ καταπεπατημένον. νῦν οἱ ποταμοὶ τῆς γῆς
Ησ. 18,2                    Αλλοιμονον στον βασιλέα της Αιθιοπίας, που είναι και άρχων της Αιγύπτου, ο οποίος στέλλει, προς ειρήνην, τάχα, πρεσβευτάς με επιστολάς πλέοντας επάνω στους μεγάλους ποταμούς· διότι οι ταχείς ως ανάλαφροι αυτοί αγγελιαφόροι θα επιστρέψουν άπρακτοι στο σκληρόν έθνος των, του οποίου οι άνθρωποι είναι μεγαλόσωμοι και ισχυροί· ποίος άλλος λαός τον υπερέβη εις σκληρότητα; Το έθνος αυτό πάντας νικών και υποτάσσων, δεν παρέχει καμμίαν ελπίδα σωτηρίας στους ηττημένους. Αυτό διασχίζουν τώρα οι ποταμοί της γης.
Ησ. 18,3            πάντες ὡς χώρα κατοικουμένη· κατοικηθήσεται ἡ χώρα αὐτῶν ὡσεὶ σημεῖον ἀπὸ ὄρους ἀρθῇ, ὡς σάλπιγγος φωνὴ ἀκουστὸν ἔσται.
Ησ. 18,3                    Ολοι αυτοί οι ποταμοί εξ αιτίας των πολλών πλοιαρίων, που τους διασχίζουν, ομοιάζουν με κατοικουμένην χώραν. Η χώρα αυτών θα μείνη κατοικουμένη, όχι όμως επί πολύ, διότι σαν επάνω εις την κορυφήν όρους κάποιο συνθηματικόν σημείον της καταστροφής θα υψωθή. Σαν φωνή σάλπιγγος θα ακουσθή το μήνυμα της καταστροφής της.
Ησ. 18,4            διότι οὕτως εἶπέ μοι Κύριος· ἀσφάλεια ἔσται ἐν τῇ ἐμῇ πόλει ὡς φῶς καύματος μεσημβρίας, καὶ ὡς νεφέλη δρόσου ἡμέρας ἀμήτου ἔσται.
Ησ. 18,4                    Διότι αυτά μου είπεν ο Κυριος· ασφάλεια θα υπάρξη εις την πόλιν μου την Ιερουσαλήμ, φανερά ώσαν το λαμπρόν φως μεσημβρινής ζέστης και ωσάν ευχάριστος δροσερά νεφέλη κατά τας θερμάς ημέρας του θερισμού.
Ησ. 18,5            πρὸ τοῦ θερισμοῦ, ὅταν συντελεσθῇ ἄνθος καὶ ὄμφαξ ἐξανθήσῃ ἄνθος ὀμφακίζουσα, καὶ ἀφελεῖ τὰ βοτρύδια τὰ μικρὰ τοῖς δρεπάνοις καὶ τὰς κληματίδας ἀφελεῖ καὶ ἀποκόψει
Ησ. 18,5                    Πριν έλθη η εποχή του θερισμού, όταν συμπληρωθή η άνθησις της αμπέλου, και φανούν οι πρώτες αγουρίδες, ο δε αμπελουργός με τα κοπτερά του εργαλεία, αφαιρεί από τα καρποφόρα κλήματα τα μικρά τσαμπιά, που δεν θα είναι δυνατόν να ωριμάσουν, και αποκόπτει και αφαιρεί τα πλεονάζοντα κλήματα, έτσι και ο Θεός θα κατακόψη τον εχθρόν.
Ησ. 18,6            καὶ καταλείψει ἅμα τοῖς πετεινοῖς τοῦ οὐρανοῦ καὶ τοῖς θηρίοις τῆς γῆς. καὶ συναχθήσεται ἐπ᾿ αὐτοὺς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, καὶ πάντα τὰ θηρία τῆς γῆς ἐπ᾿ αὐτὸν ἥξει.
Ησ. 18,6                    Και θα εγκαταλείψη ο Θεός άταφα τα πτώματα των επιτεθέντων εχθρών εις τα πετεινά του ουανού και εις τα θηρία της γης· και θα συγκεντρωθούν επάνω στους νεκρούς αυτούς τα όρνεα του ουρανού, και όλα τα θηρία της γης θα έλθουν εις αυτούς.
Ησ. 18,7            ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἀνενεχθήσεται δῶρα Κυρίῳ σαβαὼθ ἐκ λαοῦ τεθλιμμένου καὶ τετιλμένου καὶ ἀπὸ λαοῦ μεγάλου ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ εἰς τὸν αἰῶνα χρόνον· ἔθνος ἐλπίζον καὶ καταπεπατημένον, ὅ ἐστιν ἐν μέρει ποταμοῦ τῆς χώρας αὐτοῦ, εἰς τὸν τόπον, οὗ τὸ ὄνομα Κυρίου σαβαὼθ ἐπεκλήθη, ὄρος Σιών.
Ησ. 18,7                    Κατά δε τον καιρόν εκείνον της λυτρώσεως του Ισραήλ θα προσφερθούν δώρα ευγνωμοσύνης προς τον Κυριον των δυνάμεων εκ μέρους λαού, ο οποίος υπήρξε θλιμμένος και απογυμνωμένος, ο οποίος όμως από τώρα και στον μετά ταύτα χρνον θα είναι μεγάλος και ισχυρός. Το έθνος, που είχε καταπατηθή από τας επιδρομάς των εχθρών, το οποίον όμως επιστραφέν ελπίζει στον αληθινόν Θεόν, και του οποίου η χώρα ευρίσκεται ανάμεσα ποταμών, θα προσφέρη ευχαριστηρίους θυσίας στον τόπον, όπου οι πιστοί από αρχαίων χρόνων επικαλούνται το όνομα Κυρίου του παντοκράτορος, στο όρος Σιών.
      ΗΣΑΪΑΣ 19
Ὅρασις Αἰγύπτου
Ησ. 19,1            Ἰδοὺ Κύριος κάθηται ἐπὶ νεφέλης κούφης καὶ ἥξει εἰς Αἴγυπτον, καὶ σεισθήσεται τὰ χειροποίητα Αἰγύπτου ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ, καὶ ἡ καρδία αὐτῶν ἡττηθήσεται ἐν αὐτοῖς.
Ησ. 19,1                     Αποκαλυπτικον όραμα σχετικόν με την Αίγυπτον. Ιδού, ο Κυριος κάθεται επάνω εις ελαφράν ταχυκίνητον νεφέλην και θα επέλθη εναντίον της Αιγύπτου, θα σεισθούν τα από τα χέρια των ανθρώπων κατασκευασμένα είδωλα της Αιγύπτου εμπρός εις την εμφάνισιν του Κυρίου. Και η καρδία των Αιγυπτίων θα κατανικηθή και θα παραλύση από τον φόβον εντός αυτών.
Ησ. 19,2            καὶ ἐπεγερθήσονται Αἰγύπτιοι ἐπ᾿ Αἰγυπτίους, καὶ πολεμήσει ἄνθρωπος τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ καὶ ἄνθρωπος τὸν πλησίον αὐτοῦ, πόλις ἐπὶ πόλιν καὶ νομὸς ἐπὶ νομόν.
Ησ. 19,2                    Αιγύπτιοι θα εξεγερθούν εναντίον Αιγυπτίων, θα πολεμήση ο καθένας από αυτούς τον αδελφόν του και τον πλησίον του, θα επιπέση μία πόλις εναντίον άλλης πόλεως, ο ένας νομός θα μάχεται εναντίον άλλου νομού.
Ησ. 19,3            καὶ ταραχθήσεται τὸ πνεῦμα τῶν Αἰγυπτίων ἐν αὐτοῖς, καὶ τὴν βουλὴν αὐτῶν διασκεδάσω, καὶ ἐπερωτήσουσι τοὺς θεοὺς αὐτῶν καὶ τὰ ἀγάλματα αὐτῶν καὶ τοὺς ἐκ τῆς γῆς φωνοῦντας καὶ τοὺς ἐγγαστριμύθους.
Ησ. 19,3                    Το πνεύμα των Αιγυπτίων θα ταραχθή έντος αυτών και τας σοφάς αυτών σκέψεις και αποφάσεις θα διαλύσω. Και αυτοί, αποκαμωμένοι από τας συμφοράς, θα σπεύσουν να ερωτήσουν τους θεούς των και τα είδωλά των, τους νεκρομάντεις, οι οποίοι καλούν τα πνεύματα από τους τάφους, και τους εγγαστριμύθους.
Ησ. 19,4            καὶ παραδώσω τὴν Αἴγυπτον εἰς χεῖρας ἀνθρώπων κυρίων σκληρῶν, καὶ βασιλεῖς σκληροὶ κυριεύσουσιν αὐτῶν· τάδε λέγει Κύριος σαβαώθ.
Ησ. 19,4                    Και θα παραδώσω την Αίγυπτον εις χείρας σκληρών τυράννων, και σκληροί βασιλείς θα γίνουν κύριοι των Αιγυπτίων. Αυτά λέγει Κυριος ο Θεός των δυνάμεων.
Ησ. 19,5            καὶ πίονται οἱ Αἰγύπτιοι ὕδωρ τὸ παρὰ θάλασσαν, ὁ δὲ ποταμὸς ἐκλείψει καὶ ξηρανθήσεται.
Ησ. 19,5                    Θα ξηρανθούν αι πηγαί των υδάτων και οι Αιγύπτιοι θα πίνουν νερό από αυτό, που ευρίσκεται κοντά εις την θάλασσαν. Διότι το νερό του ποταμού Νείλου θα λιγοστέψη και θα ξηρανθή η κοίτη του.
Ησ. 19,6            καὶ ἐκλείψουσιν οἱ ποταμοὶ καὶ αἱ διώρυγες τοῦ ποταμοῦ, καὶ ξηρανθήσεται πᾶσα συναγωγὴ ὕδατος καὶ ἐν παντὶ ἕλει καλάμου καὶ παπύρου·
Ησ. 19,6                    Οι παραπόταμοι, στους οποίους διακλαδίζεται ο Νείλος, και αι άλλαι διώρυγες του θα λείψουν. Θα ξηρανθή κάθε λίμνη και κάθε περιοχή υδάτων και κάθε έλος, όπου φυτρώνουν τα καλάμια και οι πάπυροι.
Ησ. 19,7            καὶ τὸ ἄχι τὸ χλωρὸν πᾶν τὸ κύκλῳ τοῦ ποταμοῦ, καὶ πᾶν τὸ σπειρόμενον διὰ τοῦ ποταμοῦ ξηρανθήσεται ἀνεμόφθορον.
Ησ. 19,7                    Και όλη η πρασίνη χλόη, η οποία πλουσία φυτρώνει εις τας όχθας του ποταμού, και κάθε τι που σπείρεται και ποτίζεται δια του ποταμού, θα ξηρανθή από τον καυστικόν και καταστρεπτικόν άνεμον.
Ησ. 19,8            καὶ στενάξουσιν οἱ ἁλιεῖς, καὶ στενάξουσι πάντες οἱ βάλλοντες ἄγκιστρον εἰς τὸν ποταμόν, καὶ οἱ βάλλοντες σαγήνας καὶ οἱ ἀμφιβολεῖς πενθήσουσι.
Ησ. 19,8                    Θα στενάξουν οι αλιείς, διότι θα ξηρανθούν αι περιοχαί, όπου ηλίευον. Θα στενάξουν όλοι εκείνοι, οι οποίοι έρριπτον τα άγκιστρα των στον ποταμόν. Θα πενθήσουν αυτοί, οι οποίοι έρριπτον τα δίκτυα και τα αμφίβληστρά των, δια να συλλάβουν ψάρια. Το επάγγελμά των θα νεκρωθή.
Ησ. 19,9            καὶ αἰσχύνη λήψεται τοὺς ἐργαζομένους τὸ λίνον τὸ σχιστὸν καὶ τοὺς ἐργαζομένους τὴν βύσσον,
Ησ. 19,9                    Δια την γενικήν πτωχείαν και εμπορικήν απραξίαν θα κατεντροπιασθούν αυτοί, οι οποίοι εργάζονται το ξαινόμενον λινάρι και το λεπτό βαμβάκι της βύσσου.
Ησ. 19,10          καὶ ἔσονται οἱ ἐργαζόμενοι αὐτὰ ἐν ὀδύνῃ, καὶ πάντες οἱ ποιοῦντες τὸν ζῦθον λυπηθήσονται καὶ τὰς ψυχὰς πονέσουσι.
Ησ. 19,10                  Ολοι αυτοί, που τα εργάζονται και τα εμπορεύονται θα κυριευθούν από στενοχωρίαν και πόνον, όπως επίσης θα λυπηθούν και θα πονέσουν αι καρδίαι εκείνων, αι οποίοι κατασκευάζουν τον ζύθον.
Ησ. 19,11          καὶ μωροὶ ἔσονται οἱ ἄρχοντες Τάνεως· οἱ σοφοὶ σύμβουλοι τοῦ βασιλέως, ἡ βουλὴ αὐτῶν μωρανθήσεται. πῶς ἐρεῖτε τῷ βασιλεῖ· υἱοὶ συνετῶν ἡμεῖς, υἱοὶ βασιλέων τῶν ἐξ ἀρχῆς;
Ησ. 19,11                   Θα μωρανθούν οι σοφοί άρχοντες της Τανεως, ανόητοι θα φανούν οι σοφοί σύμβουλοι του βασιλέως, διότι μωραί θα αποδειχθούν όλαι αυτών αι σκέψεις. Πως δε θα τολμήσετε τότε σεις οι σύμβουλοι, να είπετε στον βασιλέα σας· “ημείς είμεθα απόγονοι σοφών, είμεθα απόγονοι βασιλέων από αρχαιότατα χρόνια;”
Ησ. 19,12          ποῦ εἰσι νῦν οἱ σοφοί σου καὶ ἀναγγειλάτωσάν σοι καὶ εἰπάτωσαν, τί βεβούλευται Κύριος σαβαὼθ ἐπ᾿ Αἴγυπτον;
Ησ. 19,12                  Που είναι τώρα, ω Αίγυπτε, οι σοφοί σου σύμβουλοι; Αν υπάρχουν πράγματι, ας αναγγείλουν και ας πουν, τι εσκέφθη και απεφασισενοό Κυριος των δυνάμεων εναντίον της Αιγύπτου.
Ησ. 19,13          ἐξέλιπον οἱ ἄρχοντες Τάνεως, καὶ ὑψώθησαν οἱ ἄρχοντες Μέμφεως, καὶ πλανήσουσιν Αἴγυπτον κατὰ φυλάς.
Ησ. 19,13                   Ελειψαν οι σοφοί άρχοντες της Τανεως, α-λαζονεύθησαν οι άρχοντες της Μέμφεως. Αυτοί επλάνησαν και θα πλανούν κατά πυκνάς μάζας τον λαόν της Αιγύπτου.
Ησ. 19,14          Κύριος γὰρ ἐκέρασεν αὐτοῖς πνεῦμα πλανήσεως, καὶ ἐπλάνησαν Αἴγυπτον ἐν πᾶσι τοῖς ἔργοις αὐτῶν, ὡς πλανᾶται ὁ μεθύων καὶ ὁ ἐμῶν ἅμα.
Ησ. 19,14                  Διότι ο Κυριος τους εκέρασε και τους έδωσε να πίουν πνεύμα πλάνης, και δι' αυτό παρεπλάνησαν αυτοί και την Αίγυπτον και όλα τα έργα των κατοίκων της, όπως ακριβώς περιπλανάται και κλονίζεται ο μεθυσμένος, που συγχρόνως εκσπά εις αηδιαστικούς εμέτους.
Ησ. 19,15          καὶ οὐκ ἔσται τοῖς Αἰγυπτίοις ἔργον, ὃ ποιήσει κεφαλὴν καὶ οὐράν, ἀρχὴν καὶ τέλος.
Ησ. 19,15                   Και δεν θα υπάρχουν πλέον στους Αιγυπτίους πλήρη και τέλεια έργα ολοκληρωμένα από την κεφαλήν μέχρι της ουράς, από την αρχήν μέχρι το τέλος.
Ησ. 19,16          Τῇ δὲ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἔσονται οἱ Αἰγύπτιοι ὡς γυναῖκες ἐν φόβῳ καὶ ἐν τρόμῳ ἀπὸ προσώπου τῆς χειρὸς Κυρίου σαβαώθ, ἣν αὐτὸς ἐπιβαλεῖ αὐτοῖς.
Ησ. 19,16                  Κατά δε την περίοδον εκείνην των συμφορών οι τέως ατρόμητοι και θρασείς Αιγύπτιοι θα γίνουν δειλοί, σαν γυναίκες, θα καταληφθούν από φόβον και τρόμον ενώπιον της παντοδυνάμου δεξιάς του Κυρίου παντοκράτορας, την οποίαν αυτός ο ίδιος θα καταφέρη εναντίον των.
Ησ. 19,17          καὶ ἔσται ἡ χώρα τῶν Ἰουδαίων τοῖς Αἰγυπτίοις εἰς φόβητρον· πᾶς, ὃς ἐὰν ὀνομάσῃ αὐτὴν αὐτοῖς, φοβηθήσονται διὰ τὴν βουλήν, ἣν βεβούλευται Κύριος σαβαὼθ ἐπ᾿ αὐτήν.
Ησ. 19,17                   Και τότε η χώρα των Ιουδαίων θα είναι φόβητρον δια τους Αιγυπτίους και καθένας, που θα αναφέρη το όνομά της εις εκείνους, θα τους προκολέση φόβον δια την άποφασιν, που έλαβεν ο Κυριος των δυνάμεων εναντίον της Αιγύπτου, να τιμωρήση δηλαδή αυτήν.
Ησ. 19,18          Τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἔσονται πέντε πόλεις ἐν τῇ Αἰγύπτῳ λαλοῦσαι τῇ γλώσσῃ τῇ Χαναανίτιδι καὶ ὀμνύντες τῷ ὀνόματι Κυρίου σαβαώθ· πόλις ἀσεδὲκ κληθήσεται ἡ μία πόλις.
Ησ. 19,18                  Κατά την εποχήν εκείνην θα υπάρξουν μέσα εις την Αίγυπτον πέντε πόλεις, εις τας οποίας θα ομιλήται η γλώσσα των Ιουδαίων, και οι άνθρωποι θα ορκίζωνται στο όνομα του Κυρίου των δυνάμεων. Η μία πόλις από αυτάς θα ονομάζεται Ασεδέκ δηλαδή δικαιοσύνη, αυτή δε θα είναι η Ηλιούπολις.
Ησ. 19,19          Τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἔσται θυσιαστήριον τῷ Κυρίῳ ἐν χώρᾳ Αἰγυπτίων καὶ στήλη πρὸς τὸ ὅριον αὐτῆς τῷ Κυρίῳ
Ησ. 19,19                  Κατά την περίοδον εκείνην θα ανεγερθή θυσιαστήριον προς τιμήν του Κυρίου εις την χώραν των Αιγυπτίων, και εις τα σύνορα της Αιγύπτου θα ανεγερθή στήλη αφιερωμένη στον Κυριον.
Ησ. 19,20          καὶ ἔσται εἰς σημεῖον εἰς τὸν αἰῶνα Κυρίῳ ἐν χώρᾳ Αἰγύπτου, ὅτι κεκράξονται πρὸς Κύριον διὰ τοὺς θλίβοντας αὐτούς, καὶ ἀποστελεῖ αὐτοῖς Κύριος ἄνθρωπον, ὃς σώσει αὐτούς, κρίνων σώσει αὐτούς.
Ησ. 19,20                  Αυτό δε το θυσιαστήριον και η αφιερωμένη στήλη θα είναι αιώνιον σημείον και υπόμνησις εις την χώραν των Αιγυπτίων, διότι, όταν τότε κραυγάσουν προς τον Κυριον, ο Κυριος θα αποστείλη προς αυτούς άνθρωπον, δια να τους σώση. Αυτός θα τους κυδερνήση και θα τους σώση από τους κινδύνους.
Ησ. 19,21          καὶ γνωστὸς ἔσται Κύριος τοῖς Αἰγυπτίοις, καὶ γνώσονται οἱ Αἰγύπτιοι τὸν Κύριον ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ καὶ ποιήσουσι θυσίας καὶ εὔξονται εὐχὰς τῷ Κυρίῳ καὶ ἀποδώσουσι.
Ησ. 19,21                  Και θα γίνη τότε γνωστός ο Κυριος στους Αιγυπτίους. Οι Αιγύπτιοι κατά την περίοδον εκείνην θα γνωρίσουν τον Κυριον, θα προσφέρουν προς αυτόν θυσίας, θα τάξουν τάματα στον Κυριον, τα οποία και θα εκπληρώσουν.
 Ησ. 19,22          καὶ πατάξει Κύριος τοὺς Αἰγυπτίους πληγῇ καὶ ἰάσεται αὐτοὺς ἰάσει, καὶ ἐπιστραφήσονται πρὸς Κύριον, καὶ εἰσακούσεται αὐτῶν καὶ ἰάσεται αὐτούς.
Ησ. 19,22                  Θα τιμωρήση παιδαγωγικώς ο Κυριος τους Αιγυπτίους δια θλίψεως μεγάλης, αλλά και θα τους θεραπεύση με ριζικήν θεραπείαν. Αυτοί δε μετανοούντες θα επιστραφούν προς τον Κυριον, ο δε Κυριος θα ακούση τας ευχάς των ευρισκομένων εις περίοδον θλίψεων και θα τους θεραπεύση.
Ησ. 19,23          Τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνη ἔσται ἡ ὁδὸς ἀπὸ Αἰγύπτου πρὸς Ἀσσυρίους καὶ εἰσελεύσονται Ἀσσύριοι εἰς Αἴγυπτον, καὶ Αἰγύπτιοι πορεύσονται πρὸς Ἀσσυρίους, καὶ δουλεύσουσιν Αἰγύπτιοι τοῖς Ἀσσυρίοις.
Ησ. 19,23                  Κατά την έποχην εκείνην θα υπάρξη ελευθέρα οδός από την Αίγυπτον προς τους 'Ασσυριους. Και έτσι ειρηνικώς θα εισέρχονται οι Ασσυριοι εις την Αίγυπτον και οι Αιγύπτιοι θα μεταβαίνουν στους Ασσυρίους. Και εν αγάπη οι Αιγύπτιοι θα προσφέρουν τας υπηρεσίας των στους Ασσυρίους.
Ησ. 19,24          Τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνη ἔσται Ἰσραὴλ τρίτος ἐν τοῖς Ἀσσυρίοις καὶ ἐν τοῖς Αἰγυπτίοις εὐλογημένος ἐν τῇ γῇ,
Ησ. 19,24                  Κατά την ειρηνικήν και σωτήριον εκείνην εποχήν θα είναι ο Ισραηλιτικός λαός τρίτος μεταξύ των Ασσυρίων και των Αιγυπτίων, ευλογημένος μαζή με αυτούς εις την γην,
Ησ. 19,25          ἣν εὐλόγησε Κύριος σαβαὼθ λέγων· εὐλογημένος ὁ λαός μου ὁ ἐν Αἰγύπτῳ καὶ ὁ ἐν Ἀσσυρίοις καὶ ἡ κληρονομία μου Ἰσραήλ.
Ησ. 19,25                  την οποίαν ο Κυριος των δυνάμεων έχει ευλογήσει λέγων· “ευλογημένος είναι ο λαός μου, ο οποίος ευρίσκεται εις την Αιγυπτον· ο λαός μου, ο οποίος ευρίσκεται εις την Ασσυρίαν, και ο λαός του Ισραήλ, ο οποίος είναι η ιδιαιτέρα μου κληρονομία”.
      ΗΣΑΪΑΣ 20

Ησ. 20,1            Τοῦ ἔτους οὗ εἰσῆλθεν Τανάθαν εἰς Ἄζωτον, ἡνίκα ἀπεστάλη ὑπὸ Ἀρνᾶ βασιλέως Ἀσσυρίων καὶ ἐπολέμησε τὴν Ἄζωτον καὶ ἔλαβεν αὐτήν,
Ησ. 20,1                    Κατά το έτος κατά το οποίον εισήλθεν ο Τανάθαν εις Αζωτον, όταν είχεν αποσταλή από τον Αρνά βασιλέα των Ασσυρίων και επολέμησε την Αζωτον, την οποίαν και κατέλαβε,
Ησ. 20,2            τότε ἐλάλησε Κύριος πρὸς Ἠσαΐαν υἱὸν Ἀμὼς λέγων· πορεύου καὶ ἄφελε τὸν σάκκον ἀπὸ τῆς ὀσφύος σου καὶ τὰ σανδάλιά σου ὑπόλυσαι ἀπὸ τῶν ποδῶν σου· καὶ ποίησον οὕτως πορευόμενος γυμνὸς καὶ ἀνυπόδετος.
Ησ. 20,2                   τότε μίλησε ο Κυριος προς τον Ησαΐαν, τον υιόν του Αμώς, και επε· “πήγαινε λύσε από την μέσην σου και βγάλε τον τρίχινον σάκκον, που φορείς, όπως επίσης, να λύσης και σανδάλια από τους πόδας σου. Πράξε έτσι και βάδιζε γυμνός και ανυπόδητος”.
Ησ. 20,3            καὶ εἶπε Κύριος· ὃν τρόπον πεπόρευται ὁ παῖς μου Ἡσαΐας γυμνὸς καὶ ἀνυπόδετος τρία ἔτη, τρία ἔτη ἔσται εἰς σημεῖα καὶ τέρατα τοῖς Αἰγυπτίοις καὶ Αἰθίοψιν·
Ησ. 20,3                    Κοττόπιν ο Κυριος προσέθεσε και είπε· “όπως έχει πορευθή ο δούλος μου ο Ησαΐας γυμνός και ανυπόδητος επί τρία έτη, έτσι επί τρία έτη θα γίνουν σημεία και τέρατα στους Αἰγυπτίους και τους Αιθίοπας.
Ησ. 20,4            ὅτι οὕτως ἄξει βασιλεὺς Ἀσσυρίων τὴν αἰχμαλωσίαν Αἰγύπτου καὶ Αἰθιόπων, νεανίσκους καὶ πρεσβύτας, γυμνοὺς καὶ ἀνυποδέτους, ἀνακεκαλυμμένους τὴν αἰσχύνην Αἰγύπτου.
Ησ. 20,4                   Θα συμβούν δε αυτά, διότι ο δασιλεύς των 'Ασουριων θα πάρη και θα οδήγηση αιχμαλώτους γυμνούς και ανυποδήτους τους Αιγυπτίους και τους Αιθίοπας, νέους και γέροντας. Οι Αιγύπτιοι μάλιστα θα έχουν ξεσκεπασμένα τα μέλη του σώματός των, που προκαλούν εντροπήν.
Ησ. 20,5            καὶ αἰσχυνθήσονται ἡττηθέντες οἱ Αἰγύπτιοι ἐπὶ τοῖς Αἰθίοψιν, ἐφ᾿ οἷς ἦσαν πεποιθότες οἱ Αἰγύπτιοι, ἦσαν γὰρ αὐτοῖς δόξα.
Ησ. 20,5                    Οι Αιγύπτιοι μάλιστα, οι οποίοι εστήριζαν την πεποίθησίν των στους Αιθίοπας και τους εθεωρούσαν δόξαν ιδικήν των, θα νικηθούν από τους Ασσυρίους και θα κατεντρο-πιασθούν.
Ησ. 20,6            καὶ ἐροῦσιν οἱ κατοικοῦντες ἐν τῇ νήσῳ ταύτῃ ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ· ἰδοὺ ἡμεῖς ἦμεν πεποιθότες τοῦ φυγεῖν εἰς αὐτοὺς εἰς βοήθειαν, οἳ οὐκ ἠδύναντο σωθῆναι ἀπὸ βασιλέως Ἀσσυρίων· καὶ πῶς ἡμεῖς σωθησόμεθα;
Ησ. 20,6                   Κατάπληκτοι δε εκείνοι, που κατοικούν την νήσον αυτήν, θα είπουν· “Ιδού, και ημείς είχαμεν στηρίξει την πεποίθησίν μας στους Αιγυπτίους και προς αυτούς ηθέλαμεν να καταφύγωμεν ζητούντες βοήθειαν, αλλά οι Αιγύπτιοι δεν ημπόρεσαν να σωθούν οι ίδιοι από τους 'Ασσυριους. Πως λοιπόν θα σώσουν ημάς;”

      ΗΣΑΪΑΣ 21

Τὸ ὅραμα τῆς ἐρήμου.
Αποκαλυπτικόν όραμα περί της ερημώσεως Βαβυλώνος.
Ησ. 21,1            Ὡς καταιγὶς δι᾿ ἐρήμου διέλθοι ἐξ ἐρήμου ἐρχομένη ἐκ γῆς, φοβερὸν
Ησ. 21,1                     Σαν καταιγίς, η οποία διέρχεται με σφοδρότητα και ορμήν δια μέσου της ερήμου, από άλλην έρημον προερχομένη,
Ησ. 21,2            τὸ ὅραμα καὶ σκληρὸν ἀνηγγέλη μοι. ὁ ἀθετῶν ἀθετεῖ, ὁ ἀνομῶν ἀνομεῖ. ἐπ᾿ ἐμοὶ οἱ Ἐλαμῖται, καὶ οἱ πρέσβεις τῶν Περσῶν ἐπ᾿ ἐμὲ ἔρχονται. νῦν στενάξω καὶ παρακαλέσω ἐμαυτόν.
Ησ. 21,2                    έτσι τρομερόν υπήρξε και το όραμα, που μου απεκαλύφθη, και σκληρόν αυτό, το οποίον μου ανήγγειλεν ο Θεός. Ο παραβαίνων το θείον θέλημα θα εξακολουθή να το παραβαίνη. Και ο καταπατών τον θείον Νομον θα εξακολουθή να παρανομή. Εναντίον εμού του Ασσυρίου έρχονται οι Ελαμίται και αι πρέσβεις των Περσών. Θα στενάξω τώρα από τον πόνον και θα προσπαθήσω να παρηγορήσω τον εαυτόν μου.
Ησ. 21,3            διὰ τοῦτο ἐνεπλήσθη ἡ ὀσφύς μου ἐκλύσεως, καὶ ὠδῖνες ἔλαβόν με ὡς τὴν τίκτουσαν· ἠδίκησα τοῦ μὴ ἀκοῦσαι, ἐσπούδασα τοῦ μὴ βλέπειν.
Ησ. 21,3                    Δια τούτο παρέλυσε τελείως και ητόνησεν η μέση μου. Με κατέλαβαν οξείς πόνοι σαν εκείνους, οι οποίοι καταλαμβάνουν την γυναίκα, που γεννά. Διέπραξα αδικίας στο παρελθόν. Δεν ηθέλησα να ακούσω τας ορθάς υποδείξεις και προσεπάθησα να μη βλέπω την αλήθειαν.
Ησ. 21,4            ἡ καρδία μου πλανᾶται, καὶ ἡ ἀνομία με βαπτίζει, ἡ ψυχή μου ἐφέστηκεν εἰς φόβον.
Ησ. 21,4                    Η καρδία μου κτυπά με ορμήν, σαν να περιπλανάται μέσα στο στήθος μου. Εχω βυθισθή μέσα εις τα παράνομα έργα μου. Η ψυχή μου περιέπεσεν εις μεγάλον φόβον.
Ησ. 21,5            ἑτοίμασον τὴν τράπεζαν· φάγετε, πίετε· ἀναστάντες, οἱ ἄρχοντες, ἑτοιμάσατε θυρεούς.
Ησ. 21,5                    Κατά την κρίσιμον αυτήν ώραν του κινδύνου ετοίμασε, ω Βαδυλών, τα συμπόσιά σου· φάγετε και πίετε αμέριμνοι· οι εχθροί σας όμως ευρίσκονται προ των τειχών σας. Και λοιπόν σεις οι άρχοντες σηκωθήτε και ετοιμάσατε τας μεγάλας ασπίδας προς άμυναν.
Ησ. 21,6            ὅτι οὕτως εἶπε πρός με Κύριος· βαδίσας σεαυτῷ στῆσον σκοπὸν καὶ ὃ ἂν ἴδῃς ἀνάγγειλον·
Ησ. 21,6                    Διότι ο Κυριος έτσι μου είπε· “πήγαινε και στάσου σκοπός, παρατήρησε ολόγυρα και. αυτό, το οποίον θα ίδης ανάγγειλέ το”.
Ησ. 21,7            καὶ εἶδον ἀναβάτας ἱππεῖς δύο καὶ ἀναβάτην ὄνου καὶ ἀναβάτην καμήλου. ἀκρόασαι ἀκρόασιν πολλὴν
Ησ. 21,7                    Εἶδον δύο ιππείς, τον ένα να επιβαίνη επί όνου και τον άλλον να επιβαίνη εις κάμηλον. “Ακροάσου με πολλήν προσοχήν αυτά, που θα ακούσης.
Ησ. 21,8            καὶ κάλεσον Οὐρίαν εἰς τὴν σκοπιὰν Κυρίου. καὶ εἶπεν· ἔστην διαπαντὸς ἡμέρας καὶ ἐπὶ τῆς παρεμβολῆς ἐγὼ ἔστην ὅλην τὴν νύκτα,
Ησ. 21,8                    Καλεσε δε και τον Ουρίαν εις την σκοπιάν αυτήν του Κυρίου”. Και ο προφήτης είπε· Καθ' όλον το διάστημα της ημέρας και της νυκτός εστάθην εγώ επάνω εις την σκοπιάν
Ησ. 21,9            καὶ ἰδοὺ αὐτὸς ἔρχεται ἀναβάτης ξυνωρίδος. καὶ ἀποκριθεὶς εἶπε· πέπτωκε πέπτωκε Βαβυλών, καὶ πάντα τὰ ἀγάλματα αὐτῆς, καὶ τὰ χειροποίητα αὐτῆς συνετρίβησαν εἰς τὴν γῆν.
Ησ. 21,9                    και ιδού, έρχονται δύο έφιπποι άνδρες. Και ένας από αυτούς έλαβε τον λόγον και εφωναξε· “έπεσε πλέον, έπεσεν η Βαβυλών· συνετρίβησαν δε όλα τα είδωλα αυτής και όλα τα χειροποίητα αντικείμενα της λατρείας επάνω στο έδαφος”.
Ησ. 21,10          ἀκούσατε, οἱ καταλελειμμένοι καὶ οἱ ὀδυνώμενοι, ἀκούσατε ἃ ἤκουσα παρὰ Κυρίου σαβαώθ· ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραὴλ ἀνήγγειλεν ἡμῖν.
Ησ. 21,10                  Ακούσατε, λοιπόν, σεις, οι οποίοι απεμείνατε και εσώθητε από την αιχμα-λωσίαν και οι οποίοι πονείτε δια την ερήμωσιν της πατρίδος σας. Ακούσατε αυτά, που εγώ έχω ακούσει από τον Κυριον των δυνάμεων. Ο Θεός του Ισραήλ ανήγγειλεν αυτά εις ημάς.
Ησ. 21,11          Τὸ ὅραμα τῆς Ἰδουμαίας. Πρὸς ἐμὲ καλεῖ παρὰ τοῦ Σηείρ· φυλάσσετε ἐπάλξεις.
Ησ. 21,11                   Αποκαλυπτικόν όραμα εναντίον της Ιδουμαίας.  Προς εμέ απευθύνεται έκκλησις εκ μέρους των Ιδουμαίων, του όρους Σηείρ, οι οποίοι και λέγουν· “σεις που αγρύπνως φρουρείτε τας επάλξεις, είπατε τα συμβαίνοντα της νυκτός”.
Ησ. 21,12          φυλάσσω τὸ πρωΐ καὶ τὴν νύκτα· ἐὰν ζητῇς, ζήτει καὶ παρ᾿ ἐμοὶ οἴκει·
Ησ. 21,12                  Και ο προφήτης απαντά· “εγώ φυλάσσω άγρυπνος νύκτα και ημέραν. Εάν επιθυμής και ζητής πληροφορίες, ζήτησε τας από εμέ. Μένε όμως πλησίον μου και περίμενε να τας ακούσης.
Ησ. 21,13          ἐν τῷ δρυμῷ ἑσπέρας κοιμηθήσῃ ἐν τῇ ὁδῷ Δαιδάν.
Ησ. 21,13                   Εις ένα πυκνόν δάσος κατά την εσπέραν θα αναπαυθήτε και θα κοιμηθήτε σεις οι φεύγοντες Δαιδανίται.
Ησ. 21,14          εἰς συνάντησιν διψῶντι ὕδωρ φέρετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐν χώρᾳ Θαιμάν, ἄρτοις συναντᾶτε τοῖς φεύγουσι διὰ τὸ πλῆθος τῶν πεφονευμένων
Ησ. 21,14                  Σεις, που κατοικείτε εις την περιοχήν Θαιμάν, εβγάτε εις συνάντησίν των και φέρετε εις αυτούς νερό. Εβγάτε προς συνάντησιν αυτών, που φεύγουν, και φέρετε τους άρτους, δια να τραφούν. Φεύγουν οι Δαιδανίται, διότι πολλοί από αυτούς έχουν φονευθή.
Ησ. 21,15          καὶ διὰ τὸ πλῆθος τῶν πλανωμένων καὶ διὰ τὸ πλῆθος τῆς μαχαίρας καὶ διὰ τὸ πλῆθος τῶν τοξευμάτων τῶν διατεταμένων καὶ διὰ τὸ πλῆθος τῶν πεπτωκότων ἐν τῷ πολέμῳ.
Ησ. 21,15                   Πλήθος άλλων πλανώνται εις αγνώστους περιοχάς. Πολυάριθμοι έχουν πέσει εν στόματι μαχαίρας. Αλλοι έχουν διατρυπηθή από τα πολυάριθμα βέλη των καλοτεντομένων τόξων. Και έτσι ο αριθμός των φονευθέντων κατά τον πόλεμον είναι μεγάλος.
Ησ. 21,16          διότι οὕτως εἶπέ μοι Κύριος· ἔτι ἐνιαυτὸς ὡς ἐνιαυτὸς μισθωτοῦ, ἐκλείψει ἡ δόξα τῶν υἱῶν Κηδάρ,
Ησ. 21,16                  Αυτά δε συμβαίνουν, διότι έτσι μου τα απεκαλυψεν ο Κυριος. Μετά ένα ακριβώς έτος πλήρες, όπως προσμετράται από τον μισθωτόν άνθρωπον, θα εξαφανισθή η δόξα των κατοίκων της Κηδάρ.
Ησ. 21,17          καὶ τὸ κατάλοιπον τῶν τοξευμάτων τῶν ἰσχυρῶν υἱῶν Κηδὰρ ἔσται ὀλίγον, ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς Ἰσραὴλ ἐλάλησεν.
Ησ. 21,17                   Αυτοί δέ που θα απομείνουν από τους επιδεξίους τοξότας, απόγονοι του Κηδάρ, θα είναι ολίγοι, διότι ο Κυριος ο Θεός του Ισραήλ απεκάλυψε τα μελλοντικά αυτά γεγονότα, τα οποία ασφαλώς και βεβαίως θα πραγματοποιηθούν”.

      ΗΣΑΪΑΣ 22

Τὸ ῥῆμα τῆς φάραγγος Σιών.
Προφητικός λόγος εναντίον της κοιλάδας Σιων, εναντίον της Ιερουσαλήμ.
Ησ. 22,1            Τί ἐγένετό σοι νῦν, ὅτι ἀνέβητε πάντες εἰς δώματα μάταια;
Ησ. 22,1                    Τι σας συνέβη τώρα, ώστε όλοι έχετε ανέβη εις τα ανωφελή ηλιακωτά των οικιών σας;
Ησ. 22,2            ἐνεπλήσθη ἡ πόλις βοώντων· οἱ τραυματίαι σου οὐ τραυματίαι μαχαίρας, οὐδὲ οἱ νεκροί σου νεκροὶ πολέμων.
Ησ. 22,2                   Η πόλις σας εγέμισεν από κραυγάς βοώντων ανθρώπων. Οι τραυματίαι σου δεν είναι τραυματίαι, που επλήγησαν με μαχαίρας εις πολεμικάς μάχας, ούτε οι νεκροί σου είναι νεκροί πολέμων.
Ησ. 22,3            πάντες οἱ ἄρχοντές σου πεφεύγασι, καὶ οἱ ἁλόντες σκληρῶς δεδεμένοι εἰσί, καὶ οἱ ἰσχύοντες ἐν σοὶ πόῤῥω πεφεύγασι.
Ησ. 22,3                    Ολοι οι άρχοντές σου έχουν τραπή εις φυγήν, όσοι δε περιέπεσαν αιχμάλωτοι εις χείρας των εχθρών, είναι δεμένοι εις σκληρά δεσμά. Οσοι δε είχαν κάποιαν δύναμιν μεταξύ σας, έχουν φύγει τώρα μακράν.
Ησ. 22,4            διὰ τοῦτο εἶπα· ἄφετέ με, πικρῶς κλαύσομαι, μὴ κατισχύσητε παρακαλεῖν με ἐπὶ τὸ σύντριμμα τῆς θυγατρὸς τοῦ γένους μου.
Ησ. 22,4                   Δια τούτο είπα λέγει ο προφήτης· αφήσατέ με να κλαύσω πικρώς. Μη προσπαθήτε να με παρηγορήσετε δια την καταστροφήν της Ιερουσαλήμ, της πολυαγαπημένης αυτής θυ-γατρός του γένους μου.
Ησ. 22,5            ὅτι ἡμέρα ταραχῆς καὶ ἀπωλείας καὶ καταπατήματος καὶ πλάνησις παρὰ Κυρίου σαβαὼθ ἐν φάραγγι Σιών· πλανῶνται ἀπὸ μικροῦ ἕως μεγάλου, πλανῶνται ἐπὶ τὰ ὄρη.
Ησ. 22,5                    Αφήσατέ με ελεύθερον να χύσω πικρά δάκρυα, διότι έφθασεν η μεγάλη ημέρα της αναταραχής και πανωλεθρίας, του καταπατήματος της ιεράς πόλεως και όλων των εν αύτη ο διασκορπισμός και η περιπλάνησις των κατοίκων εις τας φάραγγας Σιών, γίνεται κατά παραχώρησιν Κυρίου του παντοκράτορας. Περιπλανώνται από μικρού έως μεγάλου, περιπλανώνται φοβισμένοι επάνω εις τα όρη.
Ησ. 22,6            οἱ δὲ Ἐλαμῖται ἔλαβον φαρέτρας, ἀναβάται ἄνθρωποι ἐφ᾿ ἵπποις καὶ συναγωγὴ παρατάξεως.
Ησ. 22,6                   Οι Ελαμίται όμως επήραν τας φαρέτρας των, είναι άνθρωποι ιππείς και πεζοί, ικανοί και πολεμικοί.
Ησ. 22,7            καὶ ἔσονται αἱ ἐκλεκταὶ φάραγγές σου πλησθήσονται ἁρμάτων, οἱ δὲ ἱππεῖς ἐμφράξουσι τὰς πύλας σου·
Ησ. 22,7                    Αι εκλεκταί σου κοιλάδες, ω Ιερουσαλήμ, θα πλημμυρίσουν από τα πολεμικά άρματα των. Οι ιππείς των εχθρών σου θα φράξουν τας θύρας από τα τείχη σου.
Ησ. 22,8            καὶ ἀνακαλύψουσι τὰς πύλας Ἰούδα· καὶ ἐμβλέψονται τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ εἰς τοὺς ἐκλεκτοὺς οἴκους τῆς πόλεως
Ησ. 22,8                   Θα ανοίξουν εν τέλει τας πύλας της πόλεμος της περιοχής Ιούδα. Και κατά την ημέραν εκείνην οι άνθρωποί σου θα στρέψουν με προσδοκίαν τα βλέμματα των και θα προστρέξουν στους καλοκτισμένους οχυρούς και ωλισμένους οίκους της πόλεως, με την ελπίδα να εύρουν σωτηρίαν και να αντιτάξουν άμυναν.
Ησ. 22,9            καὶ ἀνακαλύψουσι τὰ κρυπτὰ τῶν οἴκων τῆς ἄκρας Δαυίδ. καὶ εἴδοσαν ὅτι πλείους εἰσὶ καὶ ὅτι ἀπέστρεψε τὸ ὕδωρ τῆς ἀρχαίας κολυμβήθρας εἰς τὴν πόλιν
Ησ. 22,9                   Θα αποκαλύψουν τα απόκρυφα των οίκων και των αποθηκών της ακροπόλεως Δαυίδ, δια να εξοπλισθούν με τα όπλα, που θα εύρουν εκεί. Οι άρχοντές σου και όλοι είδον ότι είναι παρά πολλοί οι εχθροί σου· ο δε βασιλεύς δια το ενδεχόμενον τούτο είχε διοχετεύσει το ύδωρ της αρχαίας δεξαμένης στο εσωτερικν της πόλεως.
Ησ. 22,10          καὶ ὅτι καθείλοσαν τοὺς οἴκους Ἱερουσαλὴμ εἰς ὀχύρωμα τείχους τῇ πόλει.
Ησ. 22,10                  Είδον ακόμη ότι κατεδάφισαν οίκους της Ιερουσαλήμ, δια να επιδιορθώσουν και οχυρώσουν το τείχος της πόλεως.
Ησ. 22,11          καὶ ἐποιήσατε ἑαυτοῖς ὕδωρ ἀναμέσον τῶν δύο τειχῶν ἐσώτερον τῆς κολυμβήθρας τῆς ἀρχαίας καὶ οὐκ ἐνεβλέψατε εἰς τὸν ἀπ᾿ ἀρχῆς ποιήσαντα αὐτὴν καὶ τὸν κτίσαντα αὐτὴν οὐκ εἴδετε.
Ησ. 22,11                  Ανάμεσα εις τα δύο τείχη της πόλεως σας εφερατε νερό στο εσωτερικόν μέρος από αρχαίαν δεξαμένην, ελαβατε τα μέτρα, που εκρίνατε, αλλά δεν υψώσατε το βλέμμα σας προς Εκείνον ο οποίος εξ αρχής εποίησε την πόλιν αυτήν, προς τον θεόν. Προς τον κτίστην της πόλεως δεν εστρέψατε το βλέμμα σας.
Ησ. 22,12          καὶ ἐκάλεσε Κύριος Κύριος σαβαὼθ ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ κλαυθμὸν καὶ κοπετὸν καὶ ξύρησιν καὶ ζῶσιν σάκκων,
Ησ. 22,12                  Κατά δε την ημέραν εκείνην ο Κυριος, ο Κυριος των δυνάμεων, σας εκάλεσεν εις θρήνον και κοπετόν μετανοίας. Σας εκάλεσε να ξυρίσετε την κεφαλήν σας, να περιζωσθή-τε εις ένδειξιν πένθους σάκκινα ενδύματα.
Ησ. 22,13          αὐτοὶ δὲ ἐποιήσαντο εὐφροσύνην καὶ ἀγαλλίαμα σφάζοντες μόσχους καὶ θύοντες πρόβατα, ὥστε φαγεῖν κρέατα καὶ πιεῖν οἶνον λέγοντες· φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν.
Ησ. 22,13                  Σεις όμως ωργανώσατε και επεδόθητε εις συμπόσια ευφροσύνης και αγαλλιάσεως. Εσφάξατε μόσχους, εθυσιάσατε πρόβατα, ώστε να τρώγετε κρέατα και να πίνετε οίνον λέγοντες· “ας φάμε και ας πιούμε, διότι αύριον πεθαίνομε”!
Ησ. 22,14          καὶ ἀνακεκαλυμμένα ταῦτά ἐστιν ἐν τοῖς ὠσὶ Κυρίου σαβαώθ, ὅτι οὐκ ἀφεθήσεται ὑμῖν αὕτη ἡ ἁμαρτία, ἕως ἂν ἀποθάνητε.
Ησ. 22,14                  Ολα αυτά είναι φανερά και γνωστά ενώπιον του Κυρίου των δυνάμεων. Αυτή δε η μεγάλη σας αμαρτία δεν πρόκειται να συγχωρηθή μέχρι και του θανάτου σας.
Ησ. 22,15          Τάδε λέγει Κύριος σαβαώθ· πορεύου εἰς τὸ παστοφόριον, πρὸς Σομνᾶν τὸν ταμίαν καὶ εἶπον αὐτῷ·
Ησ. 22,15                  Αυτά λέγει ο Κυριος των δυνάμεων ο παντοκράτωρ στον Ησαΐαν· “πήγαινε στο κελλί του ναού, προς τον Σομνάν τον ταμίαν και είπε προς αυτόν·
Ησ. 22,16          τί σὺ ὧδε, καὶ τί σοί ἐστιν ὧδε, ὅτι ἐλατόμησας σεαυτῷ ὧδε μνημεῖον καὶ ἐποίησας σεαυτῷ ἐν ὑψηλῷ μνημεῖον καὶ ἔγραψας σεαυτῷ ἐν πέτρα σκηνήν;
Ησ. 22,16                  Διατί συ ευρίσκεσαι έδω; Ποίαν θέσιν και ποίον δικαίωμα έχεις συ εδώ; Σε ερωτώ, διότι εσκάλισες στον εδώ βράχον τάφον δια τον εαυτόν σου. Εφτιασες δια τον εαυτόν σου εις καταφανές και περίοπτον σημείον της πόλεως μνημείον. Εχάραξες εις την βραχώδη πέτραν κατοικίαν δια τον εαυτόν σου.
Ησ. 22,17          ἰδοὺ δὴ Κύριος σαβαὼθ ἐκβαλεῖ καὶ ἐκτρίψει ἄνδρα καὶ ἀφελεῖ τὴν στολήν σου καὶ τὸν στέφανόν σου τὸν ἔνδοξον
Ησ. 22,17                  Ιδού, όμως ότι ο Κυριος των δυνάμεων ο παντοκράτωρ, θα σε εκδιώξη, ω άνθρωπε, θα σε εξαφανίση, θα αφαίρεση την πολυτελή στολήν σου και τον ένδοξον στέφανόν σου.
Ησ. 22,18          καὶ ῥίψει σε εἰς χώραν μεγάλην καὶ ἀμέτρητον, καὶ ἐκεῖ ἀποθανῇ· καὶ θήσει τὸ ἅρμα σου τὸ καλὸν εἰς ἀτιμίαν καὶ τὸν οἶκον τοῦ ἄρχοντός σου εἰς καταπάτημα·
Ησ. 22,18                  Θα σε απορρίψη ο Κυριος εις χώραν μεγάλην και απέραντον και εκεί θα αποθάνης έρημος. Το λαμπρόν και ωραίον άρμα σου θα το εξευτελίση και το σπίτι του άρχοντος, τον οποίον συ εθεωρούσες ιδικόν σου προστάτην, θα το παραδώση ο Κυριος στους επιδρομείς προς καταπάτησιν.
Ησ. 22,19          καὶ ἀφαιρεθήσῃ ἐκ τῆς οἰκονομίας σου καὶ ἐκ τῆς στάσεώς σου.
Ησ. 22,19                  Θα αποπεμφθής από την διαχείρισιν και από την θέσιν εις την οποίαν σήμερον φαίνεσαι, ότι στέκεσαι με σταθερότητα.
Ησ. 22,20          καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ καλέσω τὸν παῖδά μου Ἐλιακεὶμ τὸν τοῦ Χελκίου
Ησ. 22,20                 Και θα συμβή κατά την ημέραν εκείνην, που συ θα εκδιωχθής, εγώ θα καλέσω από την αιχμαλωσίαν τον δούλον μου τον Ελιακείμ, τον υιόν του Χελκίου.
Ησ. 22,21          καὶ ἐνδύσω αὐτὸν τὴν στολήν σου καὶ τὸν στέφανόν σου δώσω αὐτῷ καὶ κράτος καὶ τὴν οἰκονομίαν σου δώσω εἰς τὰς χεῖρας αὐτοῦ, καὶ ἔσται ὡς πατὴρ τοῖς ἐνοικοῦσιν ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ τοῖς ἐνοικοῦσιν ἐν Ἰούδᾳ.
Ησ. 22,21                  Θα τον ενδύσω με την ιδικήν σου λαμπράν στολήν, θα δώσω εις αυτόν τον ιδικόν σου στέφανον της δόξης. Θα παραδώσω εις τα χέρια του την εξουσίαν και την διαχείρισίν σου. Αυτός δε δια την αξιοπιστίαν και την αγάπην του θα είναι σαν πατέρας δι' εκείνους, που κατοικούν εις την Ιερουσαλήμ, και γενικώτερα δια τους κατοίκους της Ιουδαίας.
Ησ. 22,22          καὶ δώσω τὴν δόξαν Δαυὶδ αὐτῷ, καὶ ἄρξει, καὶ οὐκ ἔσται ὁ ἀντιλέγων. καὶ δώσω αὐτῷ τὴν κλεῖδα οἴκου Δαυὶδ ἐπὶ τῷ ὤμῳ αὐτοῦ καὶ ἀνοίξει, καὶ οὐκ ἔσται ὁ ἀποκλείων, καὶ κλείσει καὶ οὐκ ἔσται ὁ ἀνοίγων.
Ησ. 22,22                 Θα δώσω εις αυτόν την δόξαν του Δαδίδ, θα γίνη άρχων και δεν θα υπάρξη κανείς, ο οποίος θα αντιλέγη και θα άντιπράττη εις αυτόν. Θα του δώσω το κλειδί του οίκου του Δαδίδ. Αυτός μόνος θα το κατέχη. Θα το φέρη στους ώμους του ως δείγμα της εξουσίας του. Αυτός θα ανοίγη και κανείς δεν θα μπορή να κλείη. Θα κλείη και κανείς δεν θα ήμπορη να ανοίγη.
Ησ. 22,23          καὶ στήσω αὐτὸν ἄρχοντα ἐν τόπῳ πιστῷ καὶ ἔσται εἰς θρόνον δόξης τοῦ οἴκου τοῦ πατρὸς αὐτοῦ.
Ησ. 22,23                 θα τον αναδείξω και θα τον θέσω στερεόν και αμετακίνητον άρχοντα. Η εξουσία δέ που θα έχη, και ο θρόνος επί του οποίου θα κάθεται, θα είναι δόξα και καύχημα του πατρικού του οίκου.
Ησ. 22,24          καὶ ἔσται πεποιθὼς ἐπ᾿ αὐτὸν πᾶς ἔνδοξος ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, ἀπὸ μικροῦ ἕως μεγάλου, καὶ ἔσονται ἐπικρεμάμενοι αὐτῷ.
Ησ. 22,24                 Εις αυτόν θα έχη εστηριγμένην την πεποίθησίν του κάθε ένδοξος στον οίκον του πατρός του, από τον πιο μικρόν έως τον πιο μεγάλον. Από αυτόν θα εξαρτώνται και θα κρέμονται”.
Ησ. 22,25          ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ - τάδε λέγει Κύριος σαβαώθ - κινηθήσεται ὁ ἄνθρωπος ὁ ἐστηριγμένος ἐν τόπῳ πιστῷ καὶ ἀφαιρεθήσεται· καὶ πεσεῖται, καὶ ἐξολοθρευθήσεται ἡ δόξα ἡ ἐπ᾿ αὐτόν, ὅτι Κύριος ἐλάλησεν.
Ησ. 22,25                 Εις μεταγενεστέραν όμως έποχην, προαναγγέλλει ο Κυριος των δυνάμεων ο παντοκράτωρ, απόγονοι του Ελιακείμ, που είχαν στηριχθή στον αμετακίνητον αυτόν τόπον της Ιερουσαλήμ, θα μετακινηθούν, θα αφαιρεθή από αυτούς ο τόπος των. Ετσι δε η δόξα, την οποίαν είχαν, θα πέση και θα εξαφανισθή. Αυτά δε θα πραγματοποιηθούν ασφαλώς και βεβαίως, διότι ο Κυριος τα απεκάλυψε.
      ΗΣΑΪΑΣ 23

Τὸ ὅραμα Τύρου.
Λόγος προφητικός εναντίον της Τυρου.
Ησ. 23,1            Ὀλολύξατε, πλοῖα Καρχηδόνος, ὅτι ἀπώλετο, καὶ οὐκέτι ἔρχονται ἐκ γῆς Κιτιαίων· ἦκται αἰχμάλωτος.
Ησ. 23,1                    Θρηνήσατε με ολολυγμούς πλοία της Καρχηδόνος, διότι κατεστράφη η Τυρος. Δεν έρχονται πλέον προς σε πλοία της Τυρου από την Κυπρον. Οι κάτοικοι της Τυρου έχουν απαχθή εις αιχμαλωσιον.
Ησ. 23,2            τίνι ὅμοιοι γεγόνασιν οἱ ἐνοικοῦντες ἐν τῇ νήσῳ μετάβολοι Φοινίκης διαπερῶντες τὴν θάλασσαν
Ησ. 23,2                    Προς ποίον έχουν γίνει όμοιοι αυτοί, που κατοικούν εις την Τυρον, την βρεχομένην από την θάλασσαν, οι έμποροι οι οποίοι διέσχιζαν την θάλασσαν,
Ησ. 23,3            ἐν ὕδατι πολλῷ, σπέρμα μεταβόλων; ὡς ἀμητοῦ εἰσφερομένου οἱ μετάβολοι τῶν ἐθνῶν.
Ησ. 23,3                    έπλεαν εις μεγάλας θαλάσσας και οι οποίοι ήσαν απόγονοι εμπόρων; Σαν συγκομιδή πλουσίου θερισμού ήσαν τα κέρδη των εμπόρων των εθνών.
Ησ. 23,4            αἰσχύνθητι, Σιδών, εἶπεν ἡ θάλασσα. ἡ δὲ ἰσχὺς τῆς θαλάσσης εἶπεν· οὐκ ὤδινον οὐδὲ ἔτεκον οὐδὲ ἐξέθρεψα νεανίσκους οὐδὲ ὕψωσα παρθένους.
Ησ. 23,4                    “Εντροπή σου, ω Σιδών, με την κατάπτωσιν της Τυρου”, είπεν η θάλασσα. Η δε βραχώδης ακτή, εις την οποίαν θραύονται με δύναμιν τα κύματα της θαλάσσης, είπεν· “εγώ δέν εκοιλοπόνησα, δεν εγέννησα και δεν ανέθρεψα παλληκάρια και δεν ανέδειξα ωραίας παρθένους; Και ιδού, ότι τώρα υπάρχει καταστροφή και ερήμωσις”!
Ησ. 23,5            ὅταν δὲ ἀκουστὸν γένηται Αἰγύπτῳ, λήψεται αὐτοὺς ὀδύνη περὶ Τύρου.
Ησ. 23,5                    Οταν δε και εις την Αίγυπτον γίνη ακουστή η καταστροφή της Τυρου, θα καταλάβη και αυτούς οδύνη, όμοια προς εκείνην, που κατέλαβε την Τυρον.
Ησ. 23,6            ἀπέλθατε εἰς Καρχηδόνα, ὀλολύξατε, οἱ κατοικοῦντες ἐν τῇ νήσῳ ταύτῃ.
Ησ. 23,6                    Κατοικοι της Τυρου πηγαίνετε εις την Καρχηδόνα και εκεί θρηνήσατε αυτήν σας την απώλειαν.
Ησ. 23,7            οὐχ αὕτη ἦν ὑμῶν ἡ ὕβρις ἀπ᾿ ἀρχῆς πρὶν
 ἢ παραδοθῆναι αὐτήν;
Ησ. 23,7                    Αλλα σκεφθήτε· αιτία της καταστροφής σας δεν υπήρξεν η από αρχαιότατα χρόνια αλαζονεία σας, πριν η ακόμη παραδοθή αυτή η πόλις;
Ησ. 23,8            τίς ταῦτα ἐβούλευσεν ἐπὶ Τύρον; μὴ ἥσσων ἐστὶν ἢ οὐκ ἰσχύει; οἱ ἔμποροι αὐτῆς ἔνδοξοι, ἄρχοντες τῆς γῆς.
Ησ. 23,8                    Ποιός κατέστρωσεν αυτά τα σχέδια και επήρε τας ολεθρίας αποφάσεις εναντίον της Τυρου; Μηπως τάχα η πόλις αυτή ήτο μικράς δυνάμεως και δεν είχε την ικανότητα να αντισταθή; Οι έμποροι της ήσαν ένδοξοι άρχοντες όλου του κόσμου.
Ησ. 23,9            Κύριος σαβαὼθ ἐβουλεύσατο παραλῦσαι πᾶσαν τὴν ὕβριν τῶν ἐνδόξων καὶ ἀτιμάσαι πᾶν ἔνδοξον ἐπὶ τῆς γῆς.
Ησ. 23,9                    Κυριος ο παντοκράτωρ εσκέφθη και απεφάσισε να καταλύση όλην την άλαζο-νείαν των ενδόξων ανδρών της· να έξευ-τελίση κάθε τι ένδοξον και λαμπρόν, που υπήρχεν εις την χώραν.
Ησ. 23,10          ἐργάζου τὴν γῆν σου, καὶ γὰρ πλοῖα οὐκέτι ἔρχεται ἐκ Καρχηδόνος.
Ησ. 23,10                  Και λοιπόν τώρα, μετά την καταστροφήν σου, εργάζου τους αγρούς σου, διότι δεν έρχονται πλέον προς σε πλοία από την Καρχηδόνα.
Ησ. 23,11          ἡ δὲ χείρ σου οὐκέτι ἰσχύει κατὰ θάλασσαν, ἡ παροξύνουσα βασιλεῖς· Κύριος σαβαὼθ ἐνετείλατο περὶ Χαναὰν ἀπολέσαι αὐτῆς τὴν ἰσχύν.
Ησ. 23,11                   Δεν έχεις πλέον την ναυτικήν δύναμιν, η οποία προηγουμένως προεκάλει και εξηρέθιζε βασιλείς. Ο Κυριος των δυνάμεων έδωσε διαταγήν σχετικώς με την Χαναάν, να καταστραφή η δύναμις της.
Ησ. 23,12          καὶ ἐροῦσιν· οὐκέτι οὐ μὴ προσθῆτε τοῦ ὑβρίζειν καὶ ἀδικεῖν τὴν θυγατέρα Σιδῶνος· καὶ ἐὰν ἀπέλθῃς εἰς Κιτιεῖς, οὐδὲ ἐκεῖ ἀνάπαυσις ἔσται σοι·
Ησ. 23,12                  Και θα είπουν τότε προς την κα-τεστραμμένην Τυρον και τους απολειφθέντας κατοίκους της· “Δεν θα συνεχίσετε πλέον να υβρίζετε και να αδικήτε τους κατοίκους της Σιδώνος. Εάν δε και απέλθετε στους κατοίκους της Κυπρου δια σωτηρίαν και ασφάλειαν, ούτε εκεί θα υπάρχη δια σας ανάπαυσις.
Ησ. 23,13          καὶ εἰς γῆν Χαλδαίων, καὶ αὕτη ἠρήμωται ἀπὸ τῶν Ἀσσυρίων, οὐδὲ ἐκεῖ σοι ἀνάπαυσις ἔσται, ὅτι ὁ τοῖχος αὐτῆς πέπτωκεν.
Ησ. 23,13                  Και εάν μεταβήτε εις την χώραν των Χαλδαιων, ούτε εκεί θα βρήτε ανάπαυσιν, διότι αυτή έχει καταστροφή από τους Ασσυρίους, και τα οχυρά αυτής τείχη έχουν κρημνισθή”.
Ησ. 23,14          ὀλολύξατε, πλοῖα Καρχηδόνος, ὅτι ἀπόλωλε τὸ ὀχύρωμα ὑμῶν.
Ησ. 23,14                  Θρηνήσατε, λοιπόν, με ολολυγμούς πλοία της Καρχηδόνος, διότι κατεστράφη το οχυρωμα σας, ο ασφαλής λιμήν, στον οποίον επλέατε.
Ησ. 23,15          καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ καταλειφθήσεται Τύρος ἔτη ἑβδομήκοντα ὡς χρόνος βασιλέως, ὡς χρόνος ἀνθρώπου· καὶ ἔσται μετὰ ἑβδομήκοντα ἔτη, ἔσται Τύρος ὡς ᾆσμα πόρνης.
Ησ. 23,15                  Θα συμβή δε κατά την ημέραν εκείνην να εγκαταλειφθή η Τυρος επί έτη εβδομήκοντα, όσον δηλαδή χρόνον ζη ενας βασιλεύς, όσος είναι ο μέσος χρόνος της ζωής ενός ανθρώπου. Επειτα δε η Τυρος θα αποκτήση την ναυτικήν ισχύν και τον πλούτον της και θα ακούονται πλέον εις αυτήν άσματα πορνικά κραιπαλώντων ανθρώπων
Ησ. 23,16          λαβὲ κιθάραν, ῥέμβευσον, πόλις πόρνη ἐπιλελησμένη· καλῶς κιθάρισον, πολλὰ ᾆσον, ἵνα σου μνεία γένηται.
Ησ. 23,16                  Παρε την κιθάραν σου, περιπλανήσου από έδω και από εκεί. Τυρος, πόλις αμαρτωλή, η οποία προηγουμένως είχες λησμονηθή, παίξε καλά την κιθάραν σου, τραγούδησε τα πολλά άσματά σου, δια να σε ενθυμηθούν πάλιν οι άσωτοι και αμαρτωλοί άνθρωποι!
Ησ. 23,17          καὶ ἔσται μετὰ τὰ ἑβδομήκοντα ἔτη, ἐπισκοπὴν ποιήσει ὁ Θεὸς Τύρου, καὶ πάλιν ἀποκατασταθήσεται εἰς τὸ ἀρχαῖον· καὶ ἔσται ἐμπόριον πάσαις ταῖς βασιλείας τῆς οἰκουμένης.
Ησ. 23,17                  Επειτα από τα εδδομήκοντα αυτά έτη, θα επισκεφθή ο Θεός την Τυρον και θα αποκαταστήστη πάλιν αυτήν στο αρχαίον μεγαλείον της, το δε εμπόριον της θα επεκταθή εις όλας τας βασιλείας της οικουμένης.
Ησ. 23,18          καὶ ἔσται αὐτῆς ἡ ἐμπορία καὶ ὁ μισθὸς ἅγιον Κυρίῳ· οὐκ αὐτοῖς συναχθήσεται, ἀλλὰ τοῖς κατοικοῦσιν ἔναντι Κυρίου πᾶσα ἡ ἐμπορία αὐτῆς φαγεῖν καὶ πιεῖν καὶ ἐμπλησθῆναι εἰς συμβολὴν μνημόσυνον ἔναντι Κυρίου.
Ησ. 23,18                  Αλλά τα από το εμπόριον αυτά κέρδη θα είναι μισθός και αφιέρωμα στον Κυριον. Δεν θα συνάγωνται δι' αυτούς μόνον, αλλά και δι' εκείνους που κατοικούν ενώπιον του Κυρίου και υπηρετούν τον Κυριον, ώστε να τρώγουν και να πίνουν από το κέρδος του εμπορίου αυτού· να χορτάσουν από την εισφοράν αυτήν, η οποία θα είναι εις μνημόσυνον ενώπιον του Κυρίου.







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου